Δεν είναι λίγα τα παιχνίδια τα τελευταία χρόνια που η Εθνική βγάζει μόνη τα μάτια της.
Από το 2009 και το τελευταίο μετάλλιο (χάλκινο) στο Ευρωμπάσκετ της Σλοβενίας, η τετράδα αγνοείται σε μόνιμη βάση (την αγγίξαμε πρόπερσι στην Πόλη, όταν χάσαμε με ανατροπή σημαντικής διαφοράς από τους Ρώσους στον προημιτελικό) για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα.
Υπάρχουν βέβαια φορές, που το να μην μπεις στην τετράδα δεν είναι αποτυχία, όπως για παράδειγμα η έκτη θέση στη Λιθουανία το 2011 (με τον Διαμαντίδη να έχει αποσυρθεί και τον Σπανούλη να είναι τραυματίας) με τον Ηλία Ζούρο στο τιμόνι ή και η πέμπτη θέση στο Ευρωμπάσκετ με τον Φώτη Κατσικάρη, στην τελική του φάση που διεξήχθη στη Λιλ της Γαλλίας.
Εδώ όμως στην Κίνα, η Εθνική αν δεν καταφέρει να μπει – τουλάχιστον – στους οκτώ καλύτερους του κόσμου με αυτό το υλικό (και δεν αναφερόμαστε μόνο στον Γιάννη Αντετοκούνμπο), ασφαλώς θα είναι άξια της μοίρας της και θα έχουν όλοι ευθύνη σε μια ενδεχόμενη αποτυχία.
Ωστόσο, ακόμα υπάρχει δρόμος, όσο και αν έχει στενέψει, και οι ίδιοι (παίκτες και προπονητής) που έβαλαν την ομάδα σε αυτό το δύσκολο μονοπάτι έχουν την ικανότητα να τη βγάλουν και πάλι στο ξέφωτο. Αρκεί να μην επικρατήσει το – κλασικά ελληνικό – φαινόμενο να πνιγούμε στην εσωστρέφεια και την γκρίνια έπειτα από μια ήττα.
Δηλαδή, οι Τούρκοι που έχασαν από τις ΗΠΑ με έναν πόντο στην παράταση, με 0/4 βολές στο φινάλε και ενώ ήταν αυτοί μπροστά με έναν πόντο τι πρέπει να κάνουν; Να εγκαταλείψουν τη διοργάνωση;
Αυτή τη στιγμή επιβάλλεται να επικρατήσει σύνεση και ψυχραιμία για να εξασφαλιστεί σε πρώτη φάση (αύριο με τη Νέα Ζηλανδία) η πρόκριση στις 16 που θα συνεχίσουν και μετά βλέπουμε βήμα βήμα.
Το να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα δεν βοηθάει, αρκεί να μάθουμε όσο το δυνατόν καλύτερα το μάθημά μας και να ψάξουμε πλέον την υπέρβαση.







