Δεν νομίζω ότι υπάρχει έστω και ένας πολίτης αυτής της χώρας που να μην

διαπιστώνει τη βαθιά κρίση που μαστίζει το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Η απορία

είναι γιατί αυτή η γενικευμένη αντίδραση από τα συνδικάτα των κυρίως

εμπλεκομένων σ’ αυτό (γιατρών και λοιπών εργαζομένων) κάθε φορά που

επιχειρείται η μεταρρύθμισή του. Η απάντηση είναι απλή. Θέλοντας να

συντηρήσουν τα κεκτημένα ­ μονιμότητα και εύκολο, παράνομο ή όχι κέρδος οι

γιατροί, δικαίωμα στην αδιαφορία και στο κοινώς λεγόμενο «λούφα και παραλλαγή»

οι υπόλοιποι ­ έχουν αναγορεύσει εαυτούς σε ένθερμους υποστηρικτές της

ακινησίας. Τρομοκρατούνται κάθε φορά που γίνεται προσπάθεια να εισαχθούν,

στοιχειωδώς έστω, κανόνες ανταγωνισμού. Όπου οι καλύτεροι και οι

αποδοτικότεροι θα αμείβονται και θα εξελίσσονται ανάλογα. Και οι πολίτες;

Αυτοί παρακολουθούν με αγωνία μήπως επιτέλους και κάποιος υπουργός τολμήσει να

ξεκινήσει την πολυπόθητη μεταρρύθμιση αντέχοντας μέχρι τέλους τις πανταχόθεν

πιέσεις. Σήμερα δε που φαίνεται ­ και ελπίζουμε να μην διαψευστούμε για μία

ακόμη φορά ­ πως επιτέλους κάποιος αποφάσισε να σηκώσει αυτό το βάρος,

γινόμαστε μάρτυρες της γνωστής συνήθειας να αναγορεύουμε την υποκρισία σε

κύριο χαρακτηριστικό του λεγόμενου κοινωνικού διαλόγου. Αίολα επιχειρήματα

χρησιμοποιούνται και ανακρίβειες επιστρατεύονται στη λογική λέγε – λέγε στο

τέλος κάτι θα μείνει. Για να υπονομευθεί για ακόμη μία φορά η προσπάθεια της

μεταρρύθμισης. Για να μπορούν στη συνέχεια οι ίδιοι, καταγγέλλοντας, να

καλύπτουν τις δικές τους ευθύνες. Ονομάζουν, για παράδειγμα, ιδιωτικοποίηση

την προσπάθεια για αποτελεσματική διοίκηση, για το σταμάτημα της σπατάλης, για

να μπορούν επιτέλους οι άρρωστοι να νοσηλεύονται σε συνθήκες όπου δεν θα

προσβάλλεται η αξιοπρέπειά τους. Το ότι ζούμε σε μια χώρα που έχουμε ένα

σύστημα με τις υψηλότερες ιδιωτικές δαπάνες σε όλη την Ε.Ε. δεν ενοχλεί

καθόλου τους «αριστερούς» επικριτές της μεταρρύθμισης. Πολεμούν με μανία τη

συνεχή αξιολόγηση που θα επιτρέψει να υπηρετούν το σύστημα οι ικανοί, για να

μπορούν να απολαμβάνουν ανέξοδα και χωρίς κόπο τα προνόμια της μονιμότητας οι

ίδιοι.

Και οι πανεπιστημιακοί; Άλλη απίστευτη υποκρισία! Διαβάσαμε όλο αυτό το

διάστημα δακρύβρεχτα ή/και ειρωνικά άρθρα από αξιοσέβαστους καθηγητές όπου,

λέει, η μεταρρύθμιση απειλεί το ακαδημαϊκό τους έργο. Αντί να τους απασχολήσει

το γεγονός ότι οι ιατρικές σχολές σχεδόν κατ’ ευφημισμόν, ονομάζονται

Ακαδημαϊκά Ιδρύματα, επιτίθενται στη μεταρρύθμιση γιατί βεβαίως ο καυγάς

γίνεται για το πάπλωμα. Κι ας μη βιαστούν να αναμασήσουν τα κοινότοπα

δημαγωγικά ότι τάχα οι γιατροί του ΕΣΥ κυριαρχούνται από αισθήματα

κατωτερότητας και εχθρότητας απέναντι στους συναδέλφους τους πανεπιστημιακούς.

Στην ηλεκτρονική μας εποχή ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον. Ας δεχθούν να δώσουν

στη δημοσιότητα το ερευνητικό και συγγραφικό τους έργο, να δεχθούν να

αξιολογούνται οι φοιτητές για να ελεγχθεί το εκπαιδευτικό τους έργο, να

ερευνηθεί η επιλογή και εκλογή των μελών του ΔΕΠ. Η οποιαδήποτε άρνηση

αποτελεί προφάσεις εν αμαρτίαις.

Για να εξηγηθούμε: όπως σε όλους τους τομείς δραστηριότητας της χώρας, έτσι

και στα Πανεπιστήμια ­ και ιδιαίτερα σ’ αυτά της περιφέρειας ­ όπως άλλωστε

και στο ΕΣΥ υπάρχουν γιατροί που τιμούν την ιδιότητά τους τόσο στην Ελλάδα όσο

και στο εξωτερικό. Υπάρχουν εργαζόμενοι που υπερβάλλουν εαυτούς για να

ξεπεράσουν τις δυσκολίες και να επιτελέσουν το έργο τους (π.χ. ΕΚΑΒ). Είναι η

ώρα να θεσμοθετηθούν σύγχρονοι κανόνες που θα επιτρέψουν σ’ όλους αυτούς να

απελευθερωθούν από τις υπάρχουσες αγκυλώσεις του συστήματος και να προσφέρουν

τόσο στον άρρωστο όσο και στην επιστήμη τους. Και βεβαίως, να αμειφθούν

αναλόγως.

Το υπό ψήφιση νομοσχέδιο σε πολλά σημεία του μπορεί να είναι και άτολμο.

Υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη μέχρι να μπορέσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας να

επιβιώσει στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στη χώρα μας και διεθνώς.

Κυρίως στο να μπορέσουμε να συγκλίνουμε τόσο εκπαιδευτικά όσο και οργανωτικά

με τις χώρες της Ε.Ε. Μπροστά μας έχουμε μια ευκαιρία. Ας μην την αφήσουμε να

πάει χαμένη. Ας κλείσουμε τα αυτιά στις φωνές του παρελθόντος από όπου κι αν

προέρχονται.

Ο Χρήστος Δερβένης είναι διευθυντής χειρουργός στο Νοσοκομείο Αγία Όλγα.