Η ραστώνη του Αυγούστου κυοφορεί τις εντάσεις του φθινοπώρου.

Όταν επιστρέψουν υπουργοί και πολίτες από τις παραλίες, θα βρεθούν αντιμέτωποι

με τις τομές, αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να ξεκινήσουν σε

πολλούς τομείς.

Οι αλλαγές αυτές, αν έχουν τη φιλοδοξία να μεταρρυθμίσουν δομές και πρακτικές

αναχρονιστικές, που κατάντησαν όμως «εθιμικό δίκαιο» και «ιδεολογία», θα

συναντήσουν πολλούς εχθρούς: στρώματα και ομάδες που ευνοούνται από τις

αγκυλώσεις και την αποσύνθεση.

Η μεταρρύθμιση λ.χ. στην Υγεία, μπορεί να μη συναντά ανοιχτή αντίθεση στον

γενικό σχεδιασμό της, είναι, όμως, βέβαιο ότι στο στάδιο της εφαρμογής θα

αντιμετωπίσει την ανοιχτή ή συγκαλυμμένη υπονόμευση από τις ομάδες και τα

συμφέροντα που θίγει.

Βέβαιο, εξάλλου, θεωρείται ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις και αντιστάσεις στις

αλλαγές των εργασιακών σχέσεων, όπως και στις ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ. Οι

συνδικαλιστές του δημόσιου τομέα θα υπερασπιστούν προνόμια αλλά και αγκυλώσεις

στην αγορά εργασίας.

Το ίδιο θα συμβεί στον βαθμό που θα επιδιωχθεί ο εξορθολογισμός του

ασφαλιστικού συστήματος. Οι ομάδες που νέμονται τα ευγενή ταμεία δεν θα

παραδοθούν αμαχητί.

Δεν χωρά αμφιβολία ότι τις εντάσεις αυτές θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί η

«αντιπολίτευση του ράσου».

Η ομάδα που διοικεί την Εκκλησία και διεκδικεί απόλυτη εξουσία πάνω στην

κοινωνία (αυτό σημαίνει «εκ Θεού»), έχοντας αναπτύξει τη διαδικασία συλλογής

υπογραφών για δημοψήφισμα, θα σπεύσει να εκμεταλλευθεί την περίσταση για να

δημιουργήσει τακτικές συμμαχίες και να διαμορφώσει «μέτωπα», ψαρεύοντας στα

θολά νερά ευκαιριακούς συνοδοιπόρους.

Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι πόσο θα αντέξει η κυβέρνηση στις συνδυασμένες και

πολύμορφες πιέσεις και εντάσεις και ποιοι θα είναι οι χειρισμοί, ώστε να

προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις και οι τομές, καθώς πολλοί στην κυβέρνηση

τρομάζουν μπρος στο «πολιτικό κόστος».

Είναι προφανές πως αν δεν δρομολογηθούν τώρα οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις

ώστε να ολοκληρωθούν στα μέσα της τετραετίας, έχουν ελάχιστη πιθανότητα να

πραγματοποιηθούν προ των εκλογών, όταν το «πολιτικό κόστος» θα επηρεάζει άμεσα

την ψηφοθηρία.