Οδεύουμε στο Συνέδριο, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη για τον κόσμο περίοδο,

αντιμέτωποι με τις μεγάλες προκλήσεις για την εθνική μας ζωή και το μέλλον.

Έχουμε πάρει τα «μηνύματα» της κοινωνίας. Παρά τις δυσκολίες, έχουμε και τη

δύναμη και τη θέληση να ανταποκριθούμε στις ευθύνες μας απέναντι στην πατρίδα

και στον λαό μας.

Το ΠΑΣΟΚ από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα, από τον Ανδρέα Παπανδρέου έως και

τον Κώστα Σημίτη, έβαλε τη δική του σφραγίδα στις εξελίξεις. Με τη συμβολή

του, η Ελλάδα είναι πια στους ισχυρούς της Ευρώπης και ατενίζει με αυτογνωσία,

αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία το μέλλον. Βέβαια ο δρόμος της αλλαγής και της

προόδου που πορευτήκαμε δεν ήταν ποτέ ανθόσπαρτος ούτε χωρίς εμπόδια και

διλήμματα. Μετά τις τελευταίες εκλογές περάσαμε κρίση, είχαμε πολλά προβλήματα

που σκίασαν επιτεύγματα, κηλίδωσαν την εικόνα μας και κλόνισαν την αξιοπιστία

μας στην κοινωνία.

Με την ανακοίνωση του Συνεδρίου, οργίασαν τα σενάρια, οι Κασσάνδρες. Θα

εγκλωβισθούμε, είπαν, ως «ελεύθεροι πολιορκημένοι» σε εσωκομματικά τείχη, θα

εμπλακούμε σε διαδοχολογία, μάχες χαρακωμάτων, ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Τίποτα

απ’ αυτά δεν συνέβη. Στην περίοδο που μεσολάβησε έχουμε μόνο θετικό κεκτημένο.

Δώσαμε ιδιαίτερη έμφαση στο κυβερνητικό έργο, στις δράσεις για την κοινωνική

πολιτική, διαμορφώσαμε στην Κεντρική Επιτροπή, με σύνθεση απόψεων, αποδεκτό

κείμενο πολιτικών θέσεων, υπήρξε συσπείρωση γύρω από τον πρόεδρο και όλοι

έδειξαν αυτοσυγκράτηση. Είναι ένα κεφάλαιο που μπορούμε να αξιοποιήσουμε στο

Συνέδριο.

Πορευόμαστε ασφαλώς στο Συνέδριο με τη διαφορετικότητά μας και τις διαφορές

απόψεων ­ δεν είμαστε όλοι ίδιοι ­ αλλά ενωμένοι. Προπάντων κοιτάμε, με το

βλέμμα στραμμένο στην κοινωνία, την επόμενη μέρα. Θέλουμε να διασφαλίσουμε τις

δυνατότητες ώστε το ΠΑΣΟΚ να τιμήσει στο ακέραιο τη λαϊκή εντολή. Να δώσουμε

λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα, να απαντήσουμε στις αγωνίες και αβεβαιότητες της

κοινωνίας, ιδιαίτερα της νεολαίας μας. Με ειλικρινή διάλογο και «ανοιχτά

χαρτιά», να αποσαφηνίσουμε πολιτικές, να προωθήσουμε τη νέα συλλογικότητα.

Είμαστε πια όλοι πεπεισμένοι ότι «κουκουλώματα» και «στρογγυλέματα» δεν έχουν

θέση, ότι το ΠΑΣΟΚ δεν «κόβεται και ράβεται» στα μέτρα κανενός. Είναι και θα

παραμείνει στα μέτρα των απαιτήσεων και αναγκών της χώρας και του λαού μας.

Είναι το μεγάλο, πατριωτικό, σοσιαλιστικό κίνημα, ο πολυσυλλεκτικός εκφραστής

των δυνάμεων της αλλαγής και του εκσυγχρονισμού. Ο κύριος κορμός της

δημοκρατικής παράταξης με τη μακρά ιστορία και την σημαντική προσφορά στην

Ελλάδα.

Ένα βασανιστικό τριπλό ερώτημα, που χρειάζεται να απαντήσει το Συνέδριο, είναι

στα χείλη μελών και οπαδών μας:

«Τι το νέο θα φέρουμε στην πολιτική μας πρόταση και πράξη, ώστε το κυβερνητικό

έργο να έχει απόδοση και αποδοχή στην κοινωνία; Πώς διασφαλίζουμε μια στέρεη

πολιτική ενότητα, που θα απαλλάξει το ΠΑΣΟΚ από εσωκομματικές τριβές και

αγκυλώσεις; Πώς θα ανανεώσουμε τις βαθιές κοινωνικές μας ρίζες;» Θα επιχειρήσω

τη δική μου προσέγγιση στην απάντηση:

Οι στόχοι μας για την ισχυρή Ελλάδα, ασφαλή και ενεργή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι

και στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, είναι ξεκάθαροι και κοινά αποδεκτοί. Η

πολιτική μας πρόταση για τη συλλογική ευημερία, με βάση το εκσυγχρονιστικό

εγχείρημα, είναι μια δικαιωμένη και επικυρωμένη επιλογή. Σταθερή μας επιδίωξη,

η ανάπτυξη και η κοινωνική σύγκλιση.

Ο κόσμος όμως αλλάζει, τα δεδομένα μεταβάλλονται. Γι’ αυτό κάθε φορά

επιζητούμε σύγχρονα εργαλεία πολιτικής, ώστε υπηρετώντας τις ίδιες αξίες να

προσεγγίζουμε τους στόχους. Δεν είμαστε ποτέ δογματικοί. Είπαμε νωρίς όχι στη

«μαρμαρωμένη» Αριστερά. Το ίδιο όχι λέμε στο «ψυχρό» μάρμαρο του

εκσυγχρονισμού, τη φιλελεύθερη δηλαδή εκδοχή του, που αναιρεί στην πράξη την

πολιτική για μας ηθική της κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής. Μπήκαμε στην

ΟΝΕ με πολύν κόπο, θυσίες και προσπάθεια. Χαράξαμε τον δρόμο και υφάναμε τον

καμβά της οικονομικής πολιτικής από το ’94. Γι’ αυτό δεν έχουν νόημα

διαχωριστικές γραμμές στις εποχές του ΠΑΣΟΚ. Στη ζώνη του ευρώ επιβάλλεται να

διατηρούμε συνθήκες σταθερότητας της οικονομίας, να επιτύχουμε υψηλούς ρυθμούς

ανάπτυξης. Αλλιώς δεν θα σταθούμε, δεν θα συγκλίνουμε σε βιοτικό επίπεδο, δεν

θα μειώσουμε την ανεργία και τις κοινωνικές ανισότητες. Είναι αλήθειες που δεν

μπορεί να αγνοηθούν.

Εκείνο που συζητούμε και αναζητούμε σήμερα είναι το περιεχόμενο και το εύρος

στις διαρθρωτικές αλλαγές, η νέα κοινωνική διάσταση στις μεταρρυθμίσεις, ώστε

να συνδυάσουμε την ανάπτυξη με την ανταγωνιστικότητα, τη συλλογική ευημερία με

την κοινωνική δικαιοσύνη.

Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να περιοριστούν οι διαρθρωτικές αλλαγές στην

απελευθέρωση των αγορών, τις ιδιωτικοποιήσεις, που προχωρούν ούτως ή άλλως.

Ούτε να εξαντλούνται οι μεταρρυθμίσεις στους νόμους. «Νομοκρατία» χαρακτηρίζει

σήμερα τον δημόσιο βίο. Αυτά δεν αρκούν.

Στον χώρο της αγοράς επιβάλλεται η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, των

δικτυώσεων, των συμμαχιών, η ενσωμάτωση της γνώσης και της τεχνολογίας σ’ όλο

το παραγωγικό σύστημα. Είναι ανάγκη να ξαναδούμε γι’ αυτό τα επενδυτικά

κίνητρα, να επισπεύσουμε τη φορολογική μεταρρύθμιση.

Στον δημόσιο τομέα πρέπει να δώσουμε έμφαση στα επιχειρησιακά προγράμματα με

συνδυασμένες δράσεις. Αυτά θα δώσουν, με μετρήσιμους δείκτες, καλύτερο

σχολείο, νοσοκομείο, δημόσια υπηρεσία, κάτι που ενδιαφέρει σε τελευταία

ανάλυση τον πολίτη.

Χρειάζεται προπάντων να δώσουμε νέες εγγυήσεις «κοινωνικής ασφάλειας» στους

πολίτες. Με σύγχρονο κοινωνικό κράτος και νέους μηχανισμούς αναδιανομής.

Κοινωνικό κράτος που προστατεύει αλλά και δρα προληπτικά για τη μείωση

ανισοτήτων.

Επιζητούμε, τέλος, ένα πιο ανοιχτό μοντέλο διακυβέρνησης, αποτελεσματικό, με

ελκυστικό πρόσωπο εξουσίας στους πολίτες. Που επιτρέπει βαθύτερο κοινωνικό

έλεγχο της πολιτικής δραστηριότητας και θωρακίζει την πολιτική λειτουργία από

νέες απειλές.

Οι αλλαγές αυτές θα εξυπηρετήσουν το «νέο κοινωνικό συμβόλαιο» που κινητοποιεί

τις κοινωνικές δυνάμεις και αποτελεί βάση για έναν προοδευτικό κοινωνικό

συνασπισμό πλειοψηφίας. Η κοινωνία συναινεί, συντρέχει, όταν νιώθει ασφάλεια

και προοπτική. Όταν η πολιτική διαδικασία τής εξασφαλίζει τη συμμετοχή και τον

έλεγχο, όταν η πολιτική πράξη εγγυάται το «κοινωνικό μέρισμα».

Από την επομένη του Συνεδρίου χρειάζεται να δώσουμε τα περιθώρια στην πολιτική

μας, να ασκηθεί αποτελεσματικά στο πεδίο της κοινωνικής καθημερινότητας. Εκεί

όπου η υπόσχεση, η εξαγγελία, δοκιμάζεται σκληρά και «μετράει» μόνο εφόσον

γίνεται πράξη. Εκεί όπου το γενικό συγκρίνεται με το συγκεκριμένο, το

χειροπιαστό. Στο πεδίο αυτό γίνονται ορατές και διακριτές οι διαφορές μας από

τον πολιτικό μας αντίπαλο, τη συντηρητική παράταξη, που εμφανίζεται με

προσωπείο στον λαό για να συσκοτίζει τα πράγματα. Στο ίδιο πεδίο θα

αναδειχθούν και οι όποιες «συγκλίσεις» με τον χώρο της ευρύτερης

Κεντροαριστεράς. Ο κοινωνικός και πολιτικός διάλογος πρέπει να διατρέξει όλη

την πολιτική μας δραστηριότητα. Να κινηθούμε με πρωτοβουλίες χωρίς σύνδρομα

«αυτάρκειας», φοβικότητας και διστακτικότητας.

Στο Συνέδριο έχουμε μοναδική ευκαιρία να αλλάξουμε σελίδα. Να πάρουμε

αποφάσεις που θα αποτελέσουν «κώδικα τιμής» για όλους μας και θα είναι και

εχέγγυα τήρησης του «συμβολαίου τιμής» με τον λαό μας. Συσπειρωμένοι γύρω από

τον Πρόεδρο και Πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη. Ο ίδιος, εντολοδόχος του λαού και

αναβαπτισμένος στο Συνέδριο, είμαι βέβαιος ότι μπορεί να εγγυηθεί την ανοδική

πορεία της χώρας και τη νικηφόρα πορεία του ΠΑΣΟΚ. Είναι η ιστορική του ευθύνη

απέναντι στον λαό και στην παράταξη.

Ο Κώστας Γείτονας είναι α’ αντιπρόεδρος της Βουλής, βουλευτής ΠΑΣΟΚ Β’ Αθήνας.