Καταρχήν και καταρχάς να ζητήσω συγγνώμη για τον σημερινό τίτλο από τις φίλες που ακούν στο εξαιρετικό όνομα «Κατίνα». Και, πραγματικά, απορώ γιατί αυτό το όνομα έχει συνδεθεί με γυναικουλίστικους καβγάδες αφού η πιο διάσημη Ελληνίδα Κατίνα είναι η Παξινού. Τέλος πάντων, όταν ήμουν παιδί, αυτοί οι καβγάδες ήταν για εμένα το καλύτερο «σινεμά». Στη Σύρο, τα καλοκαίρια, όταν άκουγα φωνή να σηκώνεται, έπιανα θέση για να παρακολουθήσω στα κρυφά όλη την κλωτσοπατινάδα. Το τι λεγόταν, τα «καρφιά» που έπεφταν, η ευρηματικότητα στις λέξεις ώστε να διατυπωθεί η πιο πρωτότυπη βρισιά, η πιο ευφάνταστη κατάρα, η πιο εύστοχη προσβολή μού φαίνονταν συναρπαστικά. Ηταν σαν μια πρώιμη «σπουδή» σε έναν χειμαρρώδη, αυτοσχεδιαστικό θεατρικό λόγο.

Ενα ανάλογο ξεκατίνιασμα συμβαίνει αυτήν την εποχή στην ευρύτερη – που πιο ευρύτερη δεν γίνεται – Αριστερά, σε μια εποχή μάλιστα που, υποτίθεται, το ζητούμενο είναι η ένωσή της. Και μάλιστα χωρίς τις αριστουργηματικές ατάκες των καβγάδων της γειτονιάς. Αλλά με την ίδια τοξικότητα που όμως στα μπουγαδόσχοινα των σόσιαλ μίντια χάνει αυτήν την επίφαση της λαϊκότητας που είχε, τότε, στις αυλές. Ας ξανοιχτούν τα παιδιά, ας τα πουν χύμα, έτσι όπως τα νιώθουν.

Κάποιοι δηλαδή το κάνουν. Το τι λέγεται και γράφεται από τους εναπομείναντες κασσελακικούς εναντίον των εναπομείναντων συριζαίων και το αντίστροφο δεν λέγεται. Βρισιές, μπηχτές και κατάρες για την αβάσταχτη ελαφρότητα του Στέφανου από τη μία, για το «πραξικόπημα του μπουζουξίδικου» από τη άλλη. Στον ΣΥΡΙΖΑ που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις έχει γυρίσει στις εργοστασιακές τους ρυθμίσεις, στο 5% δηλαδή, βυσσοδομούν εναντίον του Τσίπρα που κάνει κόμμα κόντρα σε αυτό που τον ανέδειξε, ο Τσακαλώτος τον καρφώνει για προγράμματα χωρίς κοστολόγηση, κάποιοι έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους περιμένοντας πού θα γείρει η πλάστιγγα έτσι ώστε να μη χάσουν τη θεσούλα τους, η Ζωή Κωνσταντόπουλου παθαίνει «φεύγα» μόνο με το άκουσμα του ονόματος του πρώην συντρόφου, εκείνος ο Λαφαζάνης δεν ξέρω τι κάνει και ανησυχώ μήπως έχει πέσει από καμία σκάλα σαν εκείνες που ανέβαινε για να κάνει δεν θυμάμαι τι, η Βασδέκη τραγουδά και ο Γκίκας χοροπηδά όπως έγραφε και το αναγνωστικό του Δημοτικού.

Πώς το έλεγε ο Παπαγιαννόπουλος στο «Τζένη Τζένη» όταν έπαιρνε τα εκλογικά αποτελέσματα; Ε, κάπως έτσι είναι η κατάσταση. Ανω Αριστερά, Κάτω Αριστερά, Νέα Αριστερά, Αρχαία Αριστερά, Δώθε Αριστερά, Κείθε Αριστερά. Εν τω μεταξύ, «γνωστός στιχουργός» και πρώην φανατικός κασσελακικός που του αρέσουν πολύ οι καναπέδες των πρωινάδικων, κάνει χιούμορ (λέμε τώρα) κατά των πρώην συντρόφων του και επειδή, λέει, είχε κάνει την αυτοκριτική του είναι ΟΚ. Συγγνώμη κιόλας αλλά ακόμη και στα ξεκατινιάσματα της γειτονιάς υπάρχει ένας ηθικός κώδικας που απαγορεύει να βρίζεις αυτό που μέχρι τώρα υποστήριζες. Η Τζάκρη με τον Κασσελάκη τσακώνονται στα ελληνονεοϋορκέζικα αλλά δεν είναι αυτό που νομίζουμε, εκείνη η Ραχήλ Μακρή μού λείπει, ο Τσίπρας κάνει ματάκια προς όλες τις κατευθύνσεις και όλοι μαζί τσακώνονται για το ποιος θα κλείσει για «πρωταγωνίστρια» τη Μαρία Καρυστιανού.

Οι κληρονόμοι

Στην πραγματικότητα όλος ο σαματάς γίνεται για την «κληρονομιά» της Αριστεράς. Που όλες τις συνιστώσες της να στουμπήξεις, όπως έχει η μεγάλη εικόνα έως τώρα, ένα 15% το πιάνει – δεν το πιάνει. Προς τι λοιπόν το ξεκατίνιασμα;

Τα λέει πολύ ωραία ο Μ. Καραγάτσης στο «10» περιγράφοντας έναν λούμπεν ήρωά του τον Λούση, παντρεμένο με κάποια Γεωργία: «Κάποτε πέθανε η Γεωργία. Ο Λούσης την έκλαψε όπως αρμόζει σ’ έναν σύζυγο κι η Αννα όσο αρμόζει σε μιαν αδελφή. Αλλά ανάμεσα σε σύζυγο και αδελφή της μακαρίτισσας αναφύηκαν προστριβές για τα οικονομικά. Τι περιουσία είχε η Γεωργία για να γίνει καβγάς ποιος θα την κληρονομήσει; Οταν είναι κανείς φτωχός και το τελευταίο τετζερέδι παίρνει αξία…». Αυτό.