Το 1977, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφασίζει να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές με στόχο να ενισχύσει περαιτέρω τη διαπραγματευτική ισχύ ενόψει των νέων δυσκολιών που θα εμφανίζονταν κατά τις συνομιλίες με τους Εννέα Εταίρους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παραμείνει στην εξουσία και να κινηθεί πιο αποφασιστικά τα επόμενα χρόνια.

Κατά τη διετία 1978-1979, το κυβερνητικό επιτελείο δραστηριοποιείται συστηματικά. Αρχικά, ο Μακεδόνας πολιτικός θα πραγματοποιήσει περιοδείες στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με στόχο να πείσει τους κοινοτικούς εταίρους πως οικονομικές και τεχνικές δυσκολίες θα έπρεπε να ξεπεραστούν άμεσα. Επίσης, ο τότε υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου, Γεώργιος Κοντογεώργης μαζί με τον πρόεδρο της Κεντρικής Επιτροπής Διαπραγματεύσεων και γενικό γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, Βύρωνα Θεοδωρόπουλο θα ασκήσουν πιέσεις ούτως ώστε να μην υπαναχωρήσουν οι Εννέα από τις αρχικές τους δεσμεύσεις και να βοηθήσουν στην ταχύτατη ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων.

Μετά την αποχώρηση του Παναγή Παπαληγούρα από τη θέση υπουργού Εξωτερικών για λόγους υγείας, παρατηρούνται έντονες διπλωματικές ζυμώσεις μεταξύ της ελληνικής και κοινοτικής πλευράς. Ο αντικαταστάτης του, Γεώργιος Ράλλης, θα ταξιδεύσει στην Ιρλανδία προκειμένου αφενός μεν να εξασφαλίσει μια καλύτερη θέση για την Ελλάδα στον θεσμό της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας (ΕΠΣ), αφετέρου να πείσει τους Ιρλανδούς αξιωματούχους πως η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ δεν θα μείωνε σε καμία περίπτωση τα αναγκαία για την ιρλανδική οικονομία κοινοτικά κονδύλια. Επίσης, το καλοκαίρι του 1978, θα λάβει χώρα η επίσκεψη του υφυπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας, Peter Hermes, ο οποίος συνομιλώντας με σημαντικά στελέχη της κυβέρνησης έδωσε τη διαβεβαίωση πως η δική του χώρα θα πράξει τα μέγιστα για να τηρηθούν οι προβλεπόμενες προθεσμίες.

Από τον Σεπτέμβριο του 1978 και έπειτα τα πράγματα θα γίνουν πιο δύσκολα. Οι καθυστερήσεις και η αδυναμία συνεννόησης ανάμεσα στις δύο ομάδες των Ελλήνων και κοινοτικών εμπειρογνωμόνων, θα οδηγήσουν τον τότε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Roy Jenkins να επισκεφθεί την Αθήνα. Ερχόμενος σε συνομιλία με τον Ελληνα πρωθυπουργό θα τον συμβουλεύσει να αυξηθούν οι επαφές των Ελλήνων αξιωματούχων με τους κοινοτικούς μιας και εντός της Κοινότητας υπήρχαν διαφωνίες που παρεμπόδιζαν την όποια προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας.

Ο Δεκέμβρης θα αποδειχθεί ο κρισιμότερος μήνας των διαπραγματεύσεων. Για αυτόν τον λόγο, θα παρθούν πιο αποφασιστικές πρωτοβουλίες με αποτέλεσμα να επιτευχθεί συμβιβασμός για μια σειρά λεπτών και δύσκολων προβλημάτων.

Στο πρώτο εξάμηνο του 1979 θα λυθούν και τα υπόλοιπα ζητήματα που παρέμεναν σε εκκρεμότητα χάρη στις προσωπικές παρεμβάσεις του Καραμανλή και τη διαπραγματευτική στρατηγική που ενορχήστρωσε με μεγάλη επιτυχία ο Στέφανος Σταθάτος, ως επικεφαλής της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας στην ΕΟΚ. Ακόμη, σημαντικό ρόλο θα παίξει και η δράση του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Lorenzo Natali, ο οποίος θα συμβάλει δυναμικά στο να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές. Επομένως, η συμβολή αυτών των προσώπων θα οδηγήσει στην υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ στις 28 Μαΐου 1979 στο Ζάππειο Μέγαρο.

Ο Γεώργιος Γκατζιούρας είναι ιστορικός

* Ολα τα παραπάνω αποτελούν προϊόν σύνοψης μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας