Πριν από εννέα χρόνια αυτές τις ημέρες, ξεκινούσε μία από τις πιο δραματικές χρονιές στην ελληνική μεταπολιτευτική ιστορία. Η κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου είχε μόλις περάσει από τη Βουλή τον προϋπολογισμό του 2010. Αυτός εκτιμούσε το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 στο 12,7% του ΑΕΠ, 10 ολόκληρες μονάδες πάνω από τον ψηφισμένο προϋπολογισμό για το 2009 και διπλάσιο από την τελευταία «εκτίμηση» της προηγούμενης κυβέρνησης μερικές ημέρες πριν από τις εκλογές. Ταυτόχρονα, στόχευε σε μείωση του ελλείμματος στο 9,1% το 2010, δηλαδή 3,7 μονάδες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το έλλειμμα του 2009 ήταν τελικά άνω του 15% (36 δισ.), ενώ το 2010 μειώθηκε με επίπονα μέτρα 4 μονάδες – πρώτη φορά πιάστηκε ο στόχος.

Η οικονομία είχε ήδη μπει σε ύφεση από το τέλος του 2008, ενώ το 2009 είχε συρρικνωθεί κατά 3% – αλλά και αυτό, όπως και την πλήρη εικόνα για τα δημοσιονομικά, θα τα μαθαίναμε αργότερα. Προς το παρόν, η κυβέρνηση είχε να διαχειριστεί στο εσωτερικό και το εξωτερικό τον πρωτοφανή δημοσιονομικό εκτροχιασμό αλλά και τις συνέπειες της απόκρυψής του, και μαζί τις πρώτες υποβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης. Παρά ταύτα η Ελληνική Δημοκρατία συνέχιζε να δανείζεται στις αγορές, αντλώντας με πολυετείς εκδόσεις ομολόγων τον Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο συνολικά 18 δισ. ευρώ. Στην τελευταία έκδοση αρχές Απριλίου το επιτόκιο ήταν 5,9% και το 10ετές περιθώριο κινδύνου (spread) είχε σχεδόν φθάσει τις 400 μονάδες (ως μέτρο σύγκρισης: σήμερα είναι πάνω από 400 μονάδες).

Η συνέχεια είναι γνωστή. Το πρώτο Μνημόνιο υπογράφηκε τον Μάιο, και τα πρώτα 10 δισ. έφτασαν στην Ελλάδα μία μόλις ημέρα πριν η χώρα κηρύξει επίσημα πτώχευση μην έχοντας χρήματα για να αποπληρώσει ένα ομόλογο που έληγε. Είχαν περάσει 9 μήνες από τις εκλογές. Ξεκινούσε η περίοδος της κατάρρευσης του οικονομικού και πολιτικού μοντέλου της Μεταπολίτευσης, αλλά το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν το είχε ακόμα αντιληφθεί. Ηταν μία περίοδος που χαρακτηρίστηκε από τη σταδιακή αποκάλυψη του μεγέθους του προβλήματος, και την προσπάθεια διαχείρισης από την κυβέρνηση ενός χρονικού περιθωρίου που έκλεινε ταχύτατα. Ολα αυτά απέναντι σε μία Ευρώπη διστακτική, αναποφάσιστη, αντιμέτωπη για πρώτη φορά με τα λάθη σύλληψης του ευρώ, και η οποία αρνούνταν να αντιληφθεί ότι το πρόβλημα δεν ήταν απλώς ελληνικό, αλλά συστημικό, απαιτώντας κοινή αντιμετώπιση.

Μία δεκαετία αργότερα, δεν μπορούμε ακόμα να συμφωνήσουμε μεταξύ μας σε μία κοινή αφήγηση για την κρίση. Το κόμμα που παρέδωσε το 2009 το εξωφρενικό έλλειμμα που μας οδήγησε στο Μνημόνιο, έχοντας από το 2004 προσθέσει πάνω από 100 δισ. στο δημόσιο χρέος, σήμερα – με ορίζοντα την επάνοδο στην εξουσία – αρνείται να αναλάβει την παραμικρή ευθύνη τόσο για το τι παρέδωσε όσο και για την ανεύθυνη στάση την πρώτη περίοδο των Μνημονίων. Η σημερινή κυβέρνηση, έχοντας κάνει καριέρα το αντιμνημόνιο και φτάσει τη χώρα στον γκρεμό πριν συνθηκολογήσει με την πραγματικότητα, έχει σήμερα μία προσβλητική και ψευδεπίγραφη ρητορική «εξόδου από την κρίση», ενώ έχει διολισθήσει στις χειρότερες πελατειακές πρακτικές που μας έφεραν εδώ. Στον δε πολιτικό χώρο που επωμίστηκε το βάρος της διαχείρισης του προβλήματος με βαρύ πολιτικό τίμημα, ένα μέρος ακόμα λειτουργεί ενοχικά για τις υπεύθυνες εθνικά αποφάσεις που πάρθηκαν, ενώ δεν θέλει να βλέπει τις δικές του διαχρονικές ευθύνες.

Και η ελληνική κοινωνία, εξαντλημένη και βαθύτατα τραυματισμένη από όλη την περιπέτεια δεν θέλει πια να συζητά το παρελθόν. Ποτισμένη για χρόνια με αντιμνημονιακούς μύθους, έχει στην πλειοψηφία της κρατήσει μία πολλαπλά διαστρεβλωμένη εικόνα για το τι πραγματικά συνέβη και γιατί. Με αυτά τα δεδομένα, η επόμενη κρίση δεν είναι μακριά. Μόνο με μία επανάσταση αυτογνωσίας και αντίστοιχων πρωτοβουλιών μπορούμε να την αποφύγουμε.

Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου είναι πρώην υπουργός, συγγραφέας του βιβλίου «Game Over – Η Αλήθεια για την Κρίση»