Ξέρετε τα μεγάλα του τραγούδια («Η μπαλάντα του κυρ Μέντιου», «Κι αν έσβησε σαν ίσκιος» κ.ά.). Εκείνος όμως βαδίζει εδώ και δεκαετίες χαμηλόφωνα. Και με μια πίστη στη μουσική, στον χορό, στη σύνθεση. Ο Λουκάς Θάνος έχει πολλές ιδιότητες: αβανγκαρντίστας, λαϊκός, σκηνοθέτης. Ολα όμως κυκλώνουν το όραμά του για μια κοινότητα μέσω της μουσικής, της κίνησης και του λόγου.
Επανέρχεστε μέσα στα χρόνια σε δύο τομές: τη μελέτη – έρευνά σας πάνω στους «Πέρσες» του Αισχύλου αλλά και στο σχεδίασμα της ζωής με μουσική της μεγάλης του χορού Ισιδώρας Ντάνκαν. Εξηγήστε μας τις δύο ενασχολήσεις σας.
Οι «Πέρσες» και η «Isadora» είναι δύο όψεις της ίδιας απορίας: Πώς ζει ο άνθρωπος όταν ραγίζει το μέτρο, όταν ορθώνεται η αλαζονεία; Η τραγωδία με μαθαίνει τη μνήμη της πόλης, ο χορός τη μνήμη του σώματος. Στους «Πέρσες» ο Χορός των χορών της Πόλης των πόλεων ανασαίνει ως κοινότητα και καθρεφτίζει την ύβρι, στην Ισιδώρα η αναπνοή γίνεται ρυθμός, απόφαση, ευθύνη. Είναι, πιστεύω, πολύ υγιεινό να επιστρέφω εκεί όπου συναντιούνται η αισθητική, δηλαδή η ηθική και ελευθερία. Η μουσική, ο λόγος, η κίνηση είναι τρεις χορδές του ίδιου οργάνου: παίζονται μαζί ή δεν παίζονται καθόλου, νομίζω. Μια εμμονή όχι ως μανία αλλά ως πειθαρχία, προς ένα κέντρο που απαιτεί λιτότητα, μια θυμέλη που απαιτεί κύκλο. Ο,τι γράφω είναι μια άσκηση συμφιλίωσης ανάμεσα στο «εμείς» που πληγώνεται και στο «εγώ» που τολμά. Η τραγωδία μού δείχνει τα όρια, ο χορός, τον ορίζοντα. Κι ανάμεσά τους ακούω τη φωνή του μέτρου.
Κινείστε παραπάνω από πέντε δεκαετίες στους κύκλους των τραγουδιών αλλά και σε όλες τις εκδοχές της σύνθεσης. Με ποια ελατήρια επιλέγετε να εργαστείτε;
Κινούμαι πέντε δεκαετίες ανάμεσα σε τραγούδι, κύκλους, όπερα, μουσική για σκηνή. Δεν διαλέγω είδος, αφήνω το υλικό να διαλέξει τη μορφή του. Κάθε κείμενο κρύβει μια γεωμετρία. Αλλοτε ζητά ταπεινό δωμάτιο για μια φωνή και ένα όργανο, άλλοτε καθεδρικό ναό με Χορό και ορχήστρα. Το ελατήριο είναι η αναγκαιότητα. Αν η λέξη ανασαίνει γρήγορα, γράφω τραγούδι, αν σκέφτεται κυκλικά, ανοίγω κύκλο, αν απαιτεί σκηνικό χρόνο, φτάνω στην όπερα. Η φόρμα δεν είναι φιλοδοξία, είναι υπηρεσία. Επιλέγω κλίμακα, για να κατορθώσω, ίσως, να μιλήσει το ποίημα χωρίς θόρυβο. Στόχος: η σαφήνεια. Να ακούγεται το ουσιώδες και να σιωπά το περιττό.
Σας χρωστάμε μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια με τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη, τον οποίο συναντήσατε πρώτη φορά πολύ νέος αλλά εκβάλατε σε μια ιστορική πια σύμπραξη. Πώς φτάσατε στο «Σάλπισμα» και τι δυσκολίες είχε να εργαστείτε με έναν μεγάλο ερμηνευτή;
Ο Νίκος Ξυλούρης υπήρξε για μένα σχολή λιτότητας. Στις πρόβες αφαιρούσαμε έως ότου να μείνει ο παλμός της ανάσας. Το αισθανόμουν, δεν το ήξερα τότε. Ετσι γεννήθηκε το «Σάλπισμα»: τραγούδια από καθαρό αέρα και ευθύνη αθέλητη. Με έναν τόσο μεγάλο ερμηνευτή η δυσκολία είναι η ευλογία του, δεν κρύβεσαι πίσω από την ενορχήστρωση, στέκεσαι δίπλα στη φωνή, στηρίζεις χωρίς να σκιάζεις. Δουλέψαμε αναπνοές, τονισμούς, παύσεις. Η σιωπή ανάμεσα στις λέξεις του ήταν ήδη μουσική. Από εκεί κράτησα το μέτρο: όταν αρκεί ο στόχος, ο συνθέτης σωπαίνει και αναλαμβάνει μάλλον μόνο την ευθύνη της πορείας του. Κι όταν μιλά, μιλά όσο χρειάζεται, όχι όσο μπορεί. Το τραγούδι ανήκει στον άνθρωπο, όχι στη μουσική.
Δίνετε χώρο σε νεότερους. Χαρούλης, Στρατάκηδες, Προδρόμου κ.τ.λ. Με ποια κάθε φορά κριτήρια;
Δίνω χώρο στους νεότερους όταν διακρίνω τρία πράγματα: δική τους φωνή, ευθύνη απέναντι στον λόγο, πειθαρχία πράξης. Η μέθοδος είναι απλή και αυστηρή. Πρώτα το τραπέζι με το κείμενο: στίξη, ανάσες, παύσεις. Επειτα η φωνητική γραμμή: ηχεί το ποίημα, όχι το εγώ. Τελευταίο ο ήχος που θα στεγάσει τη φράση. Δεν επιζητώ εντυπώσεις ούτε δεξιοτεχνία της δεξιοτεχνίας. Θέλω αλήθεια που αντέχει στη σιωπή. Οταν ένας νέος τραγουδιστής συναντά το ποίημα χωρίς φόβο και χωρίς επίφαση, τότε το μέλλον του είναι ήδη παρόν. Η μουσική δεν χαρίζεται, κερδίζεται με προσοχή, με αγάπη, με ρυθμό. Οπως και η ζωή.
Καρυωτάκης, Παλαμάς, Βρεττάκος, Βάρναλης κ.ά. Μελοποιείτε ποιητές. Πώς αντιμετωπίζετε την ποίηση; Ως ύλη για τη μουσική ή ως οργανικό μέρος μιας χειρονομίας δημιουργικής που περιλαμβάνει τη μουσική, τον στίχο και άλλα μέρη της δουλειάς (π.χ. ερμηνεία, ενορχήστρωση);
Η ποίηση δεν είναι ύλη της μουσικής, είναι ο σκοπός της. Από τον Καρυωτάκη και τον Παλαμά έως τον Βρεττάκο και τον Βάρναλη, μελοποιώ, ίσως και φανεί το μέτρο, που νομίζω πως νιώθω κάπου να πάλλεται μέσα στο ποίημα. Ξεκινώ από την αναπνοή της λέξης, ζυγίζω το βάρος των συλλαβών, ακούω το κρυφό ηχόχρωμα της προσωπικής μου τυχαίας εντύπωσης. Γύρω του χτίζω διαφανείς τοίχους για να περνά το ακαριαίο φως κάποιας ανύποπτα ανυπότακτης στιγμής μου. Ο τραγουδιστής είναι αγγελιαφόρος, όχι ιδιοκτήτης του νοήματος. Η ορχήστρα δεν εξηγεί τον στίχο, τον αναπνέει, τον περιφρουρεί, τον εκθέτει στην καθαρότητά του. Πιστεύω στην ενότητα λόγου – ήχου. Να μην προδώσουμε το ποίημα με υπερβολή, να μην το εγκαταλείψουμε με αμέλεια. Ο ρυθμός είναι ήθος.
Σπουδές και ζωή σε Ιταλία και ΗΠΑ για χρόνια. Στην Ιταλία φτάσατε να γνωρίσετε και να παίξετε σε ταινία του Φελίνι. Τι κρατάτε από τις σπουδές και ζωής σας στις δύο αυτές χώρες;
Η Ιταλία μού έδωσε την αρχιτεκτονική της φόρμας: το ωραίο ως ακρίβεια, την ακρίβεια ως φιλοξενία. Οι ΗΠΑ μού έδωσαν κλίμακα και ευθύνη παραγωγής: πώς ένα όραμα γίνεται πράξη χωρίς να χάνει την ψυχή του. Η γνωριμία και συμμετοχή σε γύρισμα του Φελίνι προέκυψε μέσα από κύκλο σπουδών και συνεργατών, ένα μάθημα για το βλέμμα: κάθε πλάνο είναι ρυθμός και κάθε σιωπή, μουσική. Κρατώ την τόλμη του ονείρου και τη χειροτεχνία της λεπτομέρειας. Ανάμεσα στις δύο παιδείες χάραξα το μέτρο μου: ρίσκο με σύνεση, θάρρος με ακρίβεια, φαντασία με οργάνωση. Θέλω να επιστρέφω με καθαρότερο βλέμμα για το τι αντέχει ο λόγος, τι δικαιούται η σκηνή και τι οφείλει ο δημιουργός στο κοινό του: διαύγεια, αλήθεια, συνέπεια… μάλλον. Η τέχνη δεν είναι μόνο φυγή, είναι και τρόπος παρουσίας κι ας την αποφεύγω.
Τι ετοιμάζετε;
Τώρα βαδίζω σε δύο άξονες που συνομιλούν. Πρώτος, η νέα σκηνική εκδοχή της «Isadora / Isadora in Hades»: μια σκέψη που τραγουδιέται, όπου η Ισιδώρα, ο Μπάιρον και ο Νίτσε συναντιούνται σε ένα μεταθέατρο κίνησης και ιδεών, λιτό και απαιτητικό. Δεύτερος, νέοι κύκλοι πάνω στον Παλαμά, ηχογραφήσεις και συναυλίες που δοκιμάζουν τη γειτνίαση λυρικού και δραματικού, ιδιωτικού και δημόσιου. Και στο κέντρο ο φόρος τιμής που πάντα με ορίζει σαν άξονα και ορίζοντα: Αισχύλος, Μπαχ, Γιάννης Α. Παπαϊωάννου, Πέλος Κατσέλης, Μίλτον Κατσέλας· η Ηθική του Πατέρα, η Ελευθερία της Μητέρας. Επιθυμία μου είναι κάθε έργο να γεννά κοινότητα: να συναντιόμαστε στην ουσία του λόγου και στην πειθαρχημένη ελευθερία του ήχου. Περίπου ίσως, όπως τάδε κάποτε Εκείνος έφη… κάτι δηλαδή μάλλον σαν τον Απόλλωνα με τον Διόνυσο. Γράφω κάθε μέρα κι όμως νιώθω ότι έχω τόσο πολύ καιρό να γράψω.


