Η τύχη τά ‘φερε έτσι που διαβάσαμε στην Ελλάδα τελευταίο το δεύτερο μυθιστόρημα του Τζόναθαν Φράνζεν. Βέβαια, παντού περίπου έτσι έγινε. Η μεγάλη φήμη ήρθε με το τρίτο του μυθιστόρημα Διορθώσεις και η κορωνίδα με το τέταρτο Ελευθερία. Ετσι οι Κραδασμοί που εκδόθηκαν το 1992 δεν μπορεί παρά να διαβαστούν αναδρομικά –δηλαδή με την ύστερη γνώση στην τσέπη. Ωστόσο, από τις πρώτες σελίδες του φαίνεται ξεκάθαρα το μεγάλο κυοφορούμενο ταλέντο και διερωτάται κανείς γιατί το βιβλίο δεν έτυχε ανάλογης υποδοχής με τα επόμενα. Η απάντηση δόθηκε εν μέρει από τον ίδιο τον συγγραφέα στη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στην Αθήνα, όπου μεταξύ άλλων σημείωσε ότι στους Κραδασμούς είχε υπερτονίσει τη δομική αιτιολόγηση της πλοκής και έχτισε τους χαρακτήρες πάνω στα ευρύτερα κοινωνικά φαινόμενα. Στις Διορθώσεις και την Ελευθερία, αντίθετα, ξεκίνησε από τον ιδεατό «μέσο άνθρωπο», ενώ οι κοινωνικές δομές υπήρξαν απλώς συνοδευτικές –ένα είδος πλαισίου εντός του οποίου εντάσσονται οι πράξεις των πρωταγωνιστών ή, όπως θα έλεγαν οι παλιοί μαρξιστές, ένα είδος ασθενούς επικαθορισμού της ανθρώπινης συνθήκης (οι διατυπώσεις είναι δικές μου, από διάφορες διάσπαρτες δηλώσεις του).

Το αμάρτημα

του αναχρονισμού

Μπορεί εν μέρει αυτό να ισχύει αλλά φαντάζομαι ότι ο 56χρονος πλέον Φράνζεν διαπράττει εδώ το αμάρτημα του αναχρονισμού: ερμηνεύει δηλαδή το παρελθόν με τα εργαλεία του παρόντος. Και συνεπώς δεν θέλει να παραδεχτεί ότι τα προγενέστερα δύο βιβλία του ήταν απλώς υποδεέστερα. Το κυριότερο μάλιστα αμάρτημα των Κραδασμών δεν είναι ότι υστερούν σε ενδιαφέρον αλλά ότι αντίθετα έχουν πάρα πολύ από δαύτο. Πράγματι ο Φράνζεν στρίμωξε στις σελίδες του πάρα πολλή επιστήμη (εν προκειμένω σεισμολογία), πάρα πολλή κριτική του καπιταλισμού (υπό τη μορφή των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων), άφθονη και καλά επεξεργασμένη γνώση του μείζονος διακυβεύματος της εποχής (της σύγκρουσης οικονομικής ανάπτυξης και περιβάλλοντος), μπόλικη ενδιαφέρουσα προβληματική των σύγχρονων ζητημάτων της θρησκείας και των συγκρούσεών της με την επιστήμη, υπό τη μορφή κυρίως της απαγόρευσης των αμβλώσεων που διαιρούσε ανέκαθεν την αμερικανική κοινωνία) και άλλα πολλά. Ολα δε αυτά στη συσκευασία του οικολογικού θρίλερ, με ολίγον από κάμπους νόβελ, όπου οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές αντιπαλεύουν μύριες όσες αντίρροπες δυνάμεις προκειμένου να κατακτήσουν την εσαεί διαφεύγουσα ευτυχία διά της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ουφ!

Και όμως, πρέπει να το διαβάσετε, ειδικά το πρώτο μισό. Πρώτα από όλα έχουμε μια ακόμη ενδιαφέρουσα τοιχογραφία της αμερικανικής κοινωνίας του ύστερου 20ού αιώνα εστιασμένη στην Ανατολική Ακτή και μάλιστα στα περίχωρα της Βοστώνης –όπου βρίσκονται μεταξύ άλλων το Χάρβαρντ, το ΜΙΤ και άλλα προηγμένα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα. Δεύτερον, έχουμε την κεντρική θέση (σχεδόν εμμονή) του συγγραφέα ότι σε τελευταία ανάλυση η οικογένεια εξακολουθεί να αποτελεί το θεμέλιο κάθε κοινωνίας, ειδικά σε καιρούς κρίσης αξιών και θεσμών, θέση που, περαιτέρω δουλεμένη, επαναλαμβάνεται στα μεταγενέστερα βιβλία του. Τρίτον, έχουμε μια επεξεργασμένη ατζέντα των κεντρικών πολιτικών διακυβευμάτων της εποχής –διδακτικής για την καθ’ ημάς εσωστρέφεια και δυσπραγία. Τέταρτον και ίσως το κυριότερο, από μυθοπλαστική άποψη, έχουμε ένα ρέον ερωτικό στόρι όπου η τριαντάχρονη Ρενέ, καταξιωμένη σεισμολόγος, ερωτεύεται, προδίδεται και επανασυνδέεται με τον 23χρονο υποαπασχολούμενο Λούις, και μαζί του συγκρούεται με τις παραδεδεγμένες περί οικογενείας αντιλήψεις, αλλά και με τον χημικό κολοσσό που προκαλεί σειρά σεισμικών δονήσεων απορρίπτοντας τα τοξικά του απόβλητα σε βαθιές γεωτρήσεις. Ταυτόχρονα παρελαύνουν άλλες περισσότερο ή λιγότερο ενδιαφέρουσες ερωτικές ιστορίες.

Ο Λούις είναι εμφανώς ο ίδιος ο Φράνζεν την εποχή που ψαχνόταν μεταξύ σπουδών, ταξιδιών και αναζήτησης δουλειάς, όταν εργάσθηκε στο σεισμολογικό εργαστήριο του Χάρβαρντ. Είναι αποπροσανατολισμένος, μοναχικός, με πρώιμη φαλάκρα, ελαφρώς κυνικός. Είναι απομακρυσμένος από την αδελφή του, τον αριστεριστή καθηγητή Ιστορίας πατέρα του και μια ελκυστική κοσμική μάνα που η μεγάλη της αγωνία είναι πώς θα διαχειριστεί μια απρόσμενη κληρονομιά 22 εκατ. δολαρίων. Περί αυτή την κληρονομιά περιστρέφεται μεγάλο μέρος της πλοκής. Γιατί προέρχεται από τον παππού του Λούις και είναι στο σύνολό της επενδυμένη στον χημικό κολοσσό που είναι υπαίτιος για τους σεισμούς και την περιβαλλοντική ρύπανση στη Μασαχουσέτη, αλλά και για πετρελαϊκές έρευνες και για την παραγωγή του περίφημου αποφυλλωτικού Agent Orange που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στο Βιετνάμ. Το κακό, λοιπόν, στο βιβλίο συμποσούται κάπως απλοϊκά στο πρόσωπο της βιομηχανίας.

Πολλαπλότητα

απίθανων συμπτώσεων

Για να πάρει μπρος η μηχανή της αφήγησης έχουμε μια σειρά συμπτώσεων. Ο αρραβωνιαστικός της αδελφής του Λούις αποκαλύπτει ότι ο πατέρας του δουλεύει στην ίδια εταιρεία και μάλιστα είναι μπλεγμένος με το περιβαλλοντικό – σεισμικό έγκλημα. Η σύζυγος του παππού, κατά τύχην μεγαλομέτοχου της εταιρείας, σκοτώνεται στη διάρκεια της σεισμικής δόνησης. Η Ρενέ είναι σεισμολόγος και μάλιστα αποφασίζει να ασχοληθεί με την ιστορία μετά τη γνωριμία της με τον Λούις. Ταυτόχρονα ο σεισμός κατεδαφίζει ένα παλιό κτίσμα όπου διαμένουν οι πιστοί ενός θρησκευτικού δόγματος που αντιμάχεται τις αμβλώσεις και τους οποίους η ίδια η Ρενέ πολεμά όταν μένει έγκυος και αποφασίζει να μην κρατήσει το παιδί, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί, άγνωστο γιατί, να αποπλανήσει τον θρησκευτικό τους ηγέτη. Ολα αυτά τα συμπτωματικά είναι πάρα πολλά και ανεπαρκώς αιτιολογημένα. Το όλο αρχιτεκτόνημα θα είχε κλατάρει από την πολλαπλότητα των απίθανων συμπτώσεων και αλληλοεπικαλυπτόμενων αφηγηματικών γραμμών αν ο Φράνζεν δεν μπόλιαζε την αφήγηση με άφθονη γεωγραφική γνώση, με έρευνα για τον τρόπο λειτουργίας θεσμών και υπηρεσιών στις ΗΠΑ, με καλά δομημένους διαλόγους για τη σχέση επιστήμης και θρησκείας και με θαυμάσια αποτύπωση του αστικού και περιαστικού χώρου.

Σε κάθε περίπτωση, από τη μέση και μετά το βιβλίο λειτουργεί ως ένα ελάχιστα πειστικό θρίλερ, με τους κεντρικούς ήρωες να είναι τόσο ευφυείς, θαρραλέοι, καταρτισμένοι και ηθικά ξεκάθαροι που να θυμίζουν καλούς τηλεοπτικούς μπάτσους. Ετσι όμως έρχονται σε αντίφαση με τους προγενέστερους εαυτούς τους που ο Φράνζεν κουράστηκε πολύ να σκιαγραφήσει πειστικά για να τους κατεδαφίσει τρόπον τινά με έναν ολόδικό του τεχνητό σεισμό.

Για τους κακούς, τα είπαμε. Ευτυχώς κάποιοι διασώζονται στο πλαίσιο της αγίας οικογένειας και η ελπίδα καλά κρατεί ακόμη κι όταν η τιμή της μετοχής του χημικού κολοσσού καταρρέει. Οι μετοχές του ίδιου του συγγραφέα Φράνζεν θα εκτινάσσονταν έπειτα από μια δεκαετία. Εδώ απλώς μας καλεί να επενδύσουμε σ’ αυτόν.

Jonathan Franzen

Κραδασμοί

Μτφ. Γιώργος – Ικαρος Μπαμπασάκης

Εκδ. Ψυχογιός 2014,

σελ. 640

Τιμή: 18,80 ευρώ