Παλιό Εφετείο. Αγίου Κωνσταντίνου και Σωκράτους. Στοίβες από σκουπίδια.

Κατσαρίδες. Περιττώματα. Και ανάμεσά τους 600 παράνομοι μετανάστες σε 80 δωμάτια να στοιβάζουν τα όνειρά τους, αλλά και τους εφιάλτες τους.


Δεν είναι εικόνα από κάποια τριτοκοσμική χώρα. Είναι η σκληρή πραγματικότητα μιας πόλης που προσπαθεί με κάθε δυνατό τρόπο να «μακιγιάρει» το άσχημο πρόσωπό της. Μιας πόλης η οποία το 2004 διοργάνωσε, για πολλούς, τους πιο επιτυχημένους Ολυμπιακούς Αγώνες της ιστορίας. Στην καρδιά της Αθήνας, λίγα μόλις μέτρα από την Πλατεία Ομονοίας και το Δημαρχείο όπου καθημερινά μπαινοβγαίνουν δεκάδες επίσημοι, ένα μωσαϊκό ανθρώπων- Αλγερινοί, Τυνήσιοι, Μαροκινοί, Αιγύπτιοι, Ιρανοί, Ιρακινοί, Σουδανοί- συνυπάρχουν κάτω από άθλιες συνθήκες, έχοντας βρει πρόχειρο κατάλυμα στο κτίριο του παλιού Εφετείου.

Η είσοδος στον προαύλιο χώρο γίνεται από τα σπασμένα κάγκελα της περίφραξης. Στο ισόγειο του κτιρίου οι μετανάστες έχουν φτιάξει ένα πρόχειρο καφενείο όπου πωλούν καφέ και αραβικές πίτες. Η υγιεινή είναι άγνωστη λέξη για τους ανθρώπους που ζουν σε αυτό το κτίριο, ενώ η Πολιτεία δεν έχει δείξει το παραμικρό ενδιαφέρον. Ρεύμα στο κτίριο δεν υπάρχει- φωτίζεται από κεριά και λάμπες γκαζιού-, νερό έχουν μόλις τις τελευταίες ημέρες, καθώς μόνοι τους επισκεύασαν έναν αγωγό. Στις τέσσερις τουαλέτες του κτιρίου που εξυπηρετούν τις ανάγκες των μεταναστών, τα ακάθαρτα νερά κυριολεκτικά λιμνάζουν.

«Έκανα όνειρα…»

Ο 26χρονος Ναμπίλ Μπαλούλ από την Αλγερία μένει σε ένα από τα δωμάτια του παλιού Εφετείου μαζί με πέντε ακόμα συμπατριώτες του. Στην Ελλάδα έφτασε μέσω της Τουρκίας, αφού πρώτα πλήρωσε 5.000 δολάρια σε έναν λαθρέμπορο και διέσχισε τον ποταμό Έβρο. «Είμαι τελειόφοιτος Ιταλικής και Ισπανικής Φιλολογίας, και δούλευα σε ένα σχολείο. Λόγω πολιτικών διαφωνιών όμως, έφυγα από τη χώρα. Στον δρόμο για την Ελλάδα έκανα όνειρα. Πίστευα ότι θα βρω μια

ΤΟ… ΚΑΦΕΝΕΙΟ

Στο ισόγειο οι μετανάστες έχουν φτιάξει ένα πρόχειρο καφενείο όπου πωλούν καφέ και αραβικές πίτες. Η υγιεινή είναι άγνωστη λέξη

δουλειά, θα αγοράσω ένα σπίτι και αυτοκίνητο. Έλεγα στον εαυτό μου ότι στη χώρα σας θα χτίσω μια νέα ζωή. Δεν ήταν όμως όπως νόμιζα», λέει ο Ναμπίλ και συμπληρώνει: «Δεν ήρθα εδώ για να πάρω τη δουλειά των Ελλήνων. Δεν έχω αυτό τον σκοπό. Να ζήσω με αξιοπρέπεια θέλω. Τίποτ΄ άλλο».

Αυτούς τους ανθρώπους, τους «Άθλιους» της Αθήνας, επέλεξαν το Σάββατο το βράδυ μετά τη συγκέντρωση των «Ελλήνων πολιτών για την απελευθέρωση της χώρας από τους αλλοδαπούς εισβολείς», μέλη της Χρυσής Αυγής για να επιτεθούν. Με την ανοχή των ανδρών των ΜΑΤ, τα μέλη της ακροδεξιάς οργάνωσης έφτασαν έξω από το Εφετείο τραυματίζοντας αρκετούς από αυτούς. «Ταμπουρωμένοι» οι μετανάστες με μέλη αριστερών οργανώσεων απέκρουσαν την επίθεσή τους.

«Φοβόμαστε όμως ότι θα ξανάρθουν. Φοβόμαστε πολύ», λέει ο 21χρονος Αλγερινός Ράντι. Ο φόβος του γίνεται ακόμα μεγαλύτερος, καθώς καθημερινά ακούει ότι η Αστυνομία θα εκκενώσει το κτίριο. «Πού θα πάμε; Θα γυρίζουμε στην πόλη. Τουλάχιστον εδώ είχαμε ένα μέρος να μη μας χτυπάει ο αέρας», λέει στα «ΝΕΑ».

Υγειονομική «βόμβα»

Ανεβαίνοντας τους ορόφους, η δυσοσμία γίνεται αφόρητη. Σκουπίδια βρίσκονται πεταμένα σε κάθε γωνιά του κτιρίου που αποτελεί υγειονομική «βόμβα», τόσο για τους ανθρώπους που ζουν μέσα σε αυτό όσο και για τη γύρω περιοχή. Σε μια γωνία στέκεται ο 22χρονος Γιασίμ Ντριού από το Μαρόκο και προσπαθεί να ξυριστεί χωρίς νερό με ένα ξυραφάκι που έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές. Ο Γιασίμ πέρασε πριν από έναν μήνα με μια βάρκα από την Τουρκία στη Σάμο. «Ήμασταν 33 άτομα από διάφορες χώρες μέσα στη βάρκα. Είχε καταιγίδα και μπορεί να είχαμε πνιγεί», λέει ο Γιασίμ που στο Μαρόκο δούλευε σε ένα εργοστάσιο συσκευασίας φαγητών και άφησε πίσω την οικογένειά του. Λέει πως ήταν λάθος του να έρθει στην Ελλάδα, αλλά αυτή η λύση αποτελούσε μονόδρομο. «Αν δεν βρω δουλειά και αν δεν εξασφαλίσω άδεια, θα επιστρέψω στο Μαρόκο κι ας νιώθω κυνηγημένος στη χώρα μου», σημειώνει.

«Αγόρασα χαλί για να προσεύχομαι»


ΣΤΟΝ ΠΕΜΠΤΟ ΟΡΟΦΟ ο 35χρονος Αουμάρ Μουνσαΐφ από την Τυνησία καθαρίζει το δωμάτιό του. Στο διπλανό δωμάτιο υπάρχει μια πινακίδα που γράφει: «Γραφείο Δικαστών». Ο ίδιος δεν γνωρίζει ελληνικά.

Μόλις μαθαίνει τι σημαίνει, ρίχνει ένα χαμόγελο. Στη χώρα του, που άφησε πριν από 15 μήνες, εργαζόταν ως διακοσμητής. Στη διακόσμηση βρίσκει διέξοδο και στο δωμάτιό του, όπου μένει με τέσσερις ακόμα μετανάστες. Ό,τι υπάρχει εκεί μέσα, όπως λέει – εκτός από ένα χαλί- το έχει βρει στους δρόμους, που γυρνάει καθημερινά για να μαζέψει μπουκάλια από μπίρες για να τα πάει για ανακύκλωση. «Τα 10 λεπτά από κάθε μπουκάλι είναι και το μόνο του εισόδημα. Με αυτά αγόρασα το χαλί για να προσεύχομαι στον Θεό», λέει στα «ΝΕΑ» και κλείνει την πόρτα.