Σε κατάσταση εύθραυστης ισορροπίας βρίσκονται τα διεθνή Χρηματιστήρια και η

Σοφοκλέους. Αιτία η διαφαινόμενη ταχύτερη και μεγαλύτερη άνοδος των επιτοκίων

που μελετούν οι κεντρικοί τραπεζίτες σε ΗΠΑ και Ευρώπη, για να αντιμετωπίσουν

τις πληθωριστικές πιέσεις που προκαλούνται από την άνοδο της τιμής του

πετρελαίου.

«Οι νομισματικές αρχές σε ΗΠΑ και Ευρώπη αναμένεται να αυξήσουν ταχύτερα και

σε μεγαλύτερο βαθμό τα επιτόκιά τους. Μία τέτοια εξέλιξη θα έχει επιπτώσεις

στο κόστος του χρήματος άμεσα και θα οδηγήσει σε διόρθωση τις κεφαλαιαγορές»,

τόνισε στην «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» στέλεχος της Τραπέζης της Ελλάδος, σκιαγραφώντας με

τον τρόπο αυτό τα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει η «φωτιά» που έχει

ανάψει στις τιμές του πετρελαίου. Ήδη η Κεντρική Τράπεζα είναι αποφασισμένη να

κρατήσει σταθερά τα επιτόκιά της και να φρενάρει τη μείωση των επιτοκίων, στην

οποία είχε προγραμματίσει να προχωρήσει στις αρχές Μαρτίου, ώστε να σταματήσει

τις πληθωριστικές πιέσεις. Οι κινήσεις αυτές, σε συνδυασμό με τις επιλογές των

νομισματικών αρχών σε ΗΠΑ και Ευρώπη, θα έχουν άμεσες επιπτώσεις και στο

ελληνικό Χρηματιστήριο.

«Οι εξελίξεις στο μέτωπο των τιμών περιορίζουν τα περιθώρια μείωσης των

επιτοκίων» έλεγε χαρακτηριστικά το ίδιο στέλεχος της Τραπέζης της Ελλάδος,

δίνοντας με τον τρόπο αυτό το κλίμα που θα επικρατήσει στο Συμβούλιο της

Νομισματικής Πολιτικής, το οποίο θα συνεδριάσει στις αρχές Μαρτίου για να

πάρει τις αποφάσεις για τα επιτόκια.

Αυτή όμως είναι μία από τις «φωτιές» που άναψε στην ελληνική οικονομία η

άνοδος των τιμών των υγρών καυσίμων. Από την άλλη, αν οι τιμές των καυσίμων

διατηρηθούν για αρκετό καιρό ακόμη στα υψηλά επίπεδα των 28-30 δολαρίων το

βαρέλι, όπου βρίσκονται, υπάρχει ο κίνδυνος όχι μόνο να ανακοπεί η πτωτική

πορεία του πληθωρισμού, αλλά να ενταθούν οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ελλάδα.

Το ενδεχόμενο αυτό, σε συνδυασμό με την άνοδο του πληθωρισμού σε Ευρώπη και

ΗΠΑ που θα καταστήσει πιο ακριβά τα εισαγόμενα εμπορεύματα, θα πλήξει την

ελληνική παραγωγή, η οποία ήδη πληρώνει πιο ακριβά τα καύσιμα. Η αύξηση που θα

προέλθει στο κόστος παραγωγής των ελληνικών εργοστασίων και των βιομηχανιών

στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα θα έχει ως αποτέλεσμα να ανακοπούν και οι

προβλεπόμενοι ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό θα επιδράσει αυξητικά

και στο ύψος του δημοσίου χρέους, το οποίο μετριέται ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Αρνητικές θα είναι οι συνέπειες και στο ισοζύγιο των καυσίμων, καθώς η χώρα θα

αναγκαστεί να δαπανά περισσότερα για την κάλυψη των αναγκών της σε πετρέλαιο.

Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου στη διεθνή αγορά δεν επηρεάζει την ένταξη

της χώρας στην ΟΝΕ, τονίζει σε δήλωσή του στην «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» ο πρόεδρος του

Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων κ. Γιάννης Στουρνάρας αφού, όπως

εξηγεί, οι επιπτώσεις στον ελληνικό πληθωρισμό και τον ευρωπαϊκό είναι

συμμετρικές. Η Ελλάδα θα εκπληρώσει το κριτήριο του πληθωρισμού τον

Φεβρουάριο, λέει ο κ. Στουρνάρας, ο οποίος πάντως χαρακτηρίζει «δυσάρεστη

εξέλιξη» την άνοδο της τιμής των υγρών καυσίμων και προσθέτει ότι «έστω και

παροδικά δρα ανοδικά στον πληθωρισμό, ενώ ανακόπτει τον ρυθμό αύξησης του

ΑΕΠ». Ωστόσο ο πρόεδρος του ΣΟΕ εκτιμά ότι οι επιπτώσεις αυτές θα είναι

παροδικές γιατί, όπως λέει, η τιμή του πετρελαίου δεν μπορεί να διατηρηθεί στα

παρόντα επίπεδα.

Ο πληθωρισμός

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει αλώβητη από αυτή τη

μίνι κρίση στην αγορά πετρελαίου. Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας έχουν

καταρτίσει τις προβλέψεις για την πορεία των οικονομικών μεγεθών το 2000, με

μέση τιμή πετρελαίου γύρω στα 22 δολάρια το βαρέλι. Ακόμη και αν επαληθευθούν

οι εκτιμήσεις για επαναφορά των τιμών του πετρελαίου σε χαμηλότερα επίπεδα,

σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις η μέση τιμή του πετρελαίου θα διαμορφωθεί

μεταξύ 24-25 δολαρίων το βαρέλι, δηλαδή υψηλότερα από το επίπεδο των 22

δολαρίων. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει επίπτωση στον εγχώριο πληθωρισμό.

Σύμφωνα με μία από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν τα στελέχη στο οικονομικό

επιτελείο για να κάνουν τις προβλέψεις τους, η άνοδος κατά 10 δολάρια το

βαρέλι στη μέση τιμή του αργού πετρελαίου οδηγεί σε αύξηση του εγχώριου Δείκτη

Τιμών Καταναλωτή κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό θα συνέβαινε εάν η μέση

τιμή του πετρελαίου εκτοξευόταν στα 32 δολάρια το βαρέλι. Δηλαδή στην

περίπτωση που παρέμενε για ολόκληρο το έτος στο επίπεδο αυτό. Ωστόσο τα

στελέχη στο οικονομικό επιτελείο θεωρούν ότι το πιο λογικό σενάριο είναι η

μέση τιμή του πετρελαίου να μην υπερβεί τα 25 δολάρια το βαρέλι το 2000. Στην

περίπτωση αυτή ο εγχώριος πληθωρισμός θα επιβαρυνθεί με 0,2 ποσοστιαίες

μονάδες.

Όμως αυτή θα είναι η άμεση επίπτωση στον πληθωρισμό από την αύξηση της τιμής

των υγρών καυσίμων. Υπάρχουν και οι έμμεσες επιπτώσεις. Αυτές αφορούν την

αύξηση του κόστους παραγωγής για τα εργοστάσια από την αύξηση της τιμής των

καυσίμων, η οποία σε μεσοπρόθεσμη βάση μεταφέρεται στην αγορά με αυξήσεις των

τιμών των προϊόντων που παράγουν. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αυτές οι έμμεσες

επιπτώσεις μπορούν να προσθέσουν στον πληθωρισμό μέχρι και μία ποσοστιαία

μονάδα στη διάρκεια του έτους.

Τα επιτόκια

Μετά τον πληθωρισμό το επόμενο «χτύπημα» από την άνοδο των τιμών του

πετρελαίου θα επέλθει στο μέτωπο των επιτοκίων. Παρότι τα επιτόκια θα πέσουν

ούτως ή άλλως κατά τη διάρκεια του έτους, αφού αυτό υπαγορεύεται από τις

συμβατικές υποχρεώσεις της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, εντούτοις η μείωσή τους

ενδέχεται να καθυστερήσει. Δηλαδή να ξεκινήσει αργότερα απ’ ό,τι αρχικά

προγραμματιζόταν. Τα πρώτα μηνύματα καταφτάνουν ήδη από την Τράπεζα της

Ελλάδος, η οποία πλέον αναθεωρεί τον αρχικό προγραμματισμό που προέβλεπε πτώση

των επιτοκίων στις αρχές Μαρτίου. Το Συμβούλιο Νομισματικής Πολιτικής στις

αρχές Μαρτίου θα εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τα νέα δεδομένα που

διαμορφώνονται στην οικονομία, πριν λάβει τις αποφάσεις του. Έτσι δεν

αποκλείεται σήμερα και τον Μάρτιο τα επιτόκια παρέμβασης της Κεντρικής

Τράπεζας στη διατραπεζική αγορά να παραμείνουν αμετάβλητα. Στην περίπτωση αυτή

θα υπάρξει καθυστέρηση στην πτώση των επιτοκίων, η οποία θα ξεκινήσει

αργότερα. Έτσι θα καθυστερήσει και η μείωση των επιτοκίων των εμπορικών

τραπεζών στα δάνεια και στις καταθέσεις.

Το ΑΕΠ

Οι επιπτώσεις στην εγχώρια παραγωγή αφορούν την αύξηση του κόστους που θα

προέλθει από την αύξηση του πληθωρισμού στην Ευρώπη, η οποία θα αυξήσει τις

τιμές των εισαγόμενων εμπορευμάτων, δηλαδή των μηχανημάτων αλλά και των πρώτων

υλών. Αυτή είναι η μία πηγή των ανοδικών πιέσεων στο κόστος παραγωγής στην

Ελλάδα. Στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγεί από μόνη της η αύξηση των τιμών του

πετρελαίου, η οποία έχει άμεση επίπτωση στο κόστος παραγωγής των βιομηχανιών.

Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση των επιτοκίων, στην οποία

προγραμματίζουν να προχωρήσουν οι κεντρικοί τραπεζίτες στην Ευρώπη και στην

Αμερική, για να ανακόψουν τις πληθωριστικές πιέσεις, θα έχει ως αποτέλεσμα να

φρενάρει τους ρυθμούς ανάπτυξης στις χώρες αυτές. Έτσι θα μειωθούν οι

εισαγωγές τους, στις οποίες περιλαμβάνονται και ελληνικά προϊόντα. Στην

περίπτωση αυτή θα μειωθούν οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων και θα υπάρξει

μείωση της παραγωγής τους.

Το Χρηματιστήριο

Η καθυστέρηση της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων στην ελληνική αγορά από την

Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά και η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων από τις

κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δημιουργεί ένα μάλλον απαισιόδοξο

περιβάλλον για τα διεθνή Χρηματιστήρια και τη Σοφοκλέους. Το ελληνικό

Χρηματιστήριο, το οποίο αυτή τη στιγμή πάσχει από κεφάλαια, πολύ δύσκολα θα

μπορέσει να χρηματοδοτήσει ένα ράλι χωρίς βοήθεια από το εξωτερικό. Από την

άλλη πλευρά, οι επιπτώσεις στην παραγωγή από την κούρσα ανόδου του πετρελαίου

σίγουρα θα επηρεάσουν σε μεσοπρόθεσμη βάση και την ελληνική οικονομία και

επομένως και τις επιχειρήσεις.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ

Δυσάρεστη εξέλιξη, που όμως δεν μας βγάζει από τον δρόμο της ΟΝΕ

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, κ. Γιάννης Στουρνάρας,

αναφέρει:

«Ασφαλώς η άνοδος της τιμής των καυσίμων αποτελεί μία δυσάρεστη εξέλιξη, η

οποία όμως επ’ ουδενί μας βγάζει έξω από τον δρόμο της ΟΝΕ. Η εμπειρία έχει

δείξει ότι οι επιπτώσεις είναι συμμετρικές στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες

της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θυμίζω ότι από την αρχή του 1999 το υπουργείο Εθνικής

Οικονομίας είχε προβλέψει την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, όπως επίσης ότι

η άνοδος αυτή θα έχει συμμετρικές επιπτώσεις. Η δυσάρεστη εξέλιξη έγκειται στο

ότι, έστω και παροδικά, η αύξηση της τιμής του πετρελαίου επιδρά ανοδικά στον

πληθωρισμό, ενώ ανακόπτει τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Αυξάνει το κόστος

παραγωγής των επιχειρήσεων και επιβαρύνει το ισοζύγιο των καυσίμων.

Όμως όλες οι εκτιμήσεις μας είναι ότι η τιμή του πετρελαίου δεν μπορεί να

διατηρηθεί στα παρόντα επίπεδα, παρά μόνο για πολύ μικρό χρονικό διάστημα.

Παρά το τι γενικά πιστεύει ο κόσμος, η άνοδος της τιμής του πετρελαίου έχει

σοβαρότερες επιπτώσεις στην παραγωγή παρά στον πληθωρισμό. Στον βαθμό που,

όπως πιστεύουμε, η αύξηση αυτή είναι παροδική και δεν θα διαρκέσει, έχει

σημασία να μην υπάρξουν δευτερογενείς επιπτώσεις στον πληθωρισμό».

ΑΡΤΕΜΗΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ

Το νέο περιβάλλον δεν μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστη τη Σοφοκλέους

Ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΛΦΑ Χρηματιστηριακής, κ. Αρτέμης Θεοδωρίδης,

αναφέρει:

«Η Γουώλ Στρητ έχει σημειώσει μία σημαντική πτώση από την αρχή του 2000, ενώ

το πετρέλαιο κινείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Το νέο περιβάλλον δεν μπορεί

να αφήσει ανεπηρέαστη τη Σοφοκλέους.

Δεν θα πρέπει επίσης να αγνοείται το γεγονός ότι η αμερικανική οικονομία

βρίσκεται στον δέκατο συνεχή χρόνο ανόδου, φαινόμενο το οποίο σίγουρα

συνδέεται με την ηλεκτρονική τεχνολογική επανάσταση. Για όλους αυτούς τους

λόγους στο επόμενο δωδεκάμηνο είναι πιο πιθανό να βρεθούμε αντιμέτωποι με μία

σταθεροποίηση ή ακόμη και μία μικρή ύφεση των διεθνών αγορών και έτσι η

Σοφοκλέους μπορεί να ακολουθήσει ανάλογη συμπεριφορά.

Όμως σε μία ενδεχόμενη ύφεση στη Σοφοκλέους θα δράσουν ανασταλτικά οι θετικές

επιπτώσεις από τη σχεδόν βέβαιη ένταξη στο ευρώ.

Παραμένουν συνεπώς οι θετικές προοπτικές από τα δραστικά χαμηλότερα επιτόκια,

την σαφέστατη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και το συνεχιζόμενο

αυξημένο ενδιαφέρον των Ελλήνων για μετοχικές επενδύσεις».

Η άνοδος του πετρελαίου φέρνει αναταράξεις στη Σοφοκλέους

Άσχημο κλίμα δημιουργούν στο Χρηματιστήριο οι υψηλές τιμές των υγρών καυσίμων,

οι οποίες επηρέασαν και χθες τη Σοφοκλέους. Αν και ο Γενικός Δείκτης Τιμών

έκλεισε με άνοδο 1,04%, οι συναλλαγές βούλιαξαν στα 169,8 δισεκατομμύρια

δραχμές. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών συνέδεσε χθες την

αρνητική πορεία της Σοφοκλέους κατά τις τελευταίες ημέρες με τις ανατιμήσεις

του πετρελαίου. «Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου, όπως είναι φυσικό, δεν

δημιουργεί καλό κλίμα στο ελληνικό Χρηματιστήριο και αυτό συνέβη σε όλα τα

Χρηματιστήρια του κόσμου» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαντωνίου αμέσως μετά

τη σύσκεψη του οικονομικού επιτελείου με τον Πρωθυπουργό, για την οικονομία

και το πρόγραμμα της επόμενης τετραετίας. Έτσι, όπως πρόσθεσε, δεν μπορούσε να

μην επηρεαστεί και το ελληνικό Χρηματιστήριο, το οποίο είναι φυσικό να

εισπράξει κάποια επίπτωση».

Πάντως ο κ. Παπαντωνίου αρνήθηκε ότι υπάρχουν φαινόμενα κρίσης στο

Χρηματιστήριο. Δήλωσε ότι «όλη αυτή η φιλολογία για κρίση στο Χρηματιστήριο

έχει ξεφύγει από τα όρια». Ανέφερε μάλιστα πως «είναι σαφές ότι πάμε σε

θετικότερη κατεύθυνση και ότι το κλίμα βελτιώνεται». Ο κ. Παπαντωνίου είπε ότι

«τα φαινόμενα αυτά έχουν παροδική σημασία».

Σε ερώτηση σχετικά με το ταξίδι του στο Λονδίνο και αν οι ξένοι θα κάνουν

«δώρο» στην Ελλάδα την αναβάθμιση της Σοφοκλέους στις ώριμες Χρηματιστηριακές

αγορές, ο υπουργός είπε ότι «οι ξένοι δεν κάνουν δώρα. Αυτά κατακτούνται».

Ελπίδες για πτώση των τιμών

Πτωτικά κινήθηκαν χθες οι τιμές του πετρελαίου στις

διεθνείς αγορές, λόγω των θετικών προσδοκιών για σταδιακή αύξηση της παραγωγής

από την πλευρά του ΟΠΕΚ.

Στην αγορά της Ασίας η τιμή του αργού μπρεντ παράδοσης Απριλίου σημείωνε στις

10 χθες το πρωί ώρα Ελλάδος οριακή πτώση πέντε σεντς, στα 29,41 δολάρια ανά

βαρέλι. Η ­ έστω και οριακή ­ αποκλιμάκωση των τιμών του μαύρου χρυσού

συνεχίστηκε και στην Ευρώπη, όπου η τιμή του συμβολαίου παράδοσης Απριλίου (2

μ.μ. ώρα Ελλάδος) βρισκόταν στα 26,53 δολάρια το βαρέλι, 14 σεντς χαμηλότερα

από το κλείσιμο της Πέμπτης.

Σημειώνεται ότι τη Δευτέρα η τιμή του πετρελαίου έκανε νέο ρεκόρ 9ετίας,

φθάνοντας στα 28,78 δολάρια ανά βαρέλι.

Την Πέμπτη μια σειρά από δηλώσεις αξιωματούχων χωρών-μελών του ΟΠΕΚ εκτόνωσαν

την εκρηκτική κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην αγορά, προαναγγέλλοντας

εμμέσως τη σταδιακή αύξηση της παραγωγής μετά τον Μάρτιο.