Το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2020 είναι ο πρώτος οργανωμένος οδικός χάρτης που δημοσιοποιείται για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019. Είναι απαραίτητο βήμα για να αποκρυσταλλωθούν οι βασικές παραδοχές και να μπορέσουν να τοποθετηθούν απέναντί της φορολογούμενοι, επιχειρήσεις, πιστωτές, ξένο κεφάλαιο.

Φαίνεται λοιπόν ότι το σχέδιο του προϋπολογισμού σε συνδυασμό με τον επιτυχημένο δανεισμό του 10ετούς ομολόγου με ιστορικό χαμηλό 1,5% και την απελευθέρωση των κεφαλαιακών ελέγχων, που έγινε λίγο νωρίτερα, σηματοδοτούν κρίσιμες θετικές στιγμές στην οργάνωση των οικονομικών της χώρας.

Θα είναι εξαιρετικά σημαντικό εάν φθάσουμε επιτυχώς και στην πιστοληπτική αναβάθμιση του Δημοσίου που θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας και υψηλότερη ρευστότητα.

Στον φετινό προϋπολογισμό ενσωματώνονται τα βασικά στοιχεία προεκλογικών εξαγγελιών και των εξαγγελιών της Εκθεσης της Θεσσαλονίκης με κύρια σηματοδότηση τις φορολογικές ελαφρύνσεις (ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ στα είδη διατροφής, εστίαση κ.λπ.), ενώ ταυτοχρόνως δίνεται ένα μήνυμα δημοσιονομικής ισορροπίας και σταθερότητας. Αυτό το μήνυμα εξάλλου αποτυπώθηκε και στο χαμηλό επίπεδο κόστους δημόσιου δανεισμού. Σημειωτέον ότι το χαμηλότερο κόστος θα αποτυπωθεί και στις εκδόσεις των ιδιωτικών και τραπεζικών εταιρικών ομολόγων.

Τα μεγέθη του προϋπολογισμού πιστοποιούν ότι οι δημοσιονομικές υποχρεώσεις που σχετίζονται με τα πρωτογενή πλεονάσματα τηρούνται για το 2019 και υπόσχονται μια παρόμοια εξέλιξη για το 2020. Ετσι τώρα ανοίγει και ο δρόμος για τις συζητήσεις γύρω από τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Θα είναι μια διαπραγμάτευση που θα ανοίξει επισήμως τους πρώτους μήνες το 2020 και ειδικότερα μετά το επίσημο δημοσιονομικό κλείσιμο της χρήσης του 2019, δηλαδή τον Μάρτιο και Απρίλιο του 2020.

Βεβαίως επισημαίνονται και ορισμένες αρνητικές ανισορροπίες που κανένας προϋπολογισμός δεν μπορεί να θεραπεύσει, αλλά απαιτείται μια συνεχή επίμονη ενάρετη προσπάθεια, όπως είναι η σχέση χρέους μέρους ΑΕΠ, η αρνητική καθαρή επενδυτική θέση της χώρας, τα κόκκινα δάνεια και βεβαίως το υψηλό ποσοστό ανεργίας. Στην προκειμένη περίπτωση σημαντικό είναι να κινείται η οικονομική πολιτική προς την κατεύθυνση θεραπείας τους και όχι της επιδείνωσής τους.

Ομως σημαντικότερο σημείο είναι ότι το σύνολο της οικονομικής πολιτικής που αποτυπώνεται στον προϋπολογισμό οδηγεί να διαμορφώσουμε μια εικόνα θετικής πορείας της οικονομίας για το 2020, γεγονός που δημιουργεί προσδοκίες για τη συνέχεια.

Να σημειωθεί ότι το 2019 θα είναι το έτος στο οποίο εκτιμάται ότι θα εμφανιστεί για πρώτη φορά μια αξιόλογη (+0,6%) θετική διαφορά ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με την ευρωζώνη, αφού, έπειτα από μακρά χρονική περίοδο, ο ρυθμός στην Ελλάδα θα είναι μεγαλύτερος απ’ ό,τι στην ευρωζώνη. Μάλιστα η διαφορά αυτή αναμένεται να αυξηθεί στα επόμενα χρόνια. Η επίτευξη αυτή της διαφορικής θετικής ανάπτυξης θα μπορούσε να αποτελεί και τον υψηλότερο στόχο της οικονομικής πολιτικής αφού έτσι θα καταδειχθεί το επιτυχημένο παράδειγμα της ελληνικής οικονομίας και τα μάτια του κόσμου θα ξαναγυρίσουν προς εμάς.

Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι καθηγητής στο ΕΚΠΑ