Ο γκουρού των νεοσυντηρητικών, ο Ιρβινγκ Κρίστολ, είχε γράψει κάποτε ότι «στην εξωτερική πολιτική, ο νεοσυντηρητισμός πιστεύει πως η αμερικανική δημοκρατία δύσκολα θα επιβιώσει για καιρό σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από γενικευμένη εχθρότητα προς τις αμερικανικές αξίες». Επρεπε λοιπόν να χρησιμοποιηθούν η στρατιωτική ισχύς και η διπλωματία για να πειστούν και άλλες χώρες να μοιραστούν αυτές τις αξίες. Η αρχή αυτή σημάδεψε την αμερικανική εξωτερική πολιτική μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Και το ότι απέτυχε, όπως δείχνουν αυτά που συνέβησαν στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, δεν εμποδίζει τον σημερινό πρόεδρο και το MAGA να εξακολουθούν να την εφαρμόζουν, δίνοντας απλώς έναν ριζικά διαφορετικό ορισμό στις αμερικανικές αξίες.

Η δημοκρατία σήμερα δεν είναι το ζητούμενο, όπως τότε. Είναι το εμπόδιο. Οι νεο-νεοσυντηρητικοί, γράφει ο Ανταμ Σέργουερ στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Atlantic, πιστεύουν ότι αν η Αμερική δεν υποστηρίξει τον ακροδεξιό εθνικισμό απέναντι στις δυνάμεις της πολυφυλετικής δημοκρατίας, ο εθνικισμός αυτός δεν θα είναι ασφαλής στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η απειλή προέρχεται τόσο από το εξωτερικό, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ευρώπη, όσο και από το εσωτερικό. Και για την εξουδετέρωσή της επιστρατεύονται από τη μια πλευρά θεωρίες όπως η πρόσφατη Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας κι από την άλλη μέτρα όπως οι μαζικές απελάσεις, οι επιθέσεις στο δίκαιον του εδάφους και η επιλεκτική εφαρμογή των νόμων κατά των διακρίσεων.

Οι παλιοί νεοσυντηρητικοί ήταν χωρισμένοι σε δύο κατηγορίες. Υπήρχαν αυτοί που υποστήριζαν τις ξένες επεμβάσεις στο όνομα της υπεροχής της Δύσης έναντι του πρωτόγονου «ισλαμοφασισμού» κι εκείνοι που πίστευαν πραγματικά, έστω και με τον δικό τους τρόπο, στις αρχές της δημοκρατίας. Οι πρώτοι κατέληξαν στον Τραμπ. Οι δεύτεροι, αντιθέτως, θα μπορούσαν να εμπνεύσουν σήμερα τους αντιπάλους του Τραμπ.

Ανθρωποι όπως ο Κρίστολ, η Τζιν Κερκπάτρικ, ο Νέιθαν Γκλέιζερ και ο Ντάνιελ Πάτρικ Μοϊνίχαν – γράφει ο Ντέιβιντ Μπρουκς στο ίδιο τεύχος του Atlantic – επικέντρωσαν την προσοχή τους στις αιματηρές διασταυρώσεις της ηθικής με την πολιτική. Εβλεπαν την πολιτική μέσα από το πρίσμα όχι μόνο των δημοσκοπήσεων και των δεδομένων της κοινωνικής επιστήμης, αλλά και της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, της ψυχολογίας, της θεολογίας. Δεν αναρωτιόντουσαν μόνο «πώς μπορούμε να κερδίσουμε τις επόμενες εκλογές», αλλά και «πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν πολιτισμό για τον οποίο να είμαστε υπερήφανοι». Το ηθικό και πνευματικό νόημα των πολιτικών τους κειμένων θα μπορούσε να λειτουργήσει ως τονωτικό για μια κοινωνία σε ηθική και πνευματική κρίση.

Οι νεοσυντηρητικοί ήταν στην πλειοψηφία τους παιδιά μεταναστών που μεγάλωσαν σε περιοχές όπως το Μπρούκλιν, υπενθυμίζει ο αρθρογράφος. Είδαν τις οικογένειές τους να βγαίνουν από τη φτώχεια υιοθετώντας τις βασικές αστικές αξίες: σκληρή δουλειά, αποταμίευση, αυτάρκεια, αυτοπειθαρχία, σεβασμός στην παράδοση, έμφαση στην εκπαίδευση. Κι από τα γεγονότα των δεκαετιών του ’60 και του ’70 διδάχθηκαν δύο μαθήματα.

Το ένα ήταν πως η κοινωνία είναι πολύ πιο σύνθετη απ’ ό,τι μοιάζει και πως πολλές προσπάθειες αναμόρφωσής της είτε δεν έχουν αποτέλεσμα είτε οδηγούν σε χειρότερες καταστάσεις. Οπως είχε πει κάποτε ο Κρίστολ, «νεοσυντηρητικός είναι ένας φιλελεύθερος που τον λήστεψε η πραγματικότητα».

Το δεύτερο μάθημα ήταν ότι δεν μπορείς να διαχωρίσεις την άσκηση πολιτικής από τον ηθικό χαρακτήρα. «Οταν προσπαθείς να φέρεις κοινωνική αλλαγή», έγραψε το 1985 ο πολιτικός επιστήμονας Τζέιμς Ουίλσον, «το ουσιαστικό πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσεις ότι, σε κάθε πεδίο, ενθαρρύνεις τους ανθρώπους να λειτουργήσουν με ενάρετο τρόπο, είτε είναι μαθητές είτε ψηφοφόροι ή δημόσιοι υπάλληλοι». Οταν οι νεοσυντηρητικοί μιλούσαν για ηθική, δεν εννοούσαν τις έννοιες που μελέτησαν ο Θωμάς Ακινάτης ή ο Ιμάνουελ Καντ, αλλά τα βασικά: η συγκεκριμένη πολιτική ενθαρρύνει τους ανθρώπους να εργάζονται σκληρά, να είναι καλοί γονείς και γείτονες, να αναγνωρίζουν όχι μόνο τα δικαιώματά τους, αλλά και τις ευθύνες τους;

Το σημείο αναφοράς τους δεν ήταν ο Εντμουντ Μπερκ ή ο Ανταμ Σμιθ, αλλά ο Αλεξίς ντε Τοκβίλ, για τον οποίο η κοινωνία είναι ένας ενιαίος πολιτισμός όπου δεν μπορεί να διαχωριστούν η πολιτική από τον πολιτισμό, η οικονομία από την ηθική, η δημοκρατία από την πνευματικότητα.