Μικρή, λέει, ήθελε να γίνει αρχιτέκτονας ή κτηνίατρος. Τελικά οι δρόμοι της ζωής την οδήγησαν σε οίκο ανοχής. Για την πληθωρική ξανθιά ηγέτιδα των 4.500 έως 5.000 νόμιμων ιερόδουλων που διαμένουν στην Ελλάδα, η δουλειά της είναι απλώς ένα επάγγελμα όπως όλα τα άλλα. Γι’ αυτό και ζητά κανόνες και νομοθεσία που να μπορεί να εφαρμοσθεί στην πράξη και να μην εξαντλείται σε διατάξεις που απλώς οδηγεί τις εκδιδόμενες γυναίκες στην παρανομία.

Η Δήμητρα Κανελλοπούλου, που δεν αποκαλύπτει την ηλικία της – «είμαι όσο φαίνομαι» λέει συνήθως – έγινε ευρύτερα γνωστή τις παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Ο ερωτικός τουρισμός ήταν μια παράμετρος των Αγώνων, έστω και αν δεν περνούσε από τα ραντάρ της επίσημης κάλυψης. Ηταν τότε που η Κανελλοπούλου και ορισμένες συναδέλφισσές της είχαν γίνει εφιάλτης για την ηγεσία του υπουργείου Εσωτερικών: τους έπαιρναν στο κυνήγι στη Βασιλίσσης Σοφίας, ενώ την ίδια υποδοχή επιφύλαξαν και σε αρκετές ιερόδουλες που θέλησαν να έρθουν τότε στην Ελλάδα για να διεκδικήσουν το δικό τους πόστο στις πιάτσες του αγοραίου έρωτα. Εκείνη την περίοδο το «σπίτι» της προέδρου στην Αχαρνών μετατρέπεται σε «κέντρο επιχειρήσεων» για τον αγώνα που διεξάγουν οι εν Ελλάδι ιερόδουλες. Σκοπός τους να μην μοιραστούν την πίτα με τις «τουρίστριες». Στα αιτήματά τους μπαίνουν οι αυστηροί έλεγχοι όσων έρχονται από το εξωτερικό, ενώ δεν αργούν και οι απειλές για κινητοποιήσεις. «Εμείς, οι ελληνίδες ιερόδουλες έχουμε επιλέξει το επάγγελμα, το σεβόμαστε και αγαπάμε τα αγόρια», ήταν το σλόγκαν που ήθελαν να περάσουν στις πιάτσες.

ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΟΝΕΣ. Το «σπίτι» της προέδρου είναι μέχρι σήμερα σήμα κατατεθέν της περιοχής. Νεοκλασικό με βαθύ κόκκινο χρώμα στους τοίχους, βγαλμένο σαν από ταινία εποχής. Οι κουρτίνες είναι βαμμένες επίσης με βαθύ βυσσινί χρώμα, ο φωτισμός απαραίτητα χαμηλός, ενώ το κερασάκι στην τούρτα είναι μια επιδαπέδια έξοδος κινδύνου. Μια καταπακτή, δηλαδή, κατάλοιπο εποχής κατά την οποία οι ένοικοι έπρεπε να μπορούν να το σκάνε από τις εφόδους της Αστυνομίας. Ηδη από τότε η Κανελλοπούλου – που αν και δηλώνει Μεταξουργιώτισσα, λέγεται ότι κατάγεται από την Ηλεία – διαμηνούσε σε όλους τους τόνους, σε έλληνες και ξένους δημοσιογράφους που της ζητούσαν συνέντευξη για τις αντιδράσεις και τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, ότι το επάγγελμά της δεν έχει κανόνες, αν και πλασάρεται ως το αρχαιότερο του κόσμου. Η ίδια υποστηρίζει ότι «βρίσκεται υπό νομική ομηρεία από το 1999». Μιλά για γραφειοκρατία και διατάξεις που είναι αδύνατο να τηρηθούν. «Και τα κορίτσια που είναι στον δρόμο θα έπρεπε να βγάζουν άδεια, να εξετάζονται από γιατρούς και να είναι πιο προστατευμένα», είχε πει σε ανύποπτο χρόνο, για να συνεχίσει: «Οι αδήλωτες γυναίκες είναι μεγάλος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Κάποιους όμως προφανώς τους βολεύει. Διαφορετικά δεν υπάρχει λογική να διατηρούν μια τέτοια κατάσταση». Σύμφωνα με παλαιότερες εκτιμήσεις της, μάλιστα, οι παράνομες ιερόδουλες ξεπερνούν τις 9.000, ενώ έχει δηλώσει ότι στους δρόμους της Αθήνας η ηλικία των εκδιδόμενων χαμηλώνει – «εκδίδονται δεκαπεντάχρονα και δεκαεξάχρονα», έχει πει.

Μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις για τις δεκάδες ιερόδουλες που είναι μολυσμένες με τον ιό του AIDS, ένιωσε για μια ακόμη φορά Κασσάνδρα. «Το επάγγελμα πρέπει να έχει άδεια ασκήσεως και οι διαδικασίες για την έκδοση δικαιολογητικών πρέπει να απλουστευτούν. Μέχρι και πιστοποιητικό αγαμίας ζητούν από τις ιερόδουλες». Για την ιστορία, προσθέτει ότι μέχρι το 1999 δεν υπήρχαν κοπέλες χωρίς χαρτιά στα σπίτια με τα κόκκινα φανάρια. Οσο για τις υγειονομικές εξετάσεις των νόμιμων ιερόδουλων παραμένουν αυστηρές: δίνουν κάθε δύο μήνες αίμα για σύφιλη και περνούν τα ιατρικά τεστ για AIDS, ηπατίτιδα, ενώ δίνουν κολπικά υγρά κάθε δεκαπέντε μέρες. Μέχρι και πέρυσι αν η αστυνομία εντόπιζε κάποια που δεν είχε περάσει τις εξετάσεις τη συνελάμβανε. Δικαζόταν για πλημμέλημα και η ποινή ξεκινούσε από τους δύο μήνες. Πλέον η παράνομη πορνεία τιμωρείται ως πταίσμα, επιβάλλεται ένα πρόστιμο 50-150 ευρώ και το νερό κυλά ξανά στον μύλο.

ΣΕΞ, ΟΧΙ ΕΡΩΤΑΣ «Προσφέρω κοινωνικό έργο. Εξυπηρετώ τις ψυχοσωματικές ανάγκες των ανδρών και διατηρώ και εγώ με τον τρόπο μου την ελαστικότητα του κοινωνικού ιστού». Μ’ αυτόν τον τρόπο περιγράφει η Κανελλοπούλου το επάγγελμα της, για το οποίο δύο πράγματα δεν δέχεται. Το πρώτο που αρνείται κατηγορηματικά είναι η απροφύλακτη συνεύρεση. Κάτι που πολλοί από τους πελάτες της το ζητούν και με επιπλέον αμοιβή. «Εγώ ξέρω πως είμαι υγιής γιατί περνάω από γιατρούς συνεχώς. Εσύ ξέρεις αν είσαι υγιής;» είναι η ορθή κοφτή απάντηση που δίνει στον πελάτη της. Το δεύτερο είναι ότι αρνείται να δεχτεί αλλοδαπούς πελάτες. Επίσης δεν ανέχεται εκείνους που θέλουν φιλιά και αγκαλιές με την ιερόδουλη. Είναι θέμα προσωπικής φιλοσοφίας: «Εγώ κάνω σεξ και όχι έρωτα. Οταν φιλάς τον καθένα στο στόμα, είναι σαν να κάνεις σεξ χωρίς προφυλακτικό. Επιπλέον δεν μπορείς να έχεις συναίσθημα με έναν πελάτη που απλά εξυπηρετείς. Η δουλειά μου είναι να τον αφήσω ευχαριστημένο. Μέχρι εκεί».

«Ο,τι πληρώνεται είναι επάγγελμα» έχει πει πολλές φορές στο παρελθόν και φροντίζει να αποδείξει με κάθε ευκαιρία πως αγαπάει τόσο πολύ αυτό που κάνει ώστε αποφάσισε να βγει μπροστά στις κάμερες και να εκπροσωπήσει συνδικαλιστικά εκατοντάδες κοπέλες που κρύβονται.

Εχει μελετήσει πολύ καλά την πορνεία από πολλές απόψεις. Η ίδια λέει ότι δεν ντράπηκε ποτέ για το επάγγελμά της. Ωστόσο είχε περιγράψει τη ζωή της ιερόδουλης με πέντε λέξεις: «Φθορά, ρατσισμός, κρατητήριο, ταλαιπωρία, αγανάκτηση». Εχει διαβάσει τους τρόπους που οι εταίρες στην αρχαία Ελλάδα προσπαθούσαν να προσελκύσουν τους πελάτες τους αναγράφοντας στα σανδάλια τους τη λέξη «ακολούθησε» μέχρι τους τρόπους που τα καλά μπορντέλα του Παρισιού είχαν γίνει πόλος έλξης ακόμη και για την καλή κοινωνία. Ενα από τα όνειρά της ήταν να μπορεί να έχει ζωντανή μουσική στο «σπίτι» της για να κρατάει συντροφιά στους πελάτες που περιμένουν υπομονετικά στο σαλόνι ή να μπορεί να διοργανώνει bachelor party μέσα στον οίκο ανοχής. Ειδικά τώρα την εποχή της κρίσης, που η κίνηση στους οίκους ανοχής, όπως λένε οι «κοπέλες», έχει πέσει κατά 60% σε σύγκριση με 3-4 χρόνια πριν.