Παρά την ανάσα ανακούφισης από την επικράτηση του Εμανουέλ Μακρόν, ο πρώτος γύρος των γαλλικών εκλογών έστειλε ένα σαφές, ξεκάθαρο μήνυμα που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Το κύμα του λαϊκισμού που είχε αρχίσει να φθίνει τον πρώτο καιρό της πανδημίας επανέρχεται δυναμικά, ξεπερνώντας τις βασικές πολιτικές διαφοροποιήσεις Αριστεράς και Δεξιάς.

Τα δύο πιο ιστορικά κόμματα στην Γαλλία, τα κόμματα του Μιτεράν και του Ντε Γκολ, βασικοί εκπρόσωποι της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς, έφεραν μονοψήφια ποσοστά. Στον αντίποδα, η Ακροδεξιά, με την επίδοση της Μαρίν Λεπέν, μοιάζει να εγκαθίσταται στο γαλλικό πολιτικό σύστημα ως βασικός αντίπαλος ενός κυρίαρχου πολιτικού Κέντρου, ενώ η ριζοσπαστική Αριστερά του Ζαν-Λικ Μελανσόν είδε τα ποσοστά της να εκτοξεύονται. Η Γαλλία δεν είναι η μόνη χώρα της Δύσης που έρχεται τόσο σύντομα ξανά αντιμέτωπη με τον λαϊκισμό. Πριν από λίγες μέρες, ο Βίκτορ Ορμπαν σάρωσε στις εκλογές της Ουγγαρίας, ενώ η «σχολή» Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ (και ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος) ετοιμάζεται ήδη για το 2024.

Ο λαϊκισμός δεν έχει ιδεολογία, γι’ αυτό όλοι οι λαϊκιστές μιλούν την ίδια γλώσσα. Εκμεταλλεύονται τα ζητήματα ταυτότητας και πατούν στα κατώτερα ένστικτα ενός οργισμένου ή φοβισμένου εκλογικού σώματος. Τα πρώτα αποτελέσματα στη Γαλλία φρόντισαν να μας υπενθυμίσουν πως γι’ αυτό ακριβώς είναι επικίνδυνοι. Ο δεύτερος γύρος είναι εξίσου σημαντικός: εκεί θα φανεί αν η χώρα που γέννησε τη σύγχρονη δημοκρατία θα υψώσει τείχος σε ένα μέλλον που τρομάζει ολόκληρη την Ευρώπη.