Επανέρχεται και χάνεται από το προσκήνιο ανάλογα με την ποσότητα του

αίματος που χύνεται. Αυτή είναι η θλιβερή πραγματικότητα της κρίσης στην

Τσετσενία. Μιας κρίσης μακρόχρονης όσο και πολύπλοκης, με σκοτεινό παρελθόν

και, όπως όλα δείχνουν, ακόμα πιο ζοφερό μέλλον. Γιατί όλα αυτά, όμως;

Ερωτήσεις ζητούν απαντήσεις.

1. Όταν λέμε Τσετσενία εννοούμε…;

Την Ρωσική Δημοκρατία της Τσετσενίας. Μια ορεινή περιοχή στον Νότιο

Καύκασο, η οποία κατοικείται στην πλειοψηφία της από μουσουλμάνους. Οι

Τσετσένοι είναι μια γηγενής ομάδα ορεσίβιων βοσκών, γεωργών και πολεμιστών που

ζει στον Βόρειο Καύκασο εδώ και χιλιάδες χρόνια. Μιλούν μια ιδιαίτερη

καυκασική διάλεκτο. «Θεός τους είναι η ελευθερία, νόμος τους είναι ο πόλεμος»,

έγραψε για αυτούς το 1832 ο Ρώσος συγγραφέας Μιχαήλ Λερμοντόφ.



2. Πότε άρχισε η διαμάχη με τη Ρωσία;

H Τσετσενία λειτουργεί ως αγκάθι στην ορεινή, νότια ραχοκοκαλιά της Ρωσίας

εδώ και σχεδόν δύο αιώνες. Στην πιο σύγχρονη εποχή, πάντως, τα προβλήματα

ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 1991, οπότε και κήρυξε την ανεξαρτησία της από τη

Ρωσία. Τρία χρόνια αργότερα, ο τότε πρόεδρος της Ρωσίας, Μπορις Γιέλτσιν,

έστειλε τα στρατεύματά του να αποκαταστήσουν την εξουσία της Μόσχας. Ο πρώτος

τσετσενικός πόλεμος έληξε με μία εξευτελιστική ήττα των ρωσικών δυνάμεων, το

1996. Την 1η Οκτωβρίου του 1999, ωστόσο, ο τότε πρωθυπουργός και νυν πρόεδρος

της Ρωσίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν, πέρασε ξανά στην επίθεση, ξεκινώντας μία

«αντιτρομοκρατική επιχείρηση» η οποία έχει αφήσει χιλιάδες νεκρούς και δεν

λέει να τελειώσει, παρ’ όλο που ο Πούτιν έχει κηρύξει αρκετές φορές το

νικηφόρο τέλος της.



3. Τι θέλουν οι Τσετσένοι;

Οι περισσότεροι κάτοικοι της Τσετσενίας ζητούν απλώς ειρήνη και

σταθερότητα. Από το 1991 και τούδε, άλλωστε, η ζωή στην ήδη φτωχή – παρά τον

φυσικό της πλούτο – περιοχή τους έχει γίνει λόγω της απομόνωσης και της

ανομίας αβάστακτη. Οι αυτονομιστές αντάρτες, από την πλευρά τους, ζητούν

ανεξαρτησία, ή τουλάχιστον αυτονομία. Έπειτα από το 1996 πλησίασαν πολύ στο να

το καταφέρουν. Με τις ρωσικές δυνάμεις να έχουν τραπεί σε φυγή, οι Τσετσένοι

εξέλεξαν τον Ιανουάριο του 1997 τον δικό τους πρόεδρο – τον Ασλάν Μασχάντοφ,

πρώην αξιωματούχο του σοβιετικού πυροβολικού και βασικότερο στρατιωτικό

διοικητή των ανταρτών στη διάρκεια του πολέμου. Με βάση την ειρηνευτική

συμφωνία που διαπραγματεύτηκε με τη Μόσχα, η απόφαση για το οριστικό καθεστώς

της Τσετσενίας αναβλήθηκε για πέντε χρόνια. Ο Μασχάντοφ, ωστόσο, δεν κατόρθωσε

να ελέγξει τους περισσότερο σκληροπυρηνικούς διοικητές του και η αποσχισθείσα

επαρχία βυθίστηκε στην αναρχία.



4. H πολιτική του Πούτιν ποια είναι;

Με μια βόμβα οι Τσετσένοι έδωσαν τέλος τον Μάιο στην προεδρία του φιλορώσου

Καντίροφ

Αν έπρεπε να τη χαρακτηρίσουμε με μια λέξη, αυτή θα ήταν «αδιάλλακτη».

Το σύνθημά του είναι «καμία διαπραγμάτευση με τους αντάρτες». Κινείται σε δύο

μέτωπα, ένα στρατιωτικό και ένα πολιτικό. Τον Μάρτιο του 2003, διοργανώθηκε

στην Τσετσενία ένα δημοψήφισμα για την έγκριση ή απόρριψη ενός Συντάγματος που

παραχωρούσε στην επαρχία περισσότερη αυτονομία, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι

παρέμενε τμήμα της Ρωσίας. Υπερίσχυσε φυσικά το «ναι», όπως γίνεται στην

Τσετσενία με ό,τι θέλει το Κρεμλίνο, με την παρουσία χιλιάδων Ρώσων στρατιωτών

και εν μέσω συνεχιζόμενης βίας. Κατά τον ίδιο τρόπο εξελέγη τον Οκτώβριο του

2003 πρόεδρος της επαρχίας ο φιλορώσος Αχμάντ Καντίροφ. Ο Καντίροφ είχε ήδη

επιζήσει πολλών δολοφονικών προσπαθειών προτού σκοτωθεί, τον Μάιο του 2004, σε

μία βομβιστική επίθεση στο στάδιο της Δυναμό στο Γκρόζνι. Οι αντάρτες

συνέχισαν τις επιθέσεις τους εντός και εκτός των τσετσενικών ορίων. H

εκλογή-φάρσα του υπουργού Εσωτερικών, Αλού Αλχάνοφ, στην προεδρία της

Τσετσενίας, στις 28 Αυγούστου, συνοδεύτηκε από άγριες τρομοκρατικές επιθέσεις

που μοιάζει να γίνονται ολοένα και πιο άγριες.



5. Γιατί όμως δεν αφήνει ο Πούτιν την Τσετσενία ήσυχη; Γιατί είναι τόσο

σημαντική;

Τα πετρέλαια της Κασπίας «έπαθλο» για τον νικητή

Κατ’ αρχάς, η Μόσχα θεωρεί την Τσετσενία μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Το Σύνταγμα που συνέταξε το 1993 ο Μπόρις Γιέλτσιν δεν αναγνωρίζει δικαίωμα

απόσχισης σε καμία επαρχία. Αυτός ο «βρώμικος πόλεμος», ωστόσο, δεν γίνεται

μόνο για λόγους εθνικού γοήτρου. Οι δημοκρατίες του Βόρειου Καύκασου, η

Τσετσενία, το Νταγκεστάν, η Βόρεια Οσετία και η Ινγκουσετία ελέγχουν τα ορεινά

περάσματα προς τον Νότιο Καύκασο – το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία και την

Αρμενία, εκεί όπου η Ρωσία «κονταροχτυπιέται» με τη Δύση για τον έλεγχο των

τεράστιων, όπως εκτιμάται, πετρελαϊκών αποθεμάτων της Κασπίας. Από την

πρωτεύουσα της Τσετσενίας, το Γκρόζνι, περνούν πετρελαιαγωγοί με αφετηρία το

Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, ένα από τα σημαντικότερα πετρελαϊκά κέντρα του

κόσμου. Μεγάλα διυλιστήρια πετρελαίου, ωστόσο, υπάρχουν και στο ίδιο το

Γκρόζνι. Στην πραγματικότητα, πετρέλαιο, και μάλιστα καλής ποιότητας, ιδανικό

για αεροπορικό καύσιμο, ανακαλύφθηκε στην Τσετσενία προτού ανακαλυφθεί στο

Μπακού. Μερικά στοιχεία θα σας πείσουν: το 2003, η Grozny Oil and Gas,

θυγατρική της Rosneft, εξήγαγε συνολικά 1,8 εκατομμύρια τόνους πετρελαίου,

ποσότητα κατά 20% μεγαλύτερη από ό,τι το 2002. Παράλληλα, εξήγαγε 458

εκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, ποσότητα διπλάσια από ό,τι το 2002. Ο

νέος πρόεδρος της Τσετσενίας, υποστηρίζει πως θέλει τα έσοδα από το πετρέλαιο

να παραμένουν στην επαρχία. Οι αναλυτές, ωστόσο, εκτιμούν πως αυτό δεν είναι

παρά μια προσπάθεια να αυξήσει το – ελάχιστο – λαϊκό του έρεισμα.



6. Προοπτικές για ειρήνευση υπάρχουν;

Γκρόζνι. Οι προοπτικές για ειρήνη φαντάζουν αδύνατες στην πρωτεύουσα της

Τσετσενίας

Ας εξετάσουμε τις στρατηγικές επιλογές της Ρωσίας. Μπορεί να

παραχωρήσει στην Τσετσενία την ανεξαρτησία της, αλλά αυτό απλώς δεν θα γίνει.

Μπορεί επίσης να διαπραγματευτεί μια συμφωνία, αλλά το Κρεμλίνο αρνείται

κατηγορηματικά κάθε διαπραγμάτευση αν οι αντάρτες δεν αφήσουν κάτω τα όπλα.

Επιπλέον, έπειτα από την 11η Σεπτεμβρίου, ασκείται ελάχιστη έως μηδαμινή

διπλωματική πίεση, από τρίτες χώρες, προς μια τέτοια λύση. Πέραν αυτών, η

Ρωσία μπορεί επίσης να επιδιώξει μια συντριπτική στρατιωτική νίκη. H εμπειρία

του πρώτου πολέμου, ωστόσο, την περίοδο 1994-1996, ελάχιστα ενθαρρύνει αυτήν

την επιλογή. Τέλος, μπορεί να συνεχίσει στο δρόμο που βρίσκεται, να επιμείνει

στο σχέδιο υπονόμευσης των ανταρτών με στρατιωτικά και πολιτικά μέσα. Αυτό

είναι και το πιθανότερο σενάριο. Άρα, προοπτικές για ειρήνευση δεν υφίστανται.



7. H σχέση με την 11η Σεπτεμβρίου, όμως, ποια είναι; Αληθεύουν οι ισχυρισμοί

του Πούτιν, για συνεργασία μεταξύ Τσετσένων ανταρτών και Αλ Κάιντα;

«Ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο υπουργός Άμυνάς του λένε σήμερα πως η διεθνής

τρομοκρατία έχει κηρύξει τον πόλεμο στη Ρωσία, ενώ πριν από μία εβδομάδα μόλις

το Κρεμλίνο ισχυριζόταν ότι η συντριβή των δύο Τουπόλεφ ήταν «ατύχημα»…»,

σχολιάζει δηκτικά στην εφημερίδα «Λιμπερασιόν» η Γαλλίδα κοινωνιολόγος και

ειδική σε θέματα Ρωσίας, Ζιντίθ Ριέφ. H Μόσχα χρησιμοποιεί σταθερά τη «διεθνή

τρομοκρατία» ως άλλοθι για την αδιάλλακτη στάση της στην Τσετσενία. Από την

11η Σεπτεμβρίου και μετά, προσπαθεί επιμελώς να εντάξει τη διαμάχη αυτή στον

«πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας». Στην πλειοψηφία τους, οι αναλυτές

αναγνωρίζουν πως οι Τσετσένοι αντάρτες διατηρούν σχέσεις με την Αλ Κάιντα.

Κατ’ αρχάς, τους ενώνει η ισλαμιστική ιδεολογία και το κοινό μίσος για τη

Μόσχα. Κατά δεύτερον, είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι μουσουλμάνοι εθελοντές

έχουν μεταβεί στην Τσετσενία προκειμένου να βοηθήσουν στον αγώνα – αφότου

εκπαιδεύτηκαν, όπως λέγεται, σε στρατόπεδα του Αφγανιστάν και του Πακιστάν.

«Το να υπάρχει κάποια υποστήριξη από την Αλ Κάιντα, είναι ένα ενδεχόμενο που

σίγουρα δεν θα απέκλεια», λέει ο Ντέιβιντ Κλάριτζ, διευθυντής του Κέντρου

Διαχείρισης Κινδύνων για την Ασφάλεια, στο Λονδίνο. «Το να υποστηρίζει ωστόσο

ο Πούτιν πως η Αλ Κάιντα η ίδια επιχειρεί στο κατώφλι του είναι τουλάχιστον

υπερβολικό», προσθέτει. «Μέχρι σήμερα, οι Τσετσένοι αντάρτες έχουν

συγκεντρωθεί αποκλειστικά σε ρωσικούς στόχους και ουδέποτε οικειοποιήθηκαν

τους στόχους της Αλ Κάιντα», επεσήμανε ευρωπαϊκή πηγή ασφαλείας, που δεν

κατονομάζεται, στο πρακτορείο Ρώυτερ. «Εξακολουθούμε να το χαρακτηρίζουμε

εγχώρια τρομοκρατία».

H κρίση σε αριθμούς

10 χρόνια διαρκεί ο τελευταίος πόλεμος των Τσετσένων αυτονομιστών κατά

της Ρωσίας.

74% των ψήφων έλαβε ο φιλορώσος πρόεδρος Αλί Αλχάνοφ στις εκλογές της

Κυριακής.

100.000 είναι οι Ρώσοι στρατιώτες στην Τσετσενία.

15.000 από αυτούς έχουν χάσει τη ζωή τους.

10.000 Τσετσένοι μαχητές σκοτώθηκαν στον πόλεμο.

300.000 Τσετσένοι είναι εκτοπισμένοι εντός και εκτός της πατρίδας τους.

20.000 Ρώσοι απέμειναν στην Τσετσενία από τους 230.000 που υπήρχαν πριν

από τον πόλεμο.

200 χρόνια διαρκεί ο αγώνας των Τσετσένων κατά των Ρώσων, από την εποχή

που ο Σεΐχ Μανσούρ εξεγέρθηκε κατά του τσάρου.

7.000.000 από τα 48.000.000 μουσουλμάνων της πρώην ΕΣΣΔ ζουν σε

περιοχές που δεν έχουν αποκτήσει την ανεξαρτησία τους.