Προσπαθείς να κάνεις εικόνα τη σκηνή, να αισθανθείς την αγωνία του θύματος, να νιώσεις τον πόνο, να φανταστείς τα τελευταία δευτερόλεπτα πριν χάσει τις αισθήσεις του. Ενας νέος άνθρωπος 58 ετών έφυγε από τη ζωή διότι οι νόμοι και το ποινικό μας σύστημα τον άφησαν απροστάτευτο απέναντι σε έναν επικίνδυνο 29χρονο Αλβανό, ο οποίος κυκλοφορούσε ελεύθερος έχοντας διαπράξει το ίδιο αδίκημα ξανά και ξανά και ξανά. Η αφορμή αστεία. Μια παρατήρηση και ένας καβγάς, από τους δεκάδες που γίνονται καθημερινά στους φρακαρισμένους από το μποτιλιάρισμα δρόμους. Ομως εδώ το έγκλημα ήταν προμελετημένο. Ο 29χρονος καταδίωξε μαζί με φίλους του το θύμα (στο οποίο νωρίτερα είχε δώσει μπουνιά) για να το αποτελειώσουν. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο δράστης ξυλοκοπούσε κάποιον στη μέση του δρόμου. Το είχε κάνει ξανά και ξανά, συλλαμβανόταν και τα δικαστήρια τον άφηναν να κυκλοφορεί ελεύθερος, αφού το ελληνικό δικονομικό σύστημα προβλέπει ποινές-χάδι και μάλιστα με ανασταλτικό χαρακτήρα.

Μία μαρτυρία σοκάρει. Τον Οκτώβριο του 2022, ο 29χρονος τσακώθηκε με δημοτικούς αστυνομικούς επειδή του έκαναν παρατήρηση σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας. Οταν του ζήτησαν ταυτότητα, τους απάντησε «τα @@ μου θα πάρεις», ενώ όταν προσπάθησαν να ελέγξουν την πινακίδα ο 29χρονος φώναξε: «Εγώ είμαι γύφτος, δεν θα αγγίξεις το αυτοκίνητό μου γιατί θα σε μαχαιρώσω». Τον γρονθοκόπησε και διέφυγε φωνάζοντας: «Εμένα δεν μπορείτε να μου κάνετε τίποτα γιατί είμαι Αλβανόγυφτος». Οδηγήθηκε στα δικαστήρια, καταδικάστηκε όπως προβλέπει ο νόμος με αναστολή και αφέθηκε ελεύθερος για να διαπράξει τα ίδια αδικήματα.

Λίγους μήνες πριν, τον Ιούλιο, ένας φιλήσυχος 48χρονος ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από έναν 17χρονο στα Γλυκά Νερά στη μέση του δρόμου, με κοινό φίλους του 17χρονου που με κτηνώδη απάθεια κατέγραφαν τον ξυλοδαρμό με κινητό, φωνάζοντας στο τέλος στο θύμα «κάτσε τώρα να πεθάνεις στον δρόμο, μα@@@». Ατομα που ζουν δίπλα μας, τους συναντάμε στον δρόμο, στις πολυκατοικίες, στα διπλανά διαμερίσματα, γεμάτα μίσος, που συμπεριφέρονται σαν κοινοί εγκληματίες, επιτίθενται σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, άνανδρα, τρεις προς έναν, τους δολοφονούν. «Με έβρισε» ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ο δράστης στις εισαγγελικές Αρχές για να δικαιολογήσει το δολοφονικό χτύπημα. Κανονικοποίηση της βίας, νομιμοποίησή της ως αποδεκτή μορφή αντίδρασης. Η ηπιότητα εκλαμβάνεται ως αδυναμία, το θράσος και ο τραμπουκισμός θεωρούνται ένδειξη δύναμης και υπεροχής. Δίπλα σε αυτό το νοσηρό σκηνικό η πολιτεία που παρατηρεί αμέτοχη. Αυστηροποιήσεις των ποινών, που όμως πάντα παραμένουν χάδι για επικίνδυνους παραβατικούς, τους οποίους εισαγγελείς τους αφήνουν ελεύθερους, εδραιώνοντας ακόμα πιο πολύ την ήδη εμπεδωμένη αίσθηση ατιμωρησίας.

Ενα συλλογικό έγκλημα με πολλούς θύτες. Κατ’ αρχάς το πολιτικό σύστημα. Κάθε φορά που μια κυβέρνηση επιχειρεί να θεσπίσει αυστηρότερους νόμους, αρχίζουν θρήνοι και καταγγελίες από τάχα «ευαίσθητα» κόμματα και δικαιωματιστές πολιτικούς για αυταρχισμούς και «κράτος καταστολής». Αλλά και η Δικαιοσύνη, που αφήνει να κυκλοφορούν ελεύθερα άτομα που διαπράττουν τα ίδια αδικήματα ξανά και ξανά. Και φυσικά και εμείς οι δημοσιογράφοι, που υποβαθμίζουμε αυτά τα θέματα, δίνοντας μικρόφωνο μόνο σε όσους φωνάζουν πιο δυνατά. Και φυσικά, όταν περάσουν λίγες μέρες, ξεχνάμε θύτες και θύματα.

Ισως ήρθε η ώρα αυτό το πολυειπωμένο «Δικαιοσύνη παντού» να αναλογιστούμε τη σημασία του και να το απαιτήσουμε συνολικά.