Θα περίμενε κανείς ότι μετά τις ταραχές του 1970 ­ απόπειρα κατά του

Μακαρίου, δολοφονία Γεωρκάτζη στην Κύπρο και συνωμοσία των σκληροπυρηνικών με

συμμετοχή Μακαρέζου και επικεφαλής τον Παττακό ­ ότι τα 28 εφετινά αρχεία του

Φόρεϊν Όφις για το 1971 δεν θα είχαν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον. Σφάλμα μέγα!

Ο Παπαδόπουλος καταπλήσσει τη χρονιά αυτή με το άνοιγμα που κάνει προς τον

παλαιό πολιτικό κόσμο για τη δημιουργία μεικτής κυβέρνησης υπό τον ίδιο, με

συμμετοχή «παλαιών» πολιτικών στελεχών της χούντας και νέων «επιστημόνων και

τεχνοκρατών». Γ. Μαύρος (Ε.Κ.) και Π. Κανελλόπουλος (ΕΡΕ) απορρίπτουν

ασυζητητί την πρόταση, όπως και ο Ι. Βαρβιτσιώτης και αρκετοί άλλοι, ενώ ο

γνωστός για τις απόψεις του περί «γέφυρας» Ευ. Αβέρωφ και ο Σπ. Μαρκεζίνης

είναι υπέρ της συνεργασίας, μαζί και με αρκετούς άλλους, μεταξύ των οποίων και

ο Ηλίας Τσιριμώκος, άλλοτε μέλος της Κυβέρνησης του Βουνού. Κεντρώος και

αργότερα αποστάτης. Κάπου ανάμεσα βρισκόταν ο Στ. Χούτας, τον οποίο είχε

ξεσηκώσει ο Αμερικανός πρέσβης Χ. Τάσκα, που είχε αποπειραθεί επανειλημμένα να

πετύχει τον σχηματισμό μεικτής κυβέρνησης με συμμετοχή όσων πολιτικών ήσαν

διατεθειμένοι να αποδεχθούν το Σύνταγμα του 1968.

Οι Αμερικανοί μοιάζει να πίστευαν, σ’ ένα ποσοστό και οι Βρετανοί, ότι οι

κινήσεις Παπαδόπουλου είχαν στόχο κάποια φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος. Αν

και είχαν και την αμφιβολία μήπως αντικειμενικός τους σκοπός ήταν να διχάσει

τον παλαιό πολιτικό κόσμο. Οι επαφές του Παπαδόπουλου, επίσης, δεν

περιορίζονταν μόνο με πολιτικούς, λ.χ. ζήτησε τη βοήθεια των απότακτων

φιλοβασιλικών αξιωματικών ­ που το καθεστώς του είχε διώξει. Βοήθεια όχι προς

την κυβέρνησή του, αλλά προσωπικά απέναντί του εναντίον των κινδύνων που

αντιμετώπιζε από τους «σκληρούς», όπως Λαδά, Ιωαννίδη, Ρουφογάλη…

Οι «γεφυροποιοί» και οι ανένδοτοι

Σπύρος Μαρκεζίνης. Θεωρούσε πως η προκήρυξη εκλογών με το Σύνταγμα του ’68

δημιουργούσε ελπίδες για εκδημοκρατισμό

Τέλη Ιανουαρίου του 1971 λήγει η θητεία του Μάικλ Στιούαρτ, Βρετανού πρέσβη

στην Ελλάδα. Στις 25 του μηνός συντάσσει την τελευταία του έκθεση προς τον νέο

υπουργό Εξωτερικών σερ Άλεκ Ντάγκλας – Χιούμ.

«Έχουν περάσει 4 χρόνια και πλέον αφότου η παρούσα κυβέρνηση ανήλθε στην

εξουσία, που όπως μου ομολόγησε πριν από δύο εβδομάδες ο αντιπρόεδρος της

κυβέρνησης (Παττακός) είναι αντικείμενο αντιπάθειας από το εξωτερικό. Κι όμως

η ομόφωνη εντύπωση που επικρατεί στην Ελλάδα είναι ότι οι συνταγματάρχες δεν

πρόκειται να το κουνήσουν.

Το καθεστώς είναι ευάλωτο σε δύο σημεία: αν οι ηγέτες συνεχίζουν να τρώγονται

μεταξύ τους, αλλά κι αν ο Παπαδόπουλος εξαφανιστεί από σκηνής, το καθεστώς δεν

πρόκειται ν’ αλλάξει χαρακτήρα. Το δεύτερο σημείο είναι αν το Κυπριακό εκραγεί

και η κρίση αυτή φέρει σε σύγκρουση την Ελλάδα με την Τουρκία…». (Όπως

γνωρίζουμε συνέβησαν και τα δύο, με ακριβώς αυτή τη σειρά).

Ο αντικαταστάτης του σερ Μάικλ Στιούαρτ, Ρ. Χούπερ στην πρώτη του έκθεση δίνει

τις εντυπώσεις του από την Αθήνα του 1971 σε σύγκριση με εκείνη του 1955 (αυτή

ήταν η τελευταία φορά που είχε επισκεφθεί την Ελλάδα). Του προκάλεσε δέος η

επέκταση της Αθήνας και ο οικοδομικός οργασμός που είχε γεμίσει την πρωτεύουσα

με απρόσωπες πολυκατοικίες.

«Το μέλλον», γράφει στην έκθεσή του τον Ιούνιο του 1971, «δεν είναι ελκυστικό.

Όμως αν ο Παπαδόπουλος βάλει στην κυβέρνησή του ορισμένους ασήμαντους

πολιτικούς για να τους παρελαύνει σαν δείγμα εκδημοκρατισμού, αυτό δεν δείχνει

τίποτε άλλο απ’ το ότι ο ίδιος βρίσκεται σε αδιέξοδο και ότι οι ελιγμοί του

αυτοί μπορεί να οδηγήσουν σε διέξοδο από τη δύσκολη αυτή θέση. Ισχυρίζεται ότι

προτίθεται να επαναφέρει το κοινοβουλευτικό σύστημα στη χώρα. Μπορεί να είναι

πονηρός, αλλά δεν αποκλείεται η πιθανότητα αυτή, όπως παρατηρεί στην έκθεσή

του ο προκάτοχός μου. Αλλά ορισμένοι αντιτιθέμενοι πολιτικοί όπως ο Π.

Κανελλόπουλος υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει κανένα κέρδος από επαφές με το

δικτατορικό καθεστώς, άλλοι (όπως οι Αβέρωφ, Μαρκεζίνης) αποδέχονται ότι το

καθεστώς δεν πρόκειται να εξαφανιστεί από προσώπου γης και πως μία λογική

γραμμή είναι να αποδεχθούν το Σύνταγμα του ’68 που προβλέπει προκήρυξη εκλογών

με την ελπίδα ότι μία τέτοια συνεργασία θα οδηγήσει σε δημοκρατικές μορφές

πολιτεύματος. Η επιμονή σε απόλυτη άρνηση διαλόγου με τη χούντα θα έχει

ολέθριες συνέπειες από τις οποίες μόνο οι κομμουνιστές θα βγουν κερδισμένοι».

Πρόταση για διακοπή της βοήθειας

Τον Ιούλιο η κυβέρνηση των συνταγματαρχών δέχεται ένα σοβαρό πλήγμα: η

υποεπιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων που ασχολείται με την Ευρώπη συνέστησε

την διακοπή της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα. Καίτοι το πλήγμα δεν

ήταν απροσδόκητο, η συναισθηματική έκρηξη στην Ελλάδα ήταν πρωτοφανής, όπως

και το κύμα ξενοφοβίας που ακολούθησε. Με κατάλληλη προπαγάνδα, η υπερηφάνεια

του Έλληνα είχε προσβληθεί, παρατηρεί ο Βρετανός πρέσβης και προσθέτει: «Μία

από τις πλέον εντυπωσιακές χειρονομίες προήλθε από τον εφοπλιστή Ι. Λάτση, που

προσέφερε 3 εκατ. δολάρια. Αλλά την προσφορά απέρριψε μ’ ευγνωμοσύνη ο

Παπαδόπουλος με το αιτιολογικό ότι «οι ανάγκες αυτές θα καλυφθούν από το

Δημόσιο Ταμείο χωρίς θυσίες από τα τέκνα του Έθνους»».

Και προσθέτει: «Αυτό το συγκεκριμένο «παιδί», εντελώς κατά σύμπτωση, κέρδισε

ένα τετράπαχο συμβόλαιο για ένα διυλιστήριο πετρελαίου».

Εκείνο που εξαγρίωσε ιδιαίτερα το καθεστώς ήταν οι μάρτυρες που κατέθεσαν στην

αρμόδια επιτροπή εις βάρος του καθεστώτος: Μάργκαρετ Παπανδρέου, Ελένη Βλάχου,

σερ Χιου Γκριν (της Ατλαντικής Οργάνωσης για την Ελλάδα) και Ηλίας

Δημητρακόπουλος.

Σε «μαύρη λίστα» ο Ανδρέας Παπανδρέου

Το αρμόδιο τμήμα του Φόρεϊν Όφις διερωτάται τι θα ήταν άραγε αυτό που θα

σκαρφίζονταν οι Έλληνες για να ξεφορτωθούν τη χούντα. Επισημαίνουν τη διαφορά

ανάμεσα σε παλαιότερη έκθεσή του, που πίστευε ότι μία στάση των «σκληρών» θα

αποδυνάμωνε το καθεστώς με αποτέλεσμα την κατάρρευσή του, ενώ στην τελευταία

του έκθεση κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι απίθανο να προκαλέσει την κατάρρευση

του καθεστώτος. Και διερωτώνται μήπως αν επικρατήσουν οι Νασερικοί αναγκαστούν

τελικά να οδηγηθούν σε μία «γέφυρα» (πνευματικό τέκνο του Ευ. Αβέρωφ), που θα

οδηγήσει στην επαναφορά του δημοκρατικού πολιτεύματος. Αλλά, όπως μάθαμε εκ

των υστέρων, ο αυτόπτης μάρτυρας που διαθέτει πολιτικό ένστικτο δεν λαθεύει

εύκολα και ας μη γνωρίζει πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα.

Όσο για τον Αβέρωφ, ο ίδιος τελικά δεν ήταν αισιόδοξος για το κατά πόσον ο

Παπαδόπουλος είχε σκοπό να δεχθεί την πρόταση του «γεφυροποιού».

Να όμως που ο Παπαδόπουλος κάνει ορισμένες κινήσεις καλώντας σε συνομιλία

διάφορους πολιτικούς, κυρίως της ΕΡΕ, αλλά και λίγους της Ενώσεως Κέντρου,

χωρίς όμως κανένας να καταλαβαίνει πού το πήγαινε…

Το όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου δεν περιλαμβάνεται σε καμία από τις σκέψεις των

Αγγλοαμερικανών συμμάχων. Είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος, που ουδέποτε έγινε

δεκτός μέσα στο Φόρεϊν Όφις.

Η προσέγγιση προς τους φιλο- βασιλικούς αξιωματικούς

Ο Γ. Παπαδόπουλος με τον Αμερικανό πρέσβη Χ. Τάσκα (δεξιά) και τον τότε

μόνιμο αντιπρόσωπο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, Ν.Ν. Κέννεντυ

Από τις αρχές του ’71, πριν ακόμη κάνει το άνοιγμα προς τους πολιτικούς, ο Γ.

Παπαδόπουλος είχε στρέψει τις προσπάθειές του προς τους αποταχθέντες (και

βασανισθέντες) βασιλικούς αξιωματικούς. Ίσως γιατί εν όψει του ανοίγματος προς

τον παλαιό πολιτικό κόσμο ανησυχούσε από τους «δικούς» του σκληρούς και ήθελε

ν’ αποκτήσει νέους φίλους.

Η βρετανική πρεσβεία είχε πληροφορίες ότι ο αδελφός του Χαράλαμπος είχε έλθει

σε επαφή με απότακτους (μερικοί εκ των οποίων εξόριστοι) βασιλικούς.

Οι βασιλικοί τα ‘χαν χαμένα από την απρόσμενη προσέγγιση. Αποφάσισαν λοιπόν να

στείλουν τη γυναίκα ενός στο Θέρμο Τριχωνίδος για να ζητήσει την συμβουλή του

στρατηγού Περίδη, που ήταν ένας από τους ηγέτες της ομάδας.

Μαζί της είχε και επιστολή τους ­ κατόπιν αιτήματος του Χαράλαμπου ­ όπου

εζητείτο η γνώμη του εξόριστου για την προσφορά του πρωθυπουργού.

Η υποστήριξη που ζητούσε ο Παπαδόπουλος ήταν προσωπική και συγκεκριμένα

απέναντι των «σκληρών» του, όπως οι Λαδάς, Ιωαννίδης, Ρουφογάλης και Γωγούσης.

Απ’ αυτούς εκρίθη ότι ο Ιωαννίδης ήταν ο πλέον επικίνδυνος και τελικά

απέρριψαν τις ουβερτούρες του πρωθυπουργού…

Η επίσκεψη Άγκνιου και… δώρα φέροντος

Άγκνιου για Παπαδόπουλο: «Ο πρωθυπουργός είναι ανήρ υψηλής ευφυΐας…».

Η επίσκεψη του Αμερικανού αντιπροέδρου Σ. Άγκνιου, που δεν την ήθελε ούτε το

Στέιτ Ντιπάρτμεντ ούτε ο πρόεδρος Νίξον, πραγματοποιήθηκε από τις 16 ώς τις 23

Οκτωβρίου 1971. Τα λεχθέντα από τον Αμερικανό αντιπρόεδρο βοήθησαν τον

Παπαδόπουλο και το καθεστώς γενικότερα.

Ο Σπάιρο έφθασε στην Αθήνα συνοδευόμενος από την κυρία του, τις θυγατέρες του

και πολυμελή «αυλή». Τον δέχθηκαν με όλες τις τιμές και με φιλόξενη διάθεση.

Ήταν μια άριστη επιχείρηση δημοσίων σχέσεων. Ο Άγκνιου ήταν καταφανώς

ευχαριστημένος που βρέθηκε στη γη των πατέρων του. Το δώρο εξ Αμερικής ήρθε σε

μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή για τον Παπαδόπουλο και την κυβέρνησή του. Ο

Άγκνιου είπε πολλά και διάφορα κολακευτικά για το καθεστώς, λες και η

«καρτιτούρα» ήταν γραμμένη από τον κ. Γεωργαλά. Μεταξύ όλων είπε και τα εξής

αλησμόνητα:

* Ο πρωθυπουργός είναι ανήρ υψηλής ευφυΐας και λίαν ειλικρινής σε ό,τι

αφορά την αποκατάσταση αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης στην χώρα.

* Ο πρόεδρος Νίξον θα συνεχίσει την στρατιωτική βοήθεια προς την Ελλάδα

(παρά την απόφαση του Κογκρέσου) διότι την θεωρεί ως τον ακρογωνιαίο λίθο για

την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών!

Χωρίς Βουλή θα επιχειρούσε να κυβερνήσει ο Κ. Καραμανλής

Σύμφωνα με την τότε μαρτυρία του Αμερικανού πρέσβη Τάσκα, ο Κ. Καραμανλής

«δήλωσε διατεθειμένος να μετάσχει σε εκλογές με το Σύνταγμα του 1968, αλλά με

διασφαλίσεις για τη δίκαια διεξαγωγή εκλογών»

Τέλη Σεπτεμβρίου 1971, ο Αμερικανός πρέσβης κ. Τάσκα επισκέφθηκε τον Κ.

Καραμανλή στο Παρίσι. Η επίσκεψη έκανε έξω φρενών το καθεστώς της Αθήνας. Αλλά

τι συνέβη άραγε στη συνάντηση αυτή;

Ο Βρετανός πρέσβης επισκέφθηκε τον Αμερικανό συνάδελφό του αμέσως μετά την

επιστροφή του στην Αθήνα, για να πληροφορηθεί τα διαμειφθέντα:

Ο κ. Τάσκα, γράφει, βρήκε τον Καραμανλή σε φόρμα αν και κουφό και βαριεστημένο

από την απραξία. Ο άλλοτε πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι δεν υπήρχε θέμα

επιστροφής με τις συνθήκες που επικρατούσαν στη χώρα πριν από το πραξικόπημα

και δήλωσε διατεθειμένος να μετάσχει σ’ εκλογές με το Σύνταγμα του 1968, αλλά

με διασφαλίσεις για τη δίκαια διεξαγωγή εκλογών. Ταυτόχρονα, άφησε να εννοηθεί

ότι αν επέστρεφε στην Ελλάδα (και στην εξουσία) θα επιχειρούσε να κυβερνήσει

επί αρκετό διάστημα χωρίς Βουλή, προφανώς για να διασφαλίσει την κατάσταση

προτού αντιμετωπίσει το εκλογικό σώμα.