Η Ανγκελα Μέρκελ, παρότι δεν έχει δικά της παιδιά, ήταν πάντα μια μητρική φιγούρα για τον γερμανικό λαό. Ως «Mutti» έγινε γνωστή πριν ακόμα φτάσει στην καγκελαρία – παιδονόμος του κόμματος. Ως «Mutti» κέρδισε, ποτέ εύκολα, τέσσερις εκλογές – για να βάλει τάξη στα πράγματα. Ως «Mutti» κυβέρνησε τη Γερμανία και την Ευρώπη -και αποδείχτηκε περισσότερο σοβαρή παρά σταθερή. Η στιβαρότητά της δεν συνοδεύεται από ακαμψία, αντίθετα οι χωρίς πολλές εξηγήσεις αλλαγές πορείας αποτελούν σήμα κατατεθέν της. Το έκανε με την υπόθεση της ατομικής ενέργειας, στην οποία άλλα είχε υποσχεθεί και άλλα, υπό την πίεση όχι τόσο του κόμματος των Πρασίνων όσο της επιρροής της οικολογίας στην κοινωνία, έκανε στην εξουσία. Το έκανε κατά τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας πέρασε από τη «γραμμή Σόιμπλε» και το μέγα ατόπημα της Ντοβίλ στην αποδοχή του «whatever it takes» και τη μεταμεσονύχτια διατήρηση της χώρας μας στην Ευρωζώνη, πέντε Ιουλίους και κάμποσες ζωές πίσω. Το έκανε με την -αρχική – στάση της στο Μεταναστευτικό, όπου πήγε κόντρα στο ένστικτο του κόμματος της και ενέγραψε, με αρκετά βαρύ εκλογικό τίμημα, την πρώτη ιστορική υποθήκη της. Θα προσπαθήσει να το ξανακάνει το επόμενο διάστημα με την υποστήριξη ενός σχεδίου – και Ταμείου – Οικονομικής Ανασυγκρότησης που βρίσκεται στους αντίποδες της ως τώρα γερμανικής, και της δικής της, φιλοσοφίας και πράξης. Αν καταφέρει να περάσει το σχέδιο, έστω και σε υποφερτά αλλαγμένη μορφή, η θέση της στην Ιστορία, και το πέρασμα των αναποδογυρισμάτων της στη λήθη, είναι εξασφαλισμένα.
Η παρούσα γερμανική προεδρία της Ενωσης – υπό μια τέτοια καγκελάριο, σε μια τέτοια συγκυρία – χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως «μητέρα όλων των προεδριών». Κι εδώ υπάρχουν ψήγματα αλήθειας, κι εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Με την καθιέρωση, από τη Συνθήκη της Λισαβόνας (2009), της θέσης του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της εν γένει πιο συγκεντρωτικής ανάληψης πρωτοβουλιών στα ανώτερα κλιμάκια της Ενωσης, η εξάμηνη προεδρία δεν παίζει τον ρόλο που έπαιζε παλιά, τάση που ενδυναμώθηκε και από την ποσοτική και ποιοτική πολυδιάσπαση της Ευρώπης. Επιπροσθέτως, η προεδρία του δεύτερου εξαμήνου είναι «κουτσή» – πρέπει να της αφαιρεθεί το καλοκαίρι και το τέλος της χρονιάς – και η όρεξη για «μεγάλες κινήσεις» πιο περιορισμένη – στην παρούσα φάση σχεδόν ανύπαρκτη. Η άσκηση της προεδρίας προσφέρεται ίσως για θέση προτεραιοτήτων, που όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι σχεδόν νομοτελειακές: αντιμετώπιση του κορωνοϊού και Brexit (όπου Γερμανία και Μέρκελ, μιλώντας στο όνομα όλων, θα μπορούσαν πράγματι να έχουν αυξημένο ρόλο). Στο ζήτημα, συνεπώς, της εσωτερικής δημοσιονομικής επανάστασης, την οποία, χωρίς φυσικά να την ονομάζει έτσι, προωθεί η καγκελάριος, είναι αμφίβολο αν η διπλά μητρική της θέση τη βοηθά.
Αυτό που σίγουρα τη βοηθά είναι η αποφασιστικότητά της, η οποία προέρχεται – το επαναλαμβάνω – όχι τόσο από αλλαγή πεποιθήσεων όσο από αίσθηση συμφέροντος – για όλη την Ενωση, αλλά πρωτευόντως για τη Γερμανία. Να πάλι τα ειρωνικά παράδοξα της ιστορίας: η Γερμανία χρειάζεται την Ενωση περισσότερο απ’ όσο η Ενωση τη Γερμανία, στο δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε ο πιο ευρωπαϊστής υπήρξε πάντα ο δεύτερος, στο δίπολο Γερμανία – Γαλλία η όποια «ομοσπονδιακή» λογική εκπορεύεται μόνο από την πρώτη. Λιγότερη σημασία έχει αν, σήμερα, η Γερμανία παίζει τον ρόλο του σωτήρα, αν η Μέρκελ εμφανίζεται ως η «μεγάλη Ευρωπαία» και η Γαλλία αυτή που την «έσυρε» στο σωτήριο πακέτο. Αυτό που μετρά είναι να κερδηθούν τα μεγάλα στοιχήματα, που είναι όχι τόσο τα ποσοτικά (ποιος θα πάρει πόσα και πώς), όσο τα πολιτικά. Κυρίως: να μπει ο σπόρος της κοινής δράσης στο μεδούλι τόσων διαφορετικών χωρών και ηγετών, ώστε να μη χρειάζονται καταστροφές και πανδημίες για να γίνουν οι αναγκαίες κινήσεις. Πεδίο δόξης λαμπρό για μητέρες – δασκάλες – παιδονόμους, ιδίως όταν δεν έχουν πια να φοβηθούν τίποτα.







