Από την καλή
Δεν θεωρεί ότι αδικείται στην «Ιθάκη». Δεν είναι εκνευρισμένος ή θυμωμένος. Και γιατί να είναι; Δεν υπάρχουν πολλοί μαρξιστές οικονομολόγοι που να έχουν κερδίσει την αποδοχή της χριστιανοδημοκράτισσας Mutti της Γερμανίας κι ο συγγραφέας το επιβεβαιώνει με τη διήγησή του – γράφοντας πως θυμάται τη Μέρκελ να του λέει «τελικά, είχα πολύ άδικο για τον Τσακαλώτο, στάθηκε πολύ καλά, ενώ στην πρώτη συνάντηση είπα «τι είναι τούτος που μας έφερε ο Τσίπρας»».
Ως τσάρος της Οικονομίας κι επικεφαλής της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στα χρόνια του μεγάλου ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να λείπει από τις σελίδες των τσιπρικών απομνημονευμάτων. Η έκπληξη ήταν η κατά κύριο λόγο θετική περιγραφή του. Γιατί πολλοί αριστεροί ιστοριοδίφες θυμούνται από τις διακυμάνσεις της σχέσης των δύο ανδρών τις χειρότερες φάσεις. Οπως τότε που διαρροές απ’ το ΥΠΟΙΚ ήθελαν το Μαξίμου να αφήνει ακάλυπτο τον ηγέτη των 53 στη συντροφική κριτική. Ή τότε που πηγές της κυβερνητικής έδρας τον κατηγορούσαν ότι εκτιμά λάθος τις συνθήκες σε συνομιλίες με την τρόικα.
Ο ίδιος, πάντως, φρόντιζε να διατυμπανίζει με κάθε τρόπο (κι όχι μόνο με το κόκκινο σακίδιο) την αριστεροσύνη του. Ταυτόχρονα, βέβαια, τα πήγαινε καλά με ευρωπαίους αξιωματούχους οι οποίοι βοηθούσαν την Αθήνα. Ετσι, εκ των υστέρων του αναγνωρίστηκε ότι έκανε τη βαριά δουλειά του μνημονιακού υπουργού Οικονομικών, εφαρμόζοντας τα μέτρα λιτότητας που «πυροβολούσαν» συνάδελφοί του στην κυβέρνηση. Αλλά ομολογήθηκε κι η προσπάθειά του να τα αμπαλάρει με φιλολαϊκό περιτύλιγμα – όταν ανέλυε την «ταξική μεροληψία» τους υπέρ των ασθενέστερων.
Η «αστική αυτοπεποίθησή» του τού επέτρεπε από παλιά να μη νιώθει δέος απέναντι στο επικοινωνιακό ταλέντο, ή τη «χαρισματική λαϊκότητα» του Τσίπρα. Θαυμαστές του επιμένουν ότι πιστεύει ειλικρινά στην αξία των πολιτικών διαφοροποιήσεων κι ασκεί κριτική επειδή είναι πεπεισμένος πως ο καθένας πρέπει να τη δέχεται ως χρήσιμη. Οσοι μπορούν να ξεπεράσουν και τα γλωσσικά του λάθη (σαν χαριτωμένες παραδρομές ενός μυαλού που έχει μάθει να σκέφτεται στα αγγλικά) σημειώνουν ότι το χιούμορ του είναι βρετανικό – και τρέφεται από τη μεγάλη του βιβλιογραφία.
και από την ανάποδη
Για τους από τα δεξιά επικριτές του, πάλι, ούτε η πνευματική του συγκρότηση, ούτε πολύ περισσότερο η εμπειρία που απέκτησε σε σκληρές πραγματικές συνθήκες διακυβέρνησης τον απάλλαξαν από τη δογματική εμμονή του στην ιδεολογική καθαρότητα. Σε έναν κόσμο τόσο περίπλοκο όσο ο σημερινός, συνεχίζει να ομνύει στο μάλλον απλουστευτικό δίπολο Αριστερά – Δεξιά (μόλις αυτή την εβδομάδα αποφάνθηκε πως «δεν θα βγει» ένα πιο κεντρώο κόμμα στον πρώην αρχηγό του).
Συριζαίοι εχθροί του τού έχουν φορτώσει και την ευθύνη της απομάκρυνσης της μεσαίας τάξης από την Κουμουνδούρου.
Στη δεύτερη φορά τους στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πολλοί απ’ το προεδρικό περιβάλλον του χρέωσαν μερικές από τις εξάρσεις εσωστρέφειας, καθώς και διαρκή υπονόμευση του προεδρικού τοτέμ. Χαρακτήριζε ο τελευταίος τον Μητσοτάκη «πολιτικό απατεώνα», έβγαινε αυτός και παρατηρούσε πως «πρέπει να είμαστε εξαιρετικά φειδωλοί όταν αποκαλούμε τους αντιπάλους μας απατεώνες» γιατί «όλοι οι αντίπαλοί μας δεν είναι, και δεν θα μπορούσαν να είναι, απατεώνες, αυτή η τακτική υποτιμά τον αντίπαλο». Υπεράνω μομφή μεν, βαριά δε. Παλιοί του σύντροφοι τον έβρισκαν κι αρκετά υπερόπτη. Εξαιτίας του οξφορδιανού του παρελθόντος τον αντιμετώπιζαν σαν εκπρόσωπο της επάρατης ελίτ.
Στην κόντρα που δονεί την Πατησίων, ανάμεσα σ΄αυτούς που θέλουν συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν αποκλείουν τον Τσίπρα από την «πληθυντική Αριστερά» και τους άλλους, που προτιμούν να πορευτούν με το ΜεΡΑ25, δεν έχει πάρει δημόσια μέρος. Σημειώνει μόνο πως δεν βλέπει τον εαυτό του σε ένα τσιπρικό σχήμα – αυτοσυστηνόμενος ως πολέμιος των προσωποπαγών κομμάτων. Ωστόσο, είναι γνωστό στους παροικούντες τη Νέα Αριστερά πως δεν θα συμμαχούσε με τον προκάτοχό του στην οδό Νίκης.
Τη βραδιά που έβαλε γραβάτα ο ιδρυτής του ΣΥΡΙΖΑ, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν πήγε στο Ζάππειο. «Αβυσσος η ψυχή των ανθρώπων» σχολίασε επτάμιση χρόνια αργότερα ο πρώτος. Κι όμως, δεν υπάρχει τίποτα ανεξήγητο σε εκείνη την απουσία. Ο εγωισμός του πιστού στον μαρξισμό που αναγκάζεται να συμβιβαστεί με τον καπιταλισμό είναι τόσο ανυπόφορος όσο αυτός του χριστιανού σε σχέση με την ψυχή του.







