H διαχείριση της απόφασης αιγυπτιακού δικαστηρίου για τη Μονή Σινά φέρει όλα τα χαρακτηριστικά της ελληνικής πραγματικότητας: ήταν βιαστική, επιπόλαιη και πρόχειρη. Πριν ακόμη δημοσιοποιηθεί η απόφαση αυτή, εξαπολύθηκαν επιθέσεις, αποδόθηκαν ευθύνες, ακούστηκαν υπερβολές. Για «νέα Αλωση» μίλησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, σε μια «πρωτοφανή και οδυνηρή διεθνή ανυποληψία και περιθωριοποίηση της Ελλάδας» αναφέρθηκε ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, για «προσβολή ενός μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO» μίλησε το ΠΑΣΟΚ. Στη σύγχυση συνέβαλε και η αμηχανία της κυβέρνησης, που είχε βασιστεί στις πρόσφατες διαβεβαιώσεις του προέδρου Σίσι και είναι φανερό ότι αιφνιδιάστηκε από τις εξελίξεις.
Μερικά πράγματα, όμως, δεν πρέπει να μπαίνουν σε μικροκομματικούς καβγάδες. Αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι να προστατευθεί, αν όχι ο ιδιοκτησιακός, πάντως ο θρησκευτικός χαρακτήρας του αρχαιότερου εν λειτουργία χριστιανικού μοναστηριού στον κόσμο. Οι πρώτες πληροφορίες για «λουκέτο» στη Μονή, απομάκρυνση των μοναχών, μετατροπή της σε μουσείο ή δήμευση της ακίνητης περιουσίας της φαίνεται να διαψεύδονται. Από την άλλη μεριά, είναι γεγονός ότι αντί για μια δήλωση με την οποία το αιγυπτιακό Δημόσιο θα παραιτούνταν από τη διεκδίκηση της περιουσίας της ιστορικής Μονής, ήρθε μια δικαστική απόφαση με την οποία η Μονή φαίνεται να περιέρχεται στην κατοχή του. Κι αν ο σημερινός πρόεδρος της χώρας διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι θα διατηρηθεί το μοναδικό θρησκευτικό καθεστώς της Μονής και δεν θα επιτραπεί η παραβίασή της, κανείς δεν εγγυάται ότι αυτό θα συνεχιστεί και από τον διάδοχό του – ιδιαίτερα αν προέρχεται από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Τα διδάγματα από την υπόθεση αυτή δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπα. Πρώτον, δεν πρέπει να παίρνουμε τοις μετρητοίς τις υποσχέσεις των συμμάχων μας, ιδιαίτερα όταν αυτοί είναι ευκαιριακοί. Δεύτερον, πρέπει να επαγρυπνούμε σε όλα τα επίπεδα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο σαν τη σημερινή που χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα. Τρίτον, πρέπει να διαφυλάσσουμε με νύχια και με δόντια την εθνική ενότητα, ιδιαίτερα όταν απειλείται ένας από τους σημαντικότερους τόπους χριστιανικού προσκυνήματος.
Ούτε οι κραυγές επιτρέπονται, λοιπόν, ούτε ο εφησυχασμός. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας γόνιμος θεσμικός διάλογος, ώστε το θρίλερ γύρω από τη Μονή Αγίας Αικατερίνης να έχει αίσιο τέλος.