Την άλλη μέρα το πρωί, ανέβηκα στην ταράτσα κι άρχισα να πιάνω πουλιά στον αέρα. Για στάσου, είπα μέσα μου. Οπως φάνηκε και από το εκλογικό αποτέλεσμα, δεν πρόκειται δα και για κανένα σπουδαίο κατόρθωμα. Μέχρι κι εγώ μπορώ να το κάνω αυτό. Και πράγματι. Οταν άδειασα τον αέρα από το παραμικρό πουλί, λευτερώθηκε  ο ουρανός κι ήρθε κι ακούμπησε ανεμπόδιστα πάνω στη μύτη μου, συνειδητοποίησα αίφνης ότι κακώς, πολύ κακώς ψάρωνα τόσα χρόνια. Θα μου πεις, έμαθα έτσι να αναπνέω με βράγχια και να θαλαμώνω εκεί που δεν φτάνει ανθρώπου χέρι και μεγάλου ψαριού σκιά. Αλλο όμως το πουλί κι άλλο το ψάρι. Τους έριξα λίγα σποράκια, τους επέτρεψα να κουτσουλίσουν τις ζαρντινιέρες μου και μετά τα ξαμόλησα να γίνουν κουκίδες στους αιθέρες ενώ εγώ ξανάπεσα στη θάλασσα γιατί εν τω μεταξύ είχα εθιστεί στο πλαγκτόν και είχα γίνει τζάνκι της πετρελαιοκηλίδας του Κουρουμπλή.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ