Η 19η Δεκεμβρίου εκείνης της χρονιάς ήταν ίσως η πιο κρίσιμη νύχτα για το

αθηναϊκό εμπόριο. Πυρκαγιές καταστρέφουν το Μινιόν και τον Κατράντζο

Πρίν από 15-20 χρόνια, επτά «μεγάλοι παίκτες» κρατούσαν στα χέρια τους τη

μεγαλύτερη δύναμη στο λιανικό εμπόριο και έλεγχαν τον τζίρο.

Σήμερα, από τους παραδοσιακούς σώθηκαν μόνον αυτοί που πρόλαβαν να κάνουν

αλλαγές, όπως ο Λαμπρόπουλος και ο Κλαουδάτος. Η νέα εποχή σάρωσε όμως τον

Κατράντζο, τον Δραγώνα και πρόσφατα τον Διαμαντή και το Άκρον Ίλιον Κρυστάλ,

που έκλεισαν άδοξα. Άγνωστο και αβέβαιο είναι ακόμα το μέλλον του Μινιόν, που

περνάει άλλη μία κρίση.

Στη θέση της παλαιάς φρουράς «ξεφύτρωσαν» άλλα πολυκαταστήματα, ενώ τον τζίρο,

που σήμερα φθάνει και ξεπερνάει τα 500 δισ. μοιράζονται τώρα Έλληνες και ξένοι

επιχειρηματίες, που έφεραν τη μόδα της εξειδίκευσης. Επίσης, ένα μέρος της

πίτας πήραν τα μαγαζιά από αλυσίδες που δημιουργήθηκαν με τη μέθοδο του

franchising, ενώ ένα άλλο κομμάτι απέσπασαν οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Ο

Λαμπρόπουλος και ο Κλαουδάτος εκσυγχρονίσθηκαν και εφάρμοσαν τεχνικές με

διεθνείς συνεργασίες και «shop in shop» (κατάστημα στο κατάστημα).

Η ΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ’80

Τα Χριστούγεννα του 1980 σημάδεψαν την αγορά. Η 19η Δεκεμβρίου εκείνης της

χρονιάς ήταν ίσως η πιο κρίσιμη νύχτα για το αθηναϊκό εμπόριο. Πυρκαγιές

καταστρέφουν το Μινιόν και τον Κατράντζο. Φωτιά ξεσπάει εκείνες τις ημέρες και

στον Λαμπρόπουλο, στο κατάστημα του Πειραιά. Ο Κατράντζος «έσβησε», ενώ το

Μινιόν γονάτισε από τα προβλήματα. Πάντως, όλες οι επιχειρήσεις του είδους

είχαν από πριν αρχίσει να αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Οι αλλαγές είχαν ξεκινήσει λίγο μετά το 1975. Η «χρυσή» εποχή τελείωνε. Η

εμφάνιση και η επέκταση των σούπερ μάρκετ άλλαζε όλη την αγορά. Τα σούπερ

μάρκετ άρχισαν να πουλάνε εκτός από τρόφιμα και άλλα φθηνά, ως επί το

πλείστον, είδη, κόβοντας κίνηση από τα πολυκαταστήματα. Σιγά σιγά, οι αλυσίδες

τροφίμων άρχισαν να διαθέτουν και επώνυμα είδη. Οι καταναλωτές άρχισαν να

βρίσκουν γυαλικά και ρούχα, σερβίτσια και είδη για την εξοχή, καθώς και

αθλητικά ή σχολικά και τσάντες σε φθηνές τιμές.

Εκείνη ακριβώς την περίοδο αρχίζει και αναπτύσσεται από τις ΗΠΑ προς την

Ευρώπη ο θεσμός του franchising. Η μέθοδος που επέτρεπε στις αλυσίδες να

επεκτείνονται με συνεταίρους.

Η δικαιοπάροχος εταιρεία (franchisor) έδινε το όνομα της φίρμας της στον

δικαιοδόχο. Κέρδιζε από το εφάπαξ τίμημα για την παροχή του ονόματος, από τα

ποσοστά των πωλήσεων (δικαιώματα) και από τις προμήθειες των προϊόντων.

Η ΠΛΗΘΩΡΑ

Λίγο αργότερα ήρθε και στην Ελλάδα ο θεσμός του «shop in shop» (δηλαδή

κατάστημα μέσα στο κατάστημα). Τα πολυκαταστήματα μετατρέπονταν σε εμπορικά

κέντρα, παραχωρώντας χώρους μέσα στο πολυκατάστημα σε εταιρείες και μαγαζιά,

που πωλούσαν τα δικά τους είδη. Η επιχείρηση «κέρδιζε από τα ενοίκια, μείωνε

το λειτουργικό κόστος από αμοιβές υπαλλήλων και άλλα έξοδα και διατηρούσε, αν

ήθελε, και τους δικούς της αποκλειστικά χώρους», λέει διευθυντής πολυκαταστήματος.

ΟΙ ΝΕΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ

Η Ερμού, με την πεζοδρόμηση και την προοπτική τού Μετρό, αποτέλεσε τον πρώτο

στόχο για τους «νέους παίκτες», οι οποίοι μπαίνουν στην αγορά για να

ανταγωνισθούν τα παραδοσιακά πολυκαταστήματα. Περισσότερα από 10 δισ. δρχ.

επένδυσαν μέσα στον τελευταίο χρόνο Έλληνες και ξένοι, για να «πιάσουν»

επίκαιρο πόστο στον «χρυσό δρόμο».

Ο τζίρος στο επώνυμο ρούχο υπολογίζεται ότι φθάνει τα 300 δισ. δρχ. τον χρόνο.

Άλλα 180 δισ. δρχ. υπολογίζουν οι επιχειρηματίες ότι είναι οι συνολικές

πωλήσεις στα «casual» ρούχα και τα αθλητικά. Αν υπολογισθούν και τα παιδικά,

τα υποδήματα και τα είδη για το σπίτι, εξηγείται το ενδιαφέρον των Ελλήνων και

ξένων επενδυτών.

Οι επιχειρηματίες επενδύουν, γνωρίζοντας ότι το Μετρό, με σταθμό στο Σύνταγμα

από την επάνω πλευρά του δρόμου και με δεύτερο σταθμό το Μοναστηράκι στην κάτω

πλευρά, λύνει «το πρόβλημα της πρόσβασης και δίνει νέα αξία στο εμπορικό

κέντρο», σύμφωνα με την άποψη μεγαλοεισαγωγέα ενδυμάτων.

Μεγάλο μέρος του δρόμου ελέγχεται από ξένες φίρμες και ξένα

κεφάλαια δικαιοπαρόχων (franchisor), οι οποίοι διατηρούν μέχρι και ποσοστό 52%

σε αρκετές δικαιοδόχους επιχειρήσεις.

ΟΙ ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ

Κοντά τους συνεργάζονται ή επενδύουν αυτόνομα και Έλληνες επιχειρηματίες,

ακόμα και μεγάλα ονόματα. Στον δρόμο κυριαρχεί η ισπανική επιχείρηση Zara με

δύο καταστήματα, καθώς και ο Όμιλος Μαρινόπουλου με τα Marks & Spenser στο

παλαιό ακίνητο του Διαμαντή. Λίγο παραπάνω και «σφήνα» στις φίρμες αυτές,

μπαίνει ο επιχειρηματίας κ. Φωκάς από τη Θεσσαλονίκη, που πήρε το παλιό

ακίνητο στο οποίο στεγαζόταν το Άκρον Ίλιον Κρυστάλ της Ερμού.

Στον ίδιο δρόμο, το Celio, το Artisti Italiani, το Benetton, η Άννα Ρίσκα και

άλλες φίρμες που αναπτύχθηκαν με franchising. Επίσης, στον ίδιο δρόμο και το

Prenatal, αλλά και η Αθηναία. Στη μία πλευρά στο παλιό της ακίνητο φιλοξενεί

την φίρμα Bhs και στο διπλανό ακίνητο εφαρμόζει το σύστημα «shop in shop»,

φιλοξενώντας επώνυμες ετικέτες και φίρμες του εξωτερικού.

Η ανάπτυξη της Ερμού, λέει επιχειρηματίας, είναι προάγγελος των όσων θα

συμβούν και στην Ομόνοια με την έλευση του Μετρό. «Εκεί υπολόγιζα και εγώ»,

λέει ο τελευταίος ιδιοκτήτης του Μινιόν κ. Λυσ. Ησαϊάδης. «Το Μινιόν είναι το

μεγαλύτερο κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας, με χώρους 44.000 τ.μ.».

Πράγματι, όλοι οι ενδιαφερόμενοι παρακολουθούν τις εξελίξεις στο Μινιόν.

Ανεξάρτητα όμως από αυτές, κάποιοι επιχειρηματίες έχουν ήδη «κινηθεί».

Σύμφωνα με πληροφορίες που κυκλοφορούν σε επιχειρηματικούς κύκλους, μεγάλη

αλυσίδα σούπερ μάρκετ και μία επίσης μεγάλη εταιρεία καλλυντικών έχουν δείξει

ενδιαφέρον για άλλα ακίνητα της Ομόνοιας.



Περίπου 100 χρόνια πριν, έκανε στην Αθήνα την πρώτη του εμφάνιση ένα μεγάλο

κατάστημα από αυτά που αργότερα ονομάστηκαν πολυκαταστήματα. Ήταν το Athenee.

Δημιουργός του, ο έμπορος Χρυσικόπουλος. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1901,

ανοίγει ένα μικρό κατάστημα με ανδρικά είδη: Οι Αδελφοί Λαμπρόπουλοι.

Ο Δραγώνας ήρθε ύστερα από αυτούς. Έκανε την εμφάνισή του τη δεκαετία του

1910, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο κ. Ι. Γεωργακάς φτιάχνει το

Μινιόν. Όχι το σημερινό, αλλά ένα μικρό κατάστημα που αρχικά ήταν ένα

«περιπτεράκι». Εξ ου και και το όνομα Μινιόν.

Πάντως, προς το τέλος της δεκαετίας του 1930 εμφανίζονται και τα άλλα μεγάλα

ονόματα του αθηναϊκού εμπορίου. Ο Κλαουδάτος, ο Διαμαντής, ο Κατράντζος και το

Άκρον Ίλιον Κρυστάλ. Η Αθηναία εμφανίστηκε αργότερα. Την ίδια περίπου εποχή,

το Athenee θα αλλάξει χέρια. Περνά στους Αδελφούς Τσιτσόπουλους.

Όλα αυτά τα καταστήματα δημιούργησαν το εμπορικό κέντρο της Αθήνας. Ήταν

συγκεντρωμένα στην ίδια περιοχή, με άξονα την Ομόνοια και το Σύνταγμα και τους

παραδοσιακούς εμπορικούς δρόμους, την Αιόλου και την Ερμού.

Από το 1950 και μετά, άρχισε να αναπτύσεται η αγορά. Παλιοί έμποροι, οι οποίοι

ακόμα και σήμερα δραστηριοποιούνται στην αγορά, θυμούνται με νοσταλγία αυτή

την εποχή: «Η χρυσή εποχή για τα εμπορικά καταστήματα της Αθήνας ήταν από τις

αρχές της δεκαετίας του 1970 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τότε ήταν

όλα διαφορετικά. Τα καταστήματα έκαναν επεκτάσεις μέχρι το 1980. Η πρόσβαση

στην Αθήνα ήταν εύκολη. Το κέντρο της πόλης ήταν «ζωντανό», χωρίς να επικρατεί

το χάος που έγινε καθεστώς λίγα χρόνια αργότερα. Ο καταναλωτής μπορούσε να

βρει τα πάντα».

Το ένα κατάστημα έφερνε κόσμο στο άλλο, λένε έμποροι της περιοχής. Ο

Λαμπρόπουλος ήταν στα Χαυτεία, το Μινιόν δέσποζε στην Πατησίων και την

ευρύτερη περιοχή της Ομόνοιας, ενώ ο Κατράντζος βρισκόταν λίγο πιο πάνω από

τον Λαμπρόπουλο, στη Σταδίου.

Ο Δραγώνας ήταν στην Αιόλου και πίσω του, από την πλευρά της Αθηνάς και της

Πλατείας Δημαρχείου, ήταν εγκατεστημένος ο Κλαουδάτος. Ψηλότερα, προς το

Σύνταγμα, ήταν ο Διαμαντής με ηγεμονικό ακίνητο στην αφετηρία της οδού Ερμού.



Ο «ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ μήνας για τα πολυκαταστήματα με είδη γυαλικών και οικιακής

χρήσης φαίνεται ότι είναι ο Μάιος. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί; Μάιο του 1996

«ράγισε» ο Διαμαντής και ένα χρόνο αργότερα, συνέβη το ίδιο με το Άκρον Ίλιον Κρυστάλ.

Σήμερα, οι επιχειρηματίες λένε ότι τα μεγάλα αυτά καταστήματα έκλεισαν επειδή

δεν άντεξαν τον ανταγωνισμό των μεγάλων ονομάτων του εξωτερικού και την

αφαίμαξη που τους έγινε από τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Μιλούν ακόμα για

οικογενειακές διαφωνίες, αλλά «ρίχνουν» ευθύνες και στους διοικούντες.

Η ΑΚΜΗ ΤΟΥ «ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ»

Ούτε που είχαν περάσει όλα αυτά από το μυαλό του Παναγιώτη Διαμαντή όταν

δημιουργούσε το πρώτο μαγαζί της ομώνυμης αλυσίδας το 1937. Στη δεκαετία του

1950 η επιχείρηση μεσουρανούσε, προσφέροντας ποιοτικά και φθηνά εμπορεύματα

στους καταναλωτές. Το 1957 έφθασε να γίνει και ανώνυμη εταιρεία.

Η εταιρεία γίνεται μεγάλη αλυσίδα την περίοδο που στο κουμάντο της επιχείρησης

βρίσκονται οι Μεγακλής, Νίκος και Γεώργιος Διαμαντής. Την περίοδο αυτή η

επιχείρηση αναπτύσσεται με μικρά, αλλά σταθερά βήματα και σιγά σιγά γίνεται

καθεστώς στην αθηναϊκή αγορά.

ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΟΙ ΖΗΜΙΕΣ

Οι «φουρτούνες» αρχίζουν όταν το τιμόνι της επιχείρησης αναλαμβάνει η νέα

γενιά. Η πολιτική της εταιρείας αλλάζει. Αρχίζουν οι μεγάλες επεκτάσεις.

Δημιουργούνται έξι νέα καταστήματα, δύο στον Πειραιά και από ένα στην Αγία

Παρασκευή, την Ερυθραία, τη Γλυφάδα και στην Αθήνα στην Αγίου Κωνσταντίνου.

Τα μόλις 67 εκατομμύρια κέρδη του 1991 θα γίνουν το 1992 ζημίες 234

εκατομμυρίων. Το 1993 συνεχίζονται οι ζημίες (162 εκατομμύρια) και το 1994

φθάνουν τα 850 εκατομμύρια. Στο τέλος του 1994 οι συσσωρευμένες ζημιές θα

φθάσουν σε 1,2 δισ. δρχ. όταν το κεφάλαιο της επιχείρησης ήταν 589 εκατομμύρια

δραχμές. Λίγο αργότερα, τα βραχυπρόθεσμα χρέη πλησιάζουν τα 5 δισ. δρχ. και

«πνίγουν» την επιχείρηση, που οφείλει σε Τράπεζες και σε πολλούς μικρούς και

μεγάλους προμηθευτές. Η μεγάλη αύξηση του δανεισμού θα προκαλέσει την υποθήκη

των ακινήτων.

Τον Σεπτέμβριο του 1995 σταματά και η διαπραγμάτευση της μετοχής της εταιρείας

στο Χρηματιστήριο. Οι διοικούντες θα ζητήσουν από το Εφετείο να διορίσει

επίτροπο για να μπουν νέοι συνέταιροι και να συνεχίσει η εταιρεία την πορεία

της. Αλλά το Εφετείο απορρίπτει το αίτημα. Η τελευταία πράξη θα παιχτεί, με τη

μεταφορά των προϊόντων από το κτίριο της Ερμού σε αυτό της Καλλιθέας. Το

ακίνητο περνά στην Marks & Spencer που εκπροσωπεί στην Ελλάδα ο Όμιλος

Μαρινόπουλου. Ο Διαμαντής «σβήνει».




Τον Μάιο του 1997, η Ιονική Τράπεζα κατάσχει το εμπόρευμα της επιχείρησης

για χρέη 120 εκατομμυρίων δραχμών

ΤΟΝ ΜΑΪΟ του 1997 κλείνει ο κύκλος και για το Άκρον Ίλιον Κρυστάλ. Η ιστορία

άρχισε το 1922 όταν μαζί με τους άλλους ξεριζωμένους Μικρασιάτες ήρθε στην

Ελλάδα και ο Αναστάσιος Μεϊμαρίδης, με τον αδελφό του Αντώνη και την Κατίνα Πιρπίρογλου.

Ο αδελφός τους Αντισθένης ήταν εδώ από το 1920. Η οικογένεια προσπαθεί να

επιβιώσει γυρνώντας την Αιόλου μ’ ένα καροτσάκι και πουλώντας γυαλικά. Τρία

χρόνια αργότερα, βλέποντας ότι οι Αθηναίοι αντικαθιστούν τα εμαγιέ με γυαλικά,

θα ανοίξουν το κατάστημα της οδού Αιόλου. Σύντομα θα προστεθούν άλλα δύο

καταστήματα, όλα στην οδό Αιόλου. Τα «Κρυστάλ», «Bazaar» και «Γραμμή».

Μέχρι το 1970 η επιχείρηση παραμένει ομόρρυθμος εταιρεία. Στο διάστημα αυτό τα

μέλη της αποκτούν μεγάλη ακίνητη περιουσία.

ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ

Στη διάρκεια του πολέμου αγοράζεται το ακίνητο της Σταδίου, που βρισκόταν το

παλαιό ξενοδοχείο «Κεντρικόν». Μετά τον πόλεμο ο Αντισθένης Μεϊμαρίδης ιδρύει

και στη Νέα Υόρκη ένα νέο κατάστημα το «Άκρον». Αλλά η σοβαρή ασθένεια του

αδελφού του Αναστάσιου θα τον υποχρεώσει να επιστρέψει στην Ελλάδα

εγκαταλείποντας το σχέδιο.

Αντί για αυτό η οικογένεια δημιουργεί ένα μεγάλο κατάστημα 7 ορόφων στο κτίριο

της Σταδίου 26. Όταν πέθανε ο Αντισθένης η επιχείρηση διέθετε εκτός από το

Άκρον της Σταδίου και το Ίλιον στην Ερμού, όπως και το παλαιό Κρυστάλ στην

Αιόλου. Υπήρχε επίσης το Domus στο Κολωνάκι.

Τα ηνία της επιχείρησης πέρασαν στους γιους του Αντισθένη, Γιώργο και Γιάννη

Μεϊμαρίδη. Ο τελευταίος, γνωστός ραλίστας με το παρατσούκλι «Μαύρος», θα βρει

τραγικό θάνατο σε σιρκουί της Ρόδου.

Ο κ. Γιώργος Μεϊμαρίδης έχει πολλά σχέδια, αλλά συναντά την αντίθεση της

οικογένειας. Ο εκσυγχρονισμός της επιχείρησης που οραματιζόταν απαιτούσε

κεφάλαια. Τελικά, δημιουργείται η ομόρρυθμος επιχείρηση Μεϊμαρίδης –

Πιρπίρογλου, με 4 εταίρους.

Το 1972 η εταιρεία δημιουργεί κατάστημα στη Θεσσαλονίκη και φτιάχνει και την

εταιρεία ΑΤΕΝΑ Α.Ε. με σκοπό τις εισαγωγές και το χονδρεμπόριο. Αργότερα

γίνονται και άλλα καταστήματα. Μέχρι το 1992 η εταιρεία είχε 9 καταστήματα.

Στην Ερμού, τη Σταδίου, το Ψυχικό, το Χαλάνδρι, την Ερυθραία, τη Νέα Ιωνία,

την Ανάβυσσο, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη.

ΛΑΘΗ ΧΕΙΡΙΣΜΩΝ

Τελευταίο και «πιλοτικό» κατάστημα είναι αυτό της Νέας Ερυθραίας. Γεννιέται το

1992, που η επιχείρηση περνά στον εφοπλιστή κ. Περ. Παναγόπουλο, με

(δρομολογημένα φέρι στη γραμμή της Πάτρας προς την Ιταλία). Η οικογένεια

άργησε 2 χρόνια να αποφασίσει πως η εταιρία έπρεπε να μπει στο χρηματιστήριο.

η καθυστέρηση τους υποχρέωσε στην πώληση της επιχείρησης. Ωστόσο, ο κ.

Μεϊμαρίδης διατηρεί το 29% .

Με την αλλαγή η εταιρεία δείχνει να «περπατάει» και ο πρώτος ισολογισμός για

χρήση πέραν των 12 μηνών θα δείξει πωλήσεις 4 δισ. δρχ. συνολικές υποχρεώσεις

3,2 δισ. δρχ., αλλά και ζημίες 1,9 δισ. δραχμές.

ΝΕΟΣ – ΤΡΙΤΟΣ – ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ

Αυτά τα οικονομικά προβλήματα θα κουράσουν τον κ. Παναγόπουλο. Σε γενική

συνέλευση της εταιρείας θα γνωριστεί με τον Ελληνοαμερικανό επιχειρηματία κ.

Γ. Κουτσογέωργα και τον Νοέμβριο του 1993 θα του πουλήσει το μερίδιό του.

Εκείνο τον χρόνο η εταιρεία είχε μικρά κέρδη, 8,7 εκατομμυρίων δρχ. και

συνολικές υποχρεώσεις 2,7 δισ. δρχ. Ο νέος ιδιοκτήτης θα κάνει δύο διαδοχικές

αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, που θα μειώσουν το ποσοστό του κ. Γ. Μεϊμαρίδη

στο 15%.

Το 1993, η επιχείρηση παρουσιάζει πωλήσεις 2,6 δισ. δρχ., συνολικές

υποχρεώσεις 2,7 δισ. δρχ., αλλά η χρονιά έχει και μεγάλες ζημίες 2,4 δισ. δρχ.

Η ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ – ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Το 1995 η εταιρεία βλέπει να αυξάνονται οι υποχρεώσεις της στα 3,3 δισ. δρχ.,

ενώ οι ζημίες είναι άλλα 3,1 δισ. δρχ. Από το 1996 ο τελευταίος ιδιοκτήτης

ψάχνει για νέο αγοραστή. Αλλά δεν υπάρχει σοβαρό ενδιαφέρον και η κατάσταση

της επιχείρησης επιδεινώνεται, μέχρι τον Μάιο του 1997, οπότε η Ιονική Τράπεζα

κατάσχει το εμπόρευμα της επιχείρησης για χρέη 120 εκατομμυρίων δραχμών.

Την ίδια περίοδο, οι 220 εργαζόμενοι της επιχείρησης 3 μήνες απλήρωτοι και

χωρίς δώρο του Πάσχα έχουν ξεκινήσει επίσχεση εργασίας. Θα μείνουν τελικά στον

δρόμο παρά τις συγκινητικές τους προσπάθειες να διασώσουν την επιχείρηση,

καθώς οι περισσότεροι είναι σε μεγάλη ηλικία και η σύνταξή τους κινδυνεύει.

Μαζί τους καταρρέει και η αλυσίδα.