Ηταν το 1947, εν μέσω του Εμφυλίου, όταν ο Ζακ Λακαριέρ επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα. Υστερα από μια περιπετειώδη περιπλάνηση ετών θα έγραφε «Το ελληνικό καλοκαίρι», ένα βιβλίο – ερωτικό γράμμα στην Ελλάδα των ερειπίων, της φτώχειας αλλά και των ζωντανών ανθρώπων της που αγωνίζονταν, αγαπούσαν, ανοίγονταν στον ξένο. Τα χρόνια πέρασαν, ο Λακαριέρ συνέχισε μέχρι τον θάνατό του να μιλά για το «πνεύμα της χώρας» που τον έκανε να τη λατρέψει κι εμείς απομείναμε πλέον να αναζητούμε το «πνεύμα».

Την περασμένη εβδομάδα μια παρέα ηλικιωμένων από τη Θεσσαλονίκη περίμεναν χαρούμενοι το λεωφορείο που θα τους πήγαινε για μπάνιο στη θάλασσα. Ηταν μέλη των ΚΑΠΗ που δικαιούνταν τα 10 δωρεάν μπάνια που αποφάσισε να προσφέρει ο Δήμος στα πιο αδύνατα οικονομικά μέλη του, χαρίζοντάς τους μια διέξοδο από την κοινωνική απομόνωση. Τα συναισθήματα άλλαξαν γρήγορα: τρία παραθαλάσσια μπαρ στην Επανομή της Θεσσαλονίκης δήλωσαν ότι απαγορεύουν την είσοδο σε ηλικιωμένους πολίτες. Ούτε καφές ούτε αποκούμπι σε μια ξαπλώστρα, ακόμη και τις ώρες που τα καταστήματα δεν λειτουργούν. «Μας έκανε μια κίνηση με τα χέρια του, θαρρείς και ήμασταν πρόβατα. Δηλαδή φύγετε, δεν σας δεχόμαστε», είπαν δυο τρεις ηλικιωμένοι, εμφανώς φορτισμένοι, στην κάμερα ενός τοπικού τηλεοπτικού σταθμού. «Μας είπαν “δεν δεχόμαστε ΚΑΠΗ”. Εμείς δεν είμαστε άνθρωποι;», αναρωτήθηκαν. «Μας “κλώτσησαν” σαν να λέμε»…

Δεν είναι απλώς ένα περιστατικό ηλικιακού ρατσισμού, είναι κάτι πιο βαθύ – μια οσμή αποσύνθεσης αναδίνεται μέσα από το καλογυαλισμένο πιάτο του τουριστικού θαύματος. Οι γονείς μας, οι παππούδες, άνθρωποι που έχτισαν αυτή τη χώρα, «χαλάνε» πια τη βιτρίνα των παραλιακών μαγαζιών. Ή μήπως δεν ξοδεύουν τόσα όσα χρειάζεται να ξοδέψει κάποιος για να νιώσει ευπρόσδεκτος; Τελικά τι είναι τουρισμός στην Ελλάδα;  Πριν από λίγες ημέρες η Eurostat επιβεβαίωσε αυτό που όλοι ξέραμε: σχεδόν ένας στους δύο Ελληνες (46%) δεν είχε την οικονομική δυνατότητα πέρυσι να κάνει διακοπές για μία εβδομάδα μακριά από το σπίτι του, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Φέτος, το ποσοστό όσων δήλωσαν το ίδιο σε έρευνα του Ινστιτούτου Καταναλωτών είναι ακόμη μεγαλύτερο (52%). «Η τελευταία εικόνα μου», περιέγραφε ο Λακαριέρ, «ένα νησί του Αιγαίου άδεντρο, μ’ ένα μοναδικό χωριό, τοπίο απογυμνωμένο, με τη μιζέρια και την ομορφιά συναρμοσμένες σαν δυο πλαγιές του ίδιου λόφου. Μιζέρια και ομορφιά…». Μια ομορφιά που δεν είναι πάντα αυτονόητη.