ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ: Ανώγεια Κρήτης.

ΑΓΑΠΑ: Την οικογένειά μου, τη μουσική και τους φίλους.

ΔΙΑΒΑΖΕΙ: Προσπαθώ να «διαβάσω» αυτούς που διαβάζουν.

ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ: Μια καλύτερη κοινωνία.

ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ: Εντός και εκτός Ελλάδος, όπου υπάρχει απόδημος Ελληνισμός.

ΕΚΤΙΜΑ: Την καλή φιλία.

ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΕΙ: Τον αγνώμονα.

Με τη λύρα, προέκταση της ψυχής του, και 40 χρόνια μουσικής παράδοσης ο

Βασίλης Σκουλάς επιστρέφει με «Τ’ άγρια πουλιά», έναν δίσκο-συνάντηση του

παραδοσιακού με το καινούργιο, για να αποδείξει πως η καλή μουσική δεν έχει

σύνορα. Παίζοντας λύρα άρχισε ν’ ανακαλύπτει την ομορφιά του κόσμου και τα…

γονίδια του παππού του, Μιχάλη Σκουλά. Συμβουλεύει τους νέους συνθέτες ν’

αφουγκράζονται τους παλιότερους και ανανεώνει το ραντεβού του με τους λάτρεις

της κρητικής μουσικής, στην «Ντελίνα», το στέκι του στα Ανώγεια.

ΕΡ.: «Τ’ άγρια πουλιά»… Ο τίτλος δεν είναι τυχαίος…

ΑΠ.: Ασφαλώς και δεν είναι.

ΕΡ.: Τι καινούριο φέρνει αυτός ο δίσκος;

ΑΠ.: Τη συνάντηση του παραδοσιακού με το καινούργιο. Μια συνάντηση που η μια

συμπληρώνει αρμονικά την άλλη.

ΕΡ.: Πώς «δένουν» τα παραδοσιακά κρητικά τραγούδια με τον πιο σύγχρονο

ελληνικό ήχο;

ΑΠ.: Είναι θέμα καθαρά του τραγουδιστή και των καταβολών που κουβαλάει.

ΕΡ.: Πού οφείλεται το γεγονός ότι οι λάτρεις της κρητικής μουσικής δεν είναι

μόνο Κρητικοί;

ΑΠ.: Η καλή μουσική δεν έχει σύνορα.

ΕΡ.: Ο έρωτας, η περηφάνια, το ασυμβίβαστο… Αναπόσπαστα συστατικά της

κρητικής μουσικής;

ΑΠ.: Και όχι μόνον αυτά.

ΕΡ.: Και τα χαρακτηριστικά του κοινού που αγκαλιάζει την κρητική μουσική;

ΑΠ.: Αυτά που αναφέραμε παραπάνω.

ΕΡ.: Σαράντα χρόνια στην υπηρεσία της μουσικής του τόπου σας είναι πολλά;

ΑΠ.: Ελάχιστα.

ΕΡ.: Όταν ακούσατε για πρώτη φορά λύρα τι αισθανθήκατε;

ΑΠ.: Πως ήταν μια προέκταση της ψυχής μου.

ΕΡ.: Κι όταν παίξατε για πρώτη φορά;

ΑΠ.: Πρωτοέπαιξα επτά χρόνων και αισθάνθηκα ότι άρχισα να ανακαλύπτω την

ομορφιά του κόσμου.

ΕΡ.: Ο εγγονός του Μιχάλη Σκουλά, του σπουδαίου λυράρη, θα μπορούσε να μην

είχε ασχοληθεί με τη μουσική;

ΑΠ.: Δεν θα μπορούσε να μην ασχοληθεί. Δεν το επιτρέπουν άλλωστε τα γονίδια.

ΕΡ.: Νιώσατε ποτέ ότι φέρετε το φορτίο μιας παράδοσης που είστε υποχρεωμένος

να υπηρετήσετε;

ΑΠ.: Όχι το φορτίο, την ευθύνη.

ΕΡ.: Δεν ξεχνάτε;

ΑΠ.: Το πρότυπό μου, που δεν είναι άλλοι από τους παλιούς.

ΕΡ.: Αγαπημένη μαντινάδα;

ΑΠ.: Στο μετερίζι τσ’ ανθρωπιάς και τση τιμής το χρέος εκειά θα στέκω ν΄απαντώ

κι ας είμαι ο τελευταίος.

ΕΡ.: Τι αντιπροσωπεύουν για σας τα παλιά ριζίτικα;

ΑΠ.: Το μεγαλείο της Κρήτης.

ΕΡ.: Και ο Νίκος Ξυλούρης;

ΑΠ.: Ένα μεγάλο πρότυπο.

ΕΡ.: Τί είναι οι ανωγειανές κοντυλιές;

ΑΠ.: Η μουσική που συνόδευε ευτυχισμένες στιγμές της καθημερινότητας.

ΕΡ.: Εδώ και χρόνια εμφανίζεστε στο δικό σας στέκι, την «Ντελίνα» στ’ Ανώγεια.

Αισθάνεστε ότι δεν σας εμπνέει άλλος τόπος για συνεχείς εμφανίσεις ή η επιλογή

σας έχει να κάνει με το κοινό;

ΑΠ.: Επιλογή, επειδή είναι ο τόπος που γεννήθηκα, χωρίς αυτό να δεσμεύει τις

εμφανίσεις μου στην Ελλάδα και όχι μόνο.

ΕΡ.: Η κρητική μουσική μπορεί ν’ αγγίξει βαθιά μόνο τους Κρητικούς;

ΑΠ.: Αφαλώς και όχι… πρόχειρο παράδειγμα ο χορός του Ζορμπά που ταξίδεψε

διεθνώς.

ΕΡ.: Καλλιτέχνες που θεωρείτε γνήσιους εκφραστές της κρητικής μουσικής σήμερα;

ΑΠ.: Τον ίδιο τον κρητικό λαό που μέσα του κουβαλάει την παράδοση. Είναι

μεγάλη ευθύνη το να είσαι Κρητικός, όπως λέει ο Καζαντζάκης.

ΕΡ.: Ποια είναι η γνώμη σας για το έντεχνο ελληνικό τραγούδι σήμερα;

ΑΠ.: Υπάρχει λίγο καλό, πολύ κακό.

ΕΡ.: Και για τους νέους συνθέτες;

ΑΠ.: Να αφουγκράζονται τους παλιότερους.

ΕΡ.: Ποιους εκτιμάτε;

ΑΠ.: Όσους καταθέτουν αλήθειες και δεν μιμούνται ξένα πρότυπα.

ΕΡ.: Μέρος που αγαπάτε… εκτός από τα Ανώγεια;

ΑΠ.: Τη φύση που δεν έχει καταστρέψει ο άνθρωπος.

ΕΡ.: Τι είναι για σας ο έρωτας;

ΑΠ.: Η πηγή της έμπνευσης.

ΕΡ.: Οι άνθρωποι σήμερα ερωτεύονται αληθινά;

ΑΠ.: Όχι, σε μεγάλο ποσοστό.

ΕΡ.: «Την τελευταία μου στιγμή θέλω να σ’ αντικρύσω, εικόνα να ‘χω όμορφη του

κόσμου που θ’ αφήσω»… Θα μου δώσετε μια συνέχεια;

ΑΠ.: Ό,τι χαρά έχει ο ναυαγός όντε θα δει ακρογιάλι, τόση χαρά θωρώ κι εγώ σαν

φύγεις να ‘ρθεις πάλι.

ΕΡ.: Πού την αφιερώνετε;

ΑΠ.: Σε όλους τους ταξιδιώτες.