Τι ακριβώς σημαίνει, πέρα από τις σχετικές με τη γραφή ερμηνείες, «γραφικό»; Το λες και χαριτωμένο, το λες και ειδυλλιακό, κυρίως όμως αυτό που αξίζει να απεικονιστεί. Να το δούμε, να μας αρέσει, να γουστάρουμε. Αλλά όσο πιο εντυπωσιακή είναι η απεικόνιση, τόσο πιο εύκολα κρύβονται η ουσία και η πραγματικότητα. Παράδειγμα: σε προηγούμενες δεκαετίες (γιατί τώρα έχουν ανατραπεί πολλά, μην πω όλα) οι ξένοι τουρίστες εκστασιάζονταν με τα γραφικά σπίτια στα κυκλαδονήσια. Κολλούσαν με την εικόνα που έβλεπαν και ουδεμία σημασία είχαν οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που «κρύβονταν» στο εσωτερικό του σπιτιού. Το πώς ζούσαν εκεί μέσα οι, επίσης γραφικοί, νησιώτες χωρίς στοιχειώδεις υποδομές.

Στο πρώτο επίπεδο, η γραφικότητα παραμένει εντός των ορίων της χαριτωμενιάς. Οταν όμως η απεικόνιση είναι υπερβολικά «δουλεμένη», ειδικά μάλιστα όταν έχει και ιδεολογικό κουκούλι, υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Διότι, ακόμη και αν δεν γίνεται εσκεμμένα, ρίχνει μεγάλες σκιές στην ουσία του θέματος και αρχίζει να συνορεύει με τον λαϊκισμό. Και στην εποχή μας η «απεικόνιση» δεν γίνεται αποκλειστικά μέσω της εικόνας. Δεν χρειάζονται χίλιες, αρκούν και μερικές δεκάδες λέξεις, για να αντικαταστήσουν μία εικόνα. Το είδα να συμβαίνει πριν από λίγες ημέρες στην περίπτωση της 16χρονης μαθήτριας που, σε σχολείο στην Κυψέλη, τραυμάτισε με μαχαίρι μια 14χρονη και οδηγήθηκε σε φυλακή ανηλίκων.

Κυκλοφόρησαν λοιπόν στο Διαδίκτυο κάποια πύρινα κείμενα που κατηγορούσαν την κοινωνία, το κράτος, το σύστημα και το αδηφάγο και «καναπεδάτο» κοινό διότι ένα παιδί πήρε τον δρόμο για ένα σωφρονιστικό ίδρυμα όπου δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα σωφρονιστεί, το πιθανότερο να «αποφοιτήσει» από εκεί με δίπλωμα στην παραβατικότητα. Το κορίτσι ήταν μόνο του στον ανακριτή, χωρίς τη μητέρα του, το είπε άλλωστε: «Δεν έχει έρθει η μαμά μου και την ψάχνω». Αυτή η φράση και μόνο, απολύτως δικαιολογημένα, αναταράσσει το συναίσθημα αφού αυτόματα συνθέτει την εικόνα ενός εγκαταλελειμμένου παιδιού, που αξίζει τη συμπόνια τη δική μας και την περίθαλψη από το κράτος. Που δεν πρέπει να τιμωρηθεί.

Κατ’ αρχάς συμφωνώ. Αυτή η ανεξέλεγκτη βία των ανηλίκων θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται κυρίως με ψυχολογική υποστήριξη, με την ανίχνευση των αιτιών που κάνουν τα παιδιά να κυκλοφορούν με μαχαίρια στις σχολικές τους τσάντες. Τα ιδρύματα σωφρονισμού των ανηλίκων να λειτουργούν ως κέντρα ενδυνάμωσης, να υπάρχουν εκεί περισσότεροι άνθρωποι σαν τον Πέτρο Δαμιανό, τον δάσκαλο του Κέντρου Κράτησης Αυλώνα. Εκεί θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να επικεντρωθούμε. Οχι στην πλήρη κατάργηση της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ θύτη και θύματος. Ναι, σε αυτές τις περιπτώσεις, όλα τα παιδιά είναι θύματα, αλλά στην πράξη έχουμε ένα κορίτσι μαχαιρωμένο και ένα άλλο που το μαχαίρωσε και το οποίο, μάλιστα, δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει. Δεν θα πρέπει αυτό το δεύτερο κορίτσι που τόσο εύκολα διοχετεύει τον θυμό του, το παράπονό του, ό,τι βασανίζει την ψυχή σε πράξεις ακραίας βίας, να καταλάβει, με όσο το δυνατόν πιο βελούδινο τρόπο, ότι οι παραβατικές συμπεριφορές έχουν συνέπειες; Δεν είναι κάπως γραφικό να θέλουμε να λυθεί ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα μένοντας επικεντρωμένοι στην απονιά της κοινωνίας;

Οι φοβεροί γονείς

Ενα άλλο θέμα που προέκυψε από αυτή την ιστορία είναι η απουσία της μητέρας όταν προσάχθηκε το κορίτσι στις δικαστικές αρχές. Μήπως φοβόταν ότι θα συλληφθεί κι αυτή για Παραμέληση Εποπτείας Ανηλίκου;

Και τι θα γινόταν αν άφηναν μεν το κορίτσι ελεύθερο αλλά συλλάμβαναν τη μητέρα; Θέλω να πω ότι αυτά τα προβλήματα είναι ιδιαίτερα περίπλοκα ώστε να θεωρούμε ότι μπορούν να λυθούν με συναισθηματικές  απλουστεύσεις.

Και, τέλος πάντων, αυτό το ότι για όλα φταίνε οι γονείς, ας το ξαναδούμε με κάποιον τρόπο. Ξέρω, ξέρουμε όλοι, πολλά παιδιά που μεγάλωσαν σε δυσλειτουργικές οικογένειες και κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Ε, δεν τράβηξαν όλα μαχαίρι.