Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην Ευρώπη

που απέκτησε αιολικό πάρκο! Σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, και ενώ στη χώρα μας

παράγονται 276 μεγαβάτ (MW) αιολικής ενέργειας, που καλύπτουν τις ανάγκες

300.000 νοικοκυριών, η δημιουργία νέων πάρκων βρίσκεται σε τέλμα.

«Το 2000 εγκαταστάθηκαν 101 νέα MW αιολικών πάρκων, την επόμενη χρονιά 62 MW,

ενώ το 2002 μόνο 4 και δεν προβλέπονται άλλα μέχρι το τέλος του χρόνου»,

σημειώνει ο δρ Νίκος Βασιλάκος, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της

ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας παραγωγών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και

αντιπρόεδρος του ελληνικού ομίλου για τη διάδοση των ΑΠΕ. «Για να λειτουργήσει

ένα αιολικό πάρκο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να έχει άδεια από 41 φορείς! Η

διαδικασία διαρκεί κατά μέσον όρο 3 με 4 χρόνια», εξηγεί, τονίζοντας ότι ήδη

κολοσσιαίες εταιρείες (ΕΟΝ από Γερμανία) αποχώρησαν από την Ελλάδα.

Έτσι, αν και η Ελλάδα κατείχε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 την τέταρτη

θέση στην Ευρώπη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, σήμερα είναι τουλάχιστον

όγδοη, σύμφωνα με τα στοιχεία της ευρωπαϊκής ένωσης αιολικής ενέργειας.

«Παράλληλα, υπάρχει και τεχνικό πρόβλημα. Σε μέρη όπου θα μπορούσαν να

εγκατασταθούν αιολικά πάρκα η ΔΕΗ δεν διαθέτει τα απαιτούμενα δίκτυα ώστε να

απορροφήσει την ενέργεια», προσθέτει ο δρ μηχανικός Γιάννης Τσιπουρίδης,

αντιπρόεδρος της ελληνικής επιστημονικής ένωσης αιολικής ενέργειας και

μηχανικός στη ΔΕΗ, στη διεύθυνση που ασχολείται με τις ΑΠΕ.

Πάντως, το επενδυτικό ενδιαφέρον, παρά τις σοβαρές δυσκολίες, είναι έντονο.

«Τα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) δείχνουν ότι μέχρι το τέλος

του 2001 είχαν υποβληθεί περισσότερες από 1000 αιτήσεις για έργα ανανεώσιμων

πηγών ενέργειας. Από αυτά, τα 2.200 MW αφορούν αιολικά πάρκα και έχουν πάρει

θετική γνωμοδότηση», σημειώνει ο δρ Βασιλάκος.

Αν τα νέα πάρκα τεθούν σε λειτουργία, η χώρα μας θα απέχει ελάχιστα από τον

στόχο που της έχει τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τον οποίο το 12%

της ενέργειας θα παράγεται από αιολικά πάρκα (δηλαδή περίπου 3.000 MW). «Δεν

είναι απίθανο να τα καταφέρουμε. Τα έργα επιδοτούνται με 30% από την Ευρωπαϊκή

Ένωση. Όμως, θα πρέπει να αλλάξει άμεσα η διαδικασία αδειοδότησης», τονίζει ο

κ. Τσιπουρίδης.