Από τη στιγμή που φτάσαμε στο χάλκινο, η μερίδα του λέοντος ήταν όλη δική μας. Γιατί σύμφωνα με έναν κανόνα της λαϊκής θυμοσοφίας που δεν έχει διατυπωθεί όπως πρέπει: ο τρίτος χαίρεται που κερδίζει (μετάλλιο) και ο δεύτερος λυπάται που χάνει (το χρυσό). Αν αφήσουμε πάντως στην άκρη τα στατιστικά και τις μπηχτές (του Σενγκούν, κυρίως), τους πόντους και τις ασίστ, υπάρχει μια δικαίωση όταν οι τυπικά «χαμένοι» (εμείς) αποδεικνύονται νικητές στην πίσω γραμμή των εορτασμών. Εκεί όπου ο Γιάννης ανήκει σε όλους και αποτελεί την ελληνική ιθαγένεια ενσαρκωμένη – εφιάλτη για τους ελληνόψυχους και τους καθαρολόγους. Και εκεί όπου αιώνιοι αντίπαλοι μπορούν να συμφωνήσουν για το ποιος αποδεικνύεται ο προσωπικός τους MVP κηρύσσοντας ανακωχή με τη μιζέρια και τους μικροϋπολογισμούς.
Η Εθνική Ελλάδος αποτελείται από τους «ήρωες της δεύτερης γραμμής». Χρειαζόμαστε τους νικητές για να βάζουν μία τάξη στο χάος της υπεράνθρωπης προσπάθειας, αλλά χρειαζόμαστε τους δεύτερους και τους τρίτους για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης. Τι να τον κάνεις έναν πρώτο χρυσό αν δεν έχεις έναν δεύτερο άριστο; Για τον λόγο αυτό ας ξαναπαίξει το βίντεο από τον τελικό του άλματος επί κοντώ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο Τόκιο, όπου ο Εμμανουήλ Καραλής μεγάλωσε τη συλλογή του με το πρώτο αργυρό μετάλλιο στη συγκεκριμένη διοργάνωση.
Η τέχνη είναι γεμάτη από αντίστοιχα παραδείγματα – και ο καθένας δικαιούται να σημειώσει τους ήρωες και τους αντιήρωες που προτιμά στο προσωπικό του μαρτυρολόγιο (η λέξη δανεισμένη από τα απομνημονεύματα του Ταρκόφσκι στις εκδ. Ινδικτος). Προσφέρει προφανώς ένα αίσθημα ασφάλειας ότι ο «Πολίτης Κέιν» σκαρφαλώνει πρώτος την ανηφόρα με τις καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου, αλλά ευτυχώς που ο χιτσκοκικός «Δεσμώτης του ιλίγγου» ή ο Κιούμπρικ ή ο «Νονός» ακυρώνουν ενίοτε τον περφεξιονισμό της λίστας και τα στυλιζαρισμένα παιχνίδια της.
Ναι, ήταν ο Μάρλον Μπράντο που συνέτριψε τον φακό σαν τη μύγα στον τοίχο καταπίνοντας αμάσητους τους ερμηνευτικούς κώδικες. Αλλά η πινακοθήκη των sixties θα έμενε άδεια χωρίς την τρικυμισμένη ερμηνεία του Μοντγκόμερι Κλιφτ ή τον κομψά ανεπιτήδευτο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι. Ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ θα μείνει για δεκαετίες ο τέλειος χορευτής, αλλά είναι τα γήινα ψεγάδια του Νουρέγιεφ που τον έχουν επιβάλει σαν σύμβολο του χορού. Η Μέριλ Στριπ είναι ένα Actors Studio από μόνη της (και δικαίως), αλλά η Ναόμι Γουότς και η Εμα Στόουν δίνουν σήμερα στα πόστερ της 7ης τέχνης το συμβολικό επίχρισμα που χρειάζεται.
Το καλοκαίρι – έστω, το μακρύ καλοκαίρι που εισέρχεται στον Σεπτέμβριο, δίχως να κοιτάζει τη δική μας μελαγχολία – είναι ίσως η πιο κατάλληλη εποχή για παρόμοιες υποσημειώσεις της «δεύτερης γραμμής»: εκεί όπου οι φωναχτές σκέψεις υποχωρούν στην ολισθηρή περιοχή της απενοχοποίησης. Ο μισός Αύγουστος έφυγε με το «Φως τον Αύγουστο» του Φώκνερ στη νέα μετάφραση του Παναγιώτη Κεχαγιά. Αλλά το πραγματικό μήνυμα στο μπουκάλι ήρθε μέσω μιας παρομοίωσης από ένα ξεχασμένο «ναυάγιο» της βιβλιοθήκης που περίμενε υπομονετικά τη δεύτερη ανάγνωσή του: «Η θάλασσα του Παλέρμο απλωνόταν εμπρός του συμπαγής, ήρεμη σαν λάδι, αδρανής, απίστευτα ακίνητη και επίπεδη σαν το σκυλί που προσπαθεί να εξαφανιστεί μπροστά στις απειλές του αφέντη του». «Γατόπαρδος», του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα.







