Δύο κραυγές αγωνίας ξεχωρίζουν στο τοπίο των πράξεων βίας που σημειώνονται σε καθημερινή σχεδόν βάση σε ορισμένα ελληνικά πανεπιστήμια. Η μία ανήκει σε έναν φοιτητή της ΑΣΟΕΕ, όπου αυτή την εβδομάδα ένας καθηγητής έπεσε την ώρα του μαθήματος θύμα ξυλοδαρμού από κουκουλοφόρους. Με κείμενό του που δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ», ο Χαράλαμπος Θεοδωράκης επισημαίνει ότι, όσο η κυβέρνηση διαβουλεύεται και η πανεπιστημιακή αστυνομία εκπαιδεύεται, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο κινδυνεύει να γίνει η επόμενη Marfin.

Η δεύτερη κραυγή ανήκει στον υφυπουργό Παιδείας Αγγελο Συρίγο, ο οποίος σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» εκφράζει την υπόνοια ότι στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο δρα μια εγκληματική οργάνωση και επισημαίνει ότι τρεις πρυτάνεις που έχουν πρωτοστατήσει στο κλείσιμο των στεκιών αντιεξουσιαστικών ομάδων κινδυνεύουν από την μήνιν ανθρώπων που θεωρούν ότι μπορούν να ασκήσουν βία εις βάρος τους.

Αν όμως ένας φοιτητής δικαιούται να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, ένας υπουργός υποχρεούται να λάβει μέτρα ώστε αυτός ο κίνδυνος να εκλείψει. Επιμένουμε ότι τα δημόσια πανεπιστήμια οφείλουν να είναι κύτταρα γνώσης και έρευνας και μόνο και να πάψουν να είναι όμηροι κάποιων μειοψηφιών που επιδιώκουν την αναταραχή.

Το πρόβλημα είναι βέβαια σύνθετο, η βία στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι πράγματι παγιωμένη εδώ και δεκαετίες. Ευθύνες έχουν και οι πρυτάνεις, οι οποίοι δεν χρησιμοποιούν τα νόμιμα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, όπως έχουν και οι φοιτητές, οι οποίοι δεν μπορούν να απομονώσουν τα ταραχοποιά στοιχεία, αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που καταφεύγουν συχνά σε διγλωσσία. Τον γόρδιο δεσμό όμως μπορεί να τον λύσει μόνο η κυβέρνηση.

Είναι καιρός λοιπόν οι εξαγγελίες να γίνουν πράξεις. Οι τραμπουκισμοί, οι απειλές και τα κηδειόχαρτα δεν αρμόζουν σε κανένα σύγχρονο πανεπιστήμιο και πρέπει να περάσουν οριστικά στο παρελθόν.