Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η ιστορία μας θα μπορούσε να ξεκινήσει με έναν δρυοκολάπτη που, ένα πρόσφατο απόγευμα, έψαχνε για έντομα στον κορμό ενός δέντρου έξω από ένα σπίτι στο Σικάγο. Η ένοικος του σπιτιού τον κοίταζε από το γραφείο της τόσο γοητευμένη, που κόντεψε να φωνάξει κάποιον από το διπλανό δωμάτιο να τον χαζέψει κι εκείνος. Είχε ξεχάσει ότι ζει μόνη. Υστερα σκέφτηκε να τον βγάλει φωτογραφία και να την αναρτήσει στο Διαδίκτυο, αλλά ποιον ένοιαζε; Κι έτσι δεν μοιράστηκε αυτή τη χρυσή στιγμή με κανέναν. Οπως άλλωστε κάνει και με τη ζωή της.
Η η ιστορία θα μπορούσε να ξεκινήσει ένα ανοιξιάτικο πρωινό του 1994 στο campus του Πανεπιστημίου του Οχάιο. Ενας καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου, ο Τζον Κασιόπο, ερευνούσε για χρόνια τον τρόπο που επεξεργάζεται τις πληροφορίες ο εγκέφαλος και το πώς αντιδρά στη συνέχεια στο σώμα. Ενιωθε όμως ότι του έλειπε ένα τρίτο στοιχείο: πώς η κοινωνική μας ζωή διαμορφώνει διαχρονικά τον εγκέφαλο και, στη συνέχεια, την υγεία μας. Εκείνη την ημέρα, λοιπόν, κάνοντας μια βόλτα γύρω από μια μικρή λίμνη του campus, συνειδητοποίησε ότι για να ερευνήσει τη σημασία των κοινωνικών σχέσεων για τον εγκέφαλο έπρεπε να μελετήσει τους ανθρώπους που τις στερούνται.
Ετσι ξεκίνησε η ενασχόλησή του με τη μοναξιά, που σύντομα θα τον έκανε μια από τις μεγαλύτερες αυθεντίες παγκοσμίως στο πεδίο αυτό. Ο Kασιόπο και οι συνεργάτες του ανακάλυψαν ότι η μοναξιά έχει παίξει θεμελιώδη ρόλο στην ανάπτυξη της κοινωνίας. Το αίσθημα της μοναξιάς είναι σαν τον πόνο, που μας προειδοποιεί για κάποια βλάβη στο σώμα μας. Αναζητούμε λοιπόν την επαφή με τους άλλους για να προστατευθούμε και να επιβιώσουμε.
Ορισμένοι άνθρωποι όμως αισθάνονται μόνοι παρόλο που περιβάλλονται από άλλους: το «κουμπί» της μοναξιάς έχει κολλήσει. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε σε κληρονομικούς παράγοντες είτε σε εμπειρίες που έχει κάποιος στη ζωή του. Και η σχέση με ασθένειες είναι ευθεία. Οπως διαπίστωσε ο Κασιόπο, οι άνθρωποι που νιώθουν μόνοι έχουν περισσότερα γονίδια που προκαλούν φλεγμονή και λιγότερα γονίδια που προστατεύουν από λοιμώδεις ασθένειες.
Την ώρα όμως που η Κλερ Μπούσεϊ παρακολουθούσε τον δρυοκολάπτη έξω από το παράθυρό της, δεν σκεφτόταν τέτοια δυσοίωνα πράγματα. Αναλογιζόταν ότι το λοκντάουν δεν έχει επηρεάσει ιδιαίτερα τη ζωή της, αφού η απομόνωση που επέβαλε φέτος η πανδημία δεν διαφέρει και πολύ από την κανονική της καθημερινότητα. Ζει μόνη, δουλεύει μόνη, απέχει 13 ώρες με το αυτοκίνητο από την οικογένειά της. «Είμαι το ίδιο μόνη με ένα σύννεφο, ένα παγόβουνο, ένα αυγό, μισή καράφα με κρασί», έγραψε την περασμένη εβδομάδα στους Financial Times. Και βέβαια δεν είναι μόνη στη μοναξιά της. Μια μελέτη που εκπόνησε το 2018 το Kaiser Family Foundation έδειξε ότι πάνω από το ένα πέμπτο των αμερικανών και βρετανών ενηλίκων, όπως και το 9% των ιαπώνων ενηλίκων, νιώθει συχνά ή μονίμως μοναξιά. Οι μισοί από αυτούς είναι κάτω από 50. Και οι αρνητικές συνέπειες είναι πολλαπλές: επιδείνωση της υγείας, μείωση της παραγωγικότητας, αύξηση της εγωκεντρικότητας, κακός ύπνος, ακόμη και στροφή προς εξτρεμιστικά κόμματα.
Πώς φτάσαμε εδώ; Για να θυμηθούμε τους Μπιτλς: «All the lonely people/ where do they all come from?».
H Κλερ δεν είναι κανένας περιθωριακός τύπος. Μετακόμισε στο Σικάγο από το Ντελαγουέρ σε ηλικία 18 ετών και έκτοτε έχει αλλάξει πολλά σπίτια. Εργάστηκε σε μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες και τον περασμένο Ιανουάριο έπιασε δουλειά ως ανταποκρίτρια των Financial Times στο Σικάγο - από το σπίτι της. Είναι κοινωνική, της αρέσει να βγαίνει για φαγητό ή ποτό, πριν από την πανδημία έκανε συχνά πάρτι στο διαμέρισμά της. Εχει φίλους, αλλά όχι αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς κολλητούς. Και ζει μόνη. «Για μένα», γράφει, «η φροντίδα των άλλων είναι σαν το φως των αστεριών: το βλέπω, αλλά είναι πολύ μακριά για να με ζεστάνει».
Η σύγχρονη κοινωνία προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα της μοναξιάς με τον γάμο. «Ομως προτιμώ να είμαι μόνη, όσο τρομερό κι αν είναι, παρά να συμβιβαστώ στα βασικά: να είμαι με κάποιον που γουστάρω, που μ' αρέσει η παρέα του, που κάνει δουλειές του σπιτιού και που δεν δίνει απόλυτη προτεραιότητα στην καριέρα του. Δύο δεκαετίες ρομαντικών εμπειριών με βοήθησαν να καταλαβαίνω πιο γρήγορα ποιος δεν κάνει για μένα. Είσαι έτοιμος να βγεις με μια γυναίκα 15 χρόνια νεότερή σου, αλλά σε καμιά περίπτωση με κάποιαν 2 χρόνια μεγαλύτερή σου; Εγώ κι εσύ δεν θα συναντηθούμε ποτέ».
Η Κλερ είναι μόνη. Κι έμαθε να μην ντρέπεται γι' αυτό.
Τζον Κασιόπο (1951-2018)
Μοναξιά, όπως πείνα
Μαζί με τον συνάδελφό του Γκάρι Μπέρντσον, ο Κασιόπο θεμελίωσε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 την «κοινωνική νευροεπιστήμη», έναν ακαδημαϊκό κλάδο που γεφυρώνει τη βιολογία με την ψυχολογία. Οπως είπε κάποτε, έμπνευσή του ήταν ένα σχεδόν μοιραίο τροχαίο, που τον έκανε να καταλάβει ότι αυτά που μετρούν στη ζωή είναι η αγάπη και οι κοινωνικές σχέσεις. Εκτός από τον πόνο, παρομοίαζε τη μοναξιά και με την πείνα, εξηγώντας ότι βοηθά τους ανθρώπους να αναπτύσσουν αμοιβαία επωφελείς σχέσεις. Επέμενε πάντα ότι είναι άλλο να είσαι μόνος από το να νιώθεις μόνος: στα ζώα, δεν είναι το ίδιο να χωρίζεις έναν πίθηκο από οποιονδήποτε σύντροφο με το να τον χωρίζεις από τον αγαπημένο του σύντροφο. Και στη ζωή του στάθηκε τυχερός. Από την ημέρα που γνώρισε τη γυναίκα του, δεν χώρισαν ούτε στιγμή. Κι όταν το 2015 παρουσίασε καρκίνο των σιελογόνων αδένων, κοιμόντουσαν στο νοσοκομείο στο ίδιο κρεβάτι, φορώντας ταιριαστές ρόμπες.