Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει διαμορφώσει και υλοποιεί μια πολυδιάστατη στρατηγική για την αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η ισχυρή πολιτική βούληση και η σαφής προτεραιοποίηση από τον Πρωθυπουργό αντιμετωπίζουν την τεχνολογία όχι απλώς ως εργαλείο εκσυγχρονισμού, αλλά ως μοχλό άμβλυνσης ανισοτήτων και παροχής ποιοτικότερων και πιο δίκαιων δημόσιων υπηρεσιών. Η προσέγγιση αυτή αποτυπώνεται τόσο στην προσπάθεια εκδημοκρατισμού της πρόσβασης σε ένα διαρκώς εξελισσόμενο κράτος όσο και στις στρατηγικές συνεργασίες που έχουν καταστήσει τη χώρα ενεργό και αξιόπιστο συνομιλητή στον ευρωπαϊκό χάρτη της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Καθώς εισερχόμαστε στο 2026, η ραγδαία διάδοση της τεχνολογίας αυτής δημιουργεί ένα νέο πεδίο προκλήσεων αλλά και σημαντικών ευκαιριών, καθιστώντας αναγκαία τη συνεχή προσαρμογή πολιτικών, θεσμών και ικανοτήτων του κράτους.

Πρώτη πρόκληση: αξιοπιστία στην πραγματική ζωή. Η AI θα κληθεί να λειτουργήσει σε περιβάλλοντα πιο χαοτικά, με ελλιπή δεδομένα, ανθρώπινα λάθη, νομικές υποχρεώσεις και πολιτικό κόστος. Το 2026 θα ξεχωρίσουμε τα συστήματα που απλώς «μιλάνε και γράφουν ωραία» από εκείνα που ανταποκρίνονται σε έλεγχο, τεκμηριώνουν λογικά τις αποφάσεις, περιορίζουν σφάλματα και ενσωματώνονται σε διαδικασίες χωρίς να τις διαλύουν.

Δεύτερη πρόκληση: κόστος και ενέργεια. Η AI έχει απτό αποτύπωμα. Υπολογιστική ισχύ, ενεργειακή κατανάλωση, ανάγκη για εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ασφάλεια, συνεχή βελτίωση. Το 2026 θα είναι η χρονιά που CFOs, υπουργεία και οργανισμοί θα ρωτήσουν το πιο χρήσιμο – και καθόλου ρητορικό –ερώτημα: «Ποια είναι η απόδοση της επένδυσης;». Η απάντηση δεν είναι γενική. Θα είναι κατά χρήση και κατά περίπτωση: πού μειώνει χρόνο, πού μειώνει σφάλματα, πού βελτιώνει υπηρεσίες, πού κάνει scaling.

Τρίτη πρόκληση: δεδομένα και κυριαρχία. Χωρίς ποιοτικά, νόμιμα, διαλειτουργικά δεδομένα, η AI είναι σαν να προσπαθείς να χτίσεις λιμάνι χωρίς θάλασσα. Το 2026 είναι προφανές ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα δεν είναι «ποιο μοντέλο χρησιμοποιείς», αλλά τι δεδομένα έχεις, πώς τα προστατεύεις, πώς τα χρησιμοποιείς. Για χώρες όπως η Ελλάδα, παρουσιάζεται στρατηγική ευκαιρία: ένα κράτος που οργανώνει σωστά δεδομένα και διαλειτουργικότητα μπορεί να δώσει καλύτερες υπηρεσίες, να μειώσει διοικητικό κόστος και να αυξήσει την εμπιστοσύνη. Η AI χωρίς εμπιστοσύνη είναι αλυσιτελής και επικίνδυνη.

Τέταρτη πρόκληση: ψηφιακή κυριαρχία σε έναν πολυπολικό τεχνολογικό κόσμο. Η Τεχνητή Νοημοσύνη εξελίσσεται σε βασικό πεδίο γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Οι ΗΠΑ κυριαρχούν σε υπολογιστική ισχύ, πλατφόρμες και μοντέλα αιχμής· η Κίνα αναπτύσσει ένα κάθετα ολοκληρωμένο οικοσύστημα με ισχυρό κρατικό έλεγχο· και η Ευρωπαϊκή Ενωση επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ καινοτομίας, αξιών και στρατηγικής αυτονομίας. Για τα κράτη-μέλη, το 2026 θα αναδειχθεί ένα κρίσιμο δίλημμα: εξάρτηση από εξωευρωπαϊκές τεχνολογικές στοίβες ή επένδυση σε ευρωπαϊκές ικανότητες, έστω και με βραδύτερο ρυθμό.

Πέμπτη πρόκληση: κρίσιμες ψηφιακές υποδομές και πολιτική ευθύνη.

Η AI δεν είναι άυλη. Βασίζεται σε υποδομές: data centers, ενεργειακά δίκτυα, καλώδια, cloud, ημιαγωγούς. Οι ψηφιακές υποδομές είναι πλέον κρίσιμες εθνικές υποδομές, ισότιμες με την ενέργεια ή τις μεταφορές. Η συγκέντρωση υπολογιστικής ισχύος σε λίγους παρόχους και γεωγραφικές περιοχές δημιουργεί στρατηγικά ρίσκα: διακοπές, εξωτερικές πιέσεις, κανονιστική εξάρτηση. Ταυτόχρονα, οι πολιτικές αποφάσεις για το πού «τρέχει» η AI αποκτούν άμεσο δημοκρατικό και γεωπολιτικό βάρος.

Η ανάγκη προστασίας και ανάπτυξης ψηφιακών υποδομών δημιουργεί μια διπλή ευκαιρία: ενίσχυση της ανθεκτικότητας και επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Επενδύσεις σε εθνικές και ευρωπαϊκές υποδομές υπολογιστικής ισχύος μπορούν να καταστήσουν χώρες όπως η Ελλάδα κόμβους αξιοπιστίας και φιλοξενίας κρίσιμων υπηρεσιών.

Το συμπέρασμα είναι απλό: το 2026 η Τεχνητή Νοημοσύνη θα κριθεί ως τεχνολογία ισχύος. Και η ισχύς θέλει κανόνες, λογοδοσία, στρατηγική. Δεν χρειαζόμαστε «περισσότερη AI». Χρειαζόμαστε καλύτερη διακυβέρνηση της AI σε κράτος, οικονομία, κοινωνία, ασφάλεια.

Η δομική ερώτηση δεν είναι αν η AI θα αλλάξει τον κόσμο. Αυτό έχει ήδη απαντηθεί. Η ερώτηση είναι αν εμείς – ως θεσμοί, ως χώρα, ως κοινωνία – θα αλλάξουμε αρκετά γρήγορα ώστε η αλλαγή να καταστεί πρόοδος και όχι αναστάτωση… Το 2026 είναι η χρονιά που το στοίχημα παύει να είναι θεωρία και γίνεται πράξη.

Ο Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι ειδικός γρ. Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού & συντονιστής Επιτροπής για την ΑΙ υπό τον Πρωθυπουργό. Ο Βασίλης Κουτσούμπας είναι σύμβουλος Ψηφιακής Πολιτικής & Εφαρμογών Τεχνητής Νοημοσύνης στο γραφείο του Πρωθυπουργού

Ο Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι ειδικός γρ. Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού & συντονιστής Επιτροπής για την ΑΙ υπό τον Πρωθυπουργό. Ο Βασίλης Κουτσούμπας είναι σύμβουλος Ψηφιακής Πολιτικής & Εφαρμογών Τεχνητής Νοημοσύνης στο γραφείο του Πρωθυπουργού

Vidcast: Baskettalk