Κακώς νομίζαμε έως τώρα ότι εμβληματικές φυσιογνωμίες της συριζαίικης Αριστεράς είναι ο Αρης, ο Φιντέλ, ο Μαδούρο, άντε και ο Κουφοντίνας.

Εφεξής πρώτη μούρη στον Πάνθεον των ηρώων της αναδεικνύεται ο αείμνηστος Δημήτριος Βούλγαρης ή Τζουμπές.

Η ομολογημένη (ακόμη κι από τον Πρόεδρο της Βουλής!) προσπάθεια της κυβέρνησης να παρατείνει με συνταγματικά τερτίπια τον βίο της ως «κυβέρνηση μειοψηφίας» εγγράφεται ευθέως στη λαμπρή παράδοση φαυλότητας του υδραίου πολιτικού.

Να θυμίσω ότι τελευταία φορά που η Ελλάδα κυβερνήθηκε από κυβέρνηση μειοψηφίας ήταν το 1874-75 με πρωθυπουργό τον Τζουμπέ της καρδιάς μας.

Την επόμενη χρονιά, ο Χαρίλαος Τρικούπης εξήγγειλε (διά στόματος βασιλέως Γεωργίου Α’) την «αρχή της δεδηλωμένης» ή «δημοκρατική αρχή».

Εκτοτε κι επί ενάμιση αιώνα η Ελλάδα κυβερνήθηκε από αναρίθμητες κυβερνήσεις, καλές ή κακές, αλλά ποτέ από κυβέρνηση μειοψηφίας. Ακόμη κι η μειοψηφική κυβέρνηση Τσαλδάρη το 1932 είχε τη ρητή ανοχή της αντιπολίτευσης του Ελευθέριου Βενιζέλου.

Κατόπιν τούτου, αν η κυβέρνηση καταφέρει να σπάσει μια δημοκρατική συνταγματική παράδοση 144 ετών, δικαιούμαστε να λέμε ότι δεν έχουμε «πρώτη φορά Αριστερά» αλλά «δεύτερη φορά Τζουμπέ».

Αλλωστε η σύγκριση μάλλον υπέρ του Τζουμπέ αποβαίνει.

Να θυμίσω ότι τον έλεγαν έτσι επειδή δεν φορούσε γραβάτα αλλά «τζουμπέ». Ενα μακρύ έως τους αστράγαλους ανατολίτικο πανωφόρι με το οποίο ντύνονταν συνήθως οι κοτζαμπάσηδες.

Ο Τζουμπές πέρασε στην Ιστορία ως πρότυπο φαυλότητας, αυθαιρεσίας και πελατοκρατίας.

Κανάκευε τους οπαδούς του κι εξυπηρετούσε αδίστακτα τους πολιτικούς φίλους του.

Πάντως επί ημερών του σύμπλεγμα τύπου «Παππάς, μπαμπάς Παππάς και Μανώλης του Παππά» δεν είχε καταγραφεί.

Ηταν σκληρός, τραμπούκιζε και δίωκε τους αντιπάλους του – ένα είδος Πολάκη και Παπαγγελόπουλου ταυτοχρόνως…

Ποτέ δεν ακούστηκε όμως ότι άνθρωποι του Τζουμπέ προέτρεπαν τον Παπακωνσταντίνου να «δώσει» τον Βενιζέλο, ούτε ότι ζητούσαν από έναν ισοβίτη να «δώσει» τον Μαρινάκη «για να μείνει είκοσι χρόνια ο Τσίπρας», ούτε ότι πίεζαν τον Παπαντωνίου να «δώσει» τον Σημίτη, ούτε ότι εκβίαζαν «κουκουλοφόρους» μάρτυρες να «δώσουν» τον Σαμαρά, τον Στουρνάρα και τον Αδωνη.

Μπορεί ο Τζουμπές να είχε μια νοοτροπία αυθαιρεσίας – δικαιολογούσε τις αποφάσεις του με την αρβανίτικη έκφραση «άστε ντούα!» που σημαίνει «έτσι θέλω!».

Αλλά τέτοιες αλητείες δεν έκανε.

Δεν ξέρω πώς θα τελειώσει η «δεύτερη φορά Τζουμπές».

Θυμίζω απλώς ότι ο αυθεντικός Τζουμπές κατέληξε στο Ειδικό Δικαστήριο κατηγορούμενος για πλαστογραφία και αντιποίηση αρχής, μαζί με τον γαμπρό του και υπουργούς που πουλούσαν έδρες σε μητροπολίτες!

Πέθανε το 1877 πριν ολοκληρωθεί η εκδίκαση.