Καθηγητής Ιστορίας στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής, ειδικός στον Ψυχρό Πόλεμο και τις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις, επικεφαλής του Ινστιτούτου Kennan στο Διεθνές Ακαδημαϊκό Κέντρο Γούντροου Ουίλσον, ένα think tank που αποτελούσε επί δεκαετίες σημείο αναφοράς για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ο Μάικλ Κίματζ είδε την άνοιξη αυτό το τελευταίο να σαρώνεται από τον κυκλώνα περικοπών που εφάρμοσε το Τμήμα Κυβερνητικής Αποδοτικότητας (DOGE) του Ιλον Μασκ. Κι εντούτοις, μιλώντας στα «ΝΕΑ» λίγο πριν συμμετάσχει διαδικτυακά στο Athens Security Forum, ο ίδιος μας θυμίζει να μην υποτιμούμε τις αντοχές και την ανθεκτικότητα της αμερικανικής δημοκρατίας.

Κατ’ αρχάς, κύριε Κίματζ, θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια για το τι συνέβη με το Ινστιτούτο Kennan και, γενικότερα, με το Wilson Center, από τότε που η ομάδα του Ιλον Μασκ έκλεισε το μεγαλύτερο μέρος του τον Απρίλιο;

Εκτοτε, το Ινστιτούτο Kennan αναδημιουργήθηκε και έγινε ανεξάρτητος οργανισμός. Η αποστολή του παραμένει παρόμοια με κείνη που είχε και στο παρελθόν: να παρέχει υψηλής ποιότητας, αμερόληπτη ανάλυση της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και να διαθέτει αυτή την ανάλυση σε υπευθύνους χάραξης πολιτικής, δημοσιογράφους και το ευρύ κοινό.

Πώς εξηγείτε αυτόν τον πόλεμο που έχει κηρύξει ο Τραμπ 2.0 κατά της εμπειρογνωμοσύνης (και της έρευνας, και της επιστήμης, και…);

Δεν θα έλεγα ότι η κυβέρνηση Τραμπ έχει κηρύξει πόλεμο κατά της εμπειρογνωμοσύνης. Πράγματι, είναι γενικά σκεπτική απέναντι στους «ειδικούς», μια στάση που έχει κάποια πολιτισμική απήχηση στην αμερικανική ζωή. Εχουν κλείσει ή περικοπεί πολλές υπηρεσίες στην Ουάσιγκτον, αν και πολλές παραμένουν ανέπαφες. Αλλά η εμπειρογνωμοσύνη είναι πιθανώς ένα δευτερεύον ζήτημα εδώ. Το θέμα είναι να επιδειχθεί η δύναμη της εκτελεστικής εξουσίας, να συγκεντρωθεί η λήψη αποφάσεων στον Λευκό Οίκο και να ελαχιστοποιηθεί η ομοσπονδιακή γραφειοκρατία, η οποία ποτέ δεν ήταν αγαπητή στους αμερικανούς συντηρητικούς.

Είστε ειδικός στον Ψυχρό Πόλεμο και στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Πρόσφατα, σχολιάζοντας στο περιοδικό «Foreign Affairs» τη διπλωματία του Τραμπ αναφορικά με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, συγκρίνατε τον πρόεδρο των ΗΠΑ με τον γυμνό βασιλιά του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν. «Επιμένει να είναι ο ειρηνοποιός και ζητά από το διεθνές κοινό να θαυμάσει το ανύπαρκτο σχέδιό του» γράψατε. «Και η πομπή συνεχίζεται και συνεχίζεται». Είμαστε όλοι καταδικασμένοι σε αυτό το παραμύθι-εφιάλτη;

Το βασικό κόστος της πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι στη Ρωσία είναι η σπατάλη χρόνου. Δεν συμβαίνουν και πολλά. Ο συντονισμός μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης είναι σχεδόν ανύπαρκτος όσον αφορά την Ουκρανία, ενώ ο Τραμπ μειώνει τη στήριξη των ΗΠΑ προς το Κίεβο. Αυτό είναι πολύ ατυχές, αλλά δεν μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα ότι, αν η κυβέρνηση Τραμπ έκανε πολύ περισσότερα ή πολύ λιγότερα για την Ουκρανία, το αποτέλεσμα του πολέμου θα ήταν θεμελιωδώς διαφορετικό. Και οι ΗΠΑ συνεχίζουν να παρέχουν πληροφορίες και στοχοθεσία στον ουκρανικό στρατό. Τίποτα σε αυτή την κατάσταση δεν είναι ιδανικό, αλλά κανείς δεν είναι καταδικασμένος.

Οι ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αρχίσει να θέτουν τα θεμέλια για μια μετα-αμερικανική Ευρώπη. Υπάρχει ακόμα χρόνος ή είναι πολύ λίγο και πολύ αργά; Τι μπορεί πραγματικά να γίνει με τρεις φιλοπουτινικούς αγκιτάτορες (Ορμπαν, Φίτσο, Μπάμπις) στην ΕΕ;

Οι ευρωπαίοι ηγέτες κολακεύουν τακτικά τον Τραμπ και κάνουν ό,τι μπορούν για να διατηρήσουν την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ευρώπη. Στην καλύτερη περίπτωση, προφυλάσσονται από ένα μετα-αμερικανικό μέλλον, αλλά οι ευρωπαϊκές επενδύσεις στην άμυνα είναι πολύ μικρές για να καταστήσουν την Ευρώπη αυτόνομο παράγοντα στη διεθνή σκηνή (στρατιωτικά) ή να αποτελέσουν αποτρεπτική δύναμη έναντι της Ρωσίας. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να γίνουν πολλά με τους Ορμπαν, Φίτσο και Μπάμπις. Σε διαφορετικό βαθμό, εκπροσωπούν το εκλογικό σώμα των αντίστοιχων χωρών τους και οι τρεις όμως βρίσκονται πολύ μακριά από το mainstream της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής.

Και μια τελευταία ερώτηση. Η εφημερίδα «New York Times»δημοσίευσε πρόσφατα μια λίστα με 12 δείκτες δημοκρατικής διάβρωσης, που θα ενημερώνονται τακτικά, «ως προειδοποίηση για το πόσα έχουν ήδη χάσει οι Αμερικανοί και πόσα ακόμα θα μπορούσαν να χάσουν». Ποια είναι η γνώμη σας, χάνουν οι Αμερικανοί τη δημοκρατία τους; Συμμερίζεστε την άποψη όσων φοβούνται ότι ο κόσμος βιώνει μια «επιστροφή» στη δεκαετία του 1930;

Οχι. Μόλις λίγους μήνες μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, χτίστηκε το Νταχάου. Το είδος της κατάληψης του κράτους που επέτρεψε – και στην πραγματικότητα απαίτησε – ο φασισμός δεν έχει καμία ομοιότητα με τους τελευταίους δέκα μήνες στην αμερικανική πολιτική. Σε καμία περίπτωση δεν χάνουν οι Αμερικανοί τη δημοκρατία τους. Στην πραγματικότητα, την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκαν μια σειρά από έκτακτες εκλογές, στις οποίες καταγράφηκε σημαντική δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση Τραμπ. Αυτές ήταν κανονικές δημοκρατικές εκλογές, κάτι που δεν σημαίνει ότι όλα είναι καλά. Απλώς ότι δεν έχουν χαθεί όλα – και ίσως ούτε καν τόσα πολλά.

Δείτε το πρόγραμμα ΕΔΩ

Συνδεθείτε για να το παρακολουθήσετε ζωντανά:

ATHENS SECURITY FORUM 2025