Η φίλη μου ήρθε, κάθησε, ήπιε μια γουλιά καφέ, άναψε τσιγάρο, μόνη της ρώτησε,

μόνη της απάντησε, μόνη της άρχισε το παραλήρημα:

Να μπω ΚΑΙ σε αυτήν τη νεύρωση;

Να μπω ΚΑΙ σε αυτήν τη νεύρωση!

Να μπω ΚΑΙ σε αυτή την πρίζα;

Να μπω ΚΑΙ σε αυτή την πρίζα!

Να μπω ΚΑΙ σε αυτό το στρες;

Να μπω ΚΑΙ σε αυτό το στρες!

Κάτσε. Κάτσε τώρα να τα βάλω κάτω. Να τα υπολογίσω. Να υπολογίσω τα ευαίσθητα

προσωπικά μου δεδομένα. Έχουμε, πες, σήμερα 16 Δεκεμβρίου, ημέρα Σάββατο.

Μέχρι 25 Δεκεμβρίου, ανήμερα Χριστούγεννα ­ κάτσε τώρα! ­ μεσολαβούν εννέα

ημέρες. Τόση προθεσμία μού δίνουν. Εννέα ημέρες. Ούτε μία παραπάνω. Ούτε ώρα.

Ούτε στιγμή.

Μέσα σε εννέα ημέρες πρέπει να γίνω μια κουκλάρα. Μια θεά. Κάτι το

απερίγραπτο. Να ομορφύνω, να κομψύνω, να αδυνατίσω. Να αποβάλω το σύνδρομο

«πασούμι με σοσόνι» για τη ζέστα. Όλες οι διαφημιστικές καταχωρήσεις ­

τηλεόραση, περιοδικά, ραδιόφωνο ­ μου βάζουν το πιστόλι στον κρόταφο. Πρέπει

να αλλάξω. Και πρέπει να αλλάξω ΤΩΡΑ. Από αυτήν τη στιγμή έως τα Χριστούγεννα

να έχω γίνει μια άλλη. Μια αγνώριστη.

«ΠΡΙΝ» και «ΜΕΤΑ».

Το έχεις δει αυτό, αγάπη μου; Το «πριν» και το «μετά»; Αυτή τη μετάλλαξη από

τσόλι σε θεογκόμενα την έχεις παρατηρήσει;

«Πριν» στη φωτογραφία είναι η υπέρβαρη. Η κυρία με το στραβοχυμένο μακιγιάζ

και τη θλίψη του θηλαστικού στο μάτι. Από το τσιτωτό παντελόνι ξεχειλίζουν

ψωμάκια, κοιλιές και κυτταρίτιδες. Ένα δύσμοιρο σουτιέν προσπαθεί να

συγκρατήσει τα ασυγκράτητα. Το σώμα ασφυκτιά, αγωνίζεται να δραπετεύσει από το

ρούχο. Να σπάσει τα δεσμά του ­ ο Σπάρτακος. Να εφορμήσει ­ η ορδή των Ούννων.

Και ελεύθερες οι τροφαντές λεκάνες και τα παχουλά λεκανοπέδια να κατακλύσουν

το σύμπαν.

Αυτά «πριν». Γιατί «μετά» η κυρία βλέπει το φως το αληθινό. Το μαγικό ραβδάκι

την ακουμπάει ελαφρά και ­ σαν σε όνειρο, σαν σε Σταχτοπούτα ­ περνάμε

αυτούσιες από το «καρότσι της λαϊκής αγοράς» στο «κορίτσι της λαϊκής

φαντασίωσης».

Καλή καρδιά να υπάρχει και τρόποι βρίσκονται. Τετραψήφια νούμερα λάμπουν, σαν

υπόσχεση, στη μικρή μας οθόνη. Τα παίρνεις, κλείνεις ραντεβού με το κέντρο

αδυνατίσματος, σε βάζουν κάτω, σε πατάνε, σε πατικώνουν, σε παστεριώνουν, σε

μεταμορφώνουν. Και καπάκι σού δίνουν και ένα εκατομμύριο δραχμές δώρο.

Την κοπέλα στη διαφήμιση την είδες; Εκτός που έγινε καρακαλλονή, τσίμπησε και

ένα αυτοκίνητο. Έσκασε από τη ζήλεια η άλλη στο κάθισμα του συνοδηγού. Φαρμάκι

έσταζε το στόμα της.

­ Μπράβο, αδυνάτισες, κούκλα και καινούργιο αμάξι;

Ανοίγει η άλλη την πόρτα αγέρωχη. Κοντινό σε πόδια δίμετρα και φούστα

γραμματόσημο:

­ Εδώ! λέει με έμφαση και δείχνει το ινστιτούτο. Εδώ και με αδυνατίσανε και με

πληρώσανε και αυτοκίνητο μου αγοράσανε και ένα δίπατο που έχουν στην Ανάβυσσο

το γράψανε στο όνομά μου. Αυτό το ινστιτούτο μού στάθηκε εμένα μάνα και

πατέρας. Ό,τι στερήθηκα στα παιδικά μου χρόνια, ως παιδί διαλυμένης

οικογένειας, εδώ το βρήκα! Μόνο αυτοί οι άνθρωποι με πόνεσαν! Αυτοί! Εδώ! Οι

ινστιτούτοι!

Το είδα και επηρεάστηκα. Να πάω, λες; Ώρες ώρες που αισθάνομαι μια μοναξιά,

ένα περιττό κιλό μες στην ψυχή μου; Να γείρω στην αγκαλιά τους; Να κλάψω στον

ώμο τους; Να βρω παρηγοριά και γαλήνη στη σάουνα; Μια ύψιστη φιλοσοφία στην

εφίδρωση;

Άσε, βαριέμαι. Θα καταφύγω σε άλλες λύσεις. Πιο απλές, χωρίς σημειολογία,

δεύτερα επίπεδα και άντε να παρκάρεις.

Φερ’ ειπείν σου φέρνουν το φαγητό στο σπίτι. Κάθεσαι ξένοιαστη, χτυπάει το

κουδούνι και μπαίνει ο κούριερ με τη μερίδα. Νόστιμα πράγματα. Ντελικατέσες,

γαρνιτούρες, φρούτα, γλυκάκια. Όποιος τρώει, ξανατρώει. Όποιος ξανατρώει,

αδυνατίζει.

Δεν το θες αυτό; Πάρε μηλόξιδο. Το είδα στην ολοσέλιδη την καταχώρηση. Πάνω το

μηλόξιδο, κάτω οι επιστολές:

«Μπράβο, με σώσατε! Ήμουνα ένα κήτος χωρίς στον ήλιο μοίρα, ο περίγελως της

κοινωνίας ήμουνα. Και μόλις το ήπια, έμεινα μισή. Το εν τρίτον έμεινα, το

τίποτα, το εντελώς αδιόρατο. Κάτι σαν σύμβολο, σαν ιδεολογία. Ευχαριστώ, κύριε

Φο τσι Λιν! Ο Θεός του Πεκίνου ­ όποιον έχετε ‘κεί χάμω ­ χίλια χρόνια να σας

δίνει! Ιζαμπέλ Πολιόν, Γενεύη, Ελβετία».

Τώρα, αν το μηλόξιδο σου φέρνει ξινίλα μπορείς να φορέσεις σκουλαρίκια. Όχι το

κλασικό, το φο μπιζού της γειτονιάς. Ειδικά σκουλαρίκια που χτυπάνε το

συγκεκριμένο νεύρο, που χτυπάει τον συγκεκριμένο γοφό και στον συρρικνώνει.

Τώρα, αν δεν σου κάτσει το λάδι, το ξίδι, το σκουλαρίκι, έχουν βγει και

ειδικοί πάτοι. Βάζεις τον πάτο στο παπούτσι, περπατάς και αδυνατίζεις. Πώς

αδυνατίζεις, γιατί αδυνατίζεις, θα σας γελάσω.

Ναι, το αποφάσισα. Και στη νεύρωση θα μπω. Και στην πρίζα. Και στο στρες. Μη

με βλέπεις ΕΤΣΙ! Μη με βλέπεις ΤΩΡΑ. Ανήμερα Χριστούγεννα να με δεις. Να με

δεις και να θαυμάσεις. Επειδή το όχημα κινδυνεύει να με αφήσει μες στη μέση

της Εθνικής ­ εγώ θα το κάνω το γενικό ρεκτιφιέ. Ρεκτιφιέ στο σώμα, στη μούρη,

στην αμόλυβδη, στα νερά, στα λάδια. Παρεμπιπτόντως, κάνε έναν έλεγχο στα

λάστιχα, παλικάρι μου, 28-30!