Από την περασμένη εβδομάδα η γερμανική Χριστιανοδημοκρατία έχει νέα πρόεδρο την Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Για το κόμμα έκλεισε ύστερα από 18 χρόνια το κεφάλαιο της Μέρκελ, η οποία σύρθηκε μεν να ρυθμίσει πρόωρα τη διαδοχή της, αλλά πέτυχε το ακατόρθωτο: να εκλεγεί πρόεδρος του CDU η εκλεκτή της, «ΑΚΚ», κόντρα στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τους εσωκομματικούς της αντιπάλους Φρίντριχ Μερτς και Γενς Σπαν.

Στη νέα πρόεδρο του κόμματος πέφτει το βάρος να κλείσει το χάσμα που άνοιξε η μάχη της διαδοχής στους Χριστιανοδημοκράτες ανάμεσα στους κεντρώους «μερκελιστές» και τους υπέρμαχους της συντηρητικής, εθνοκεντρική στροφής. Το γεγονός ότι η νέα πρόεδρος πρότεινε αμέσως και εξελέγη γενικός γραμματέας του κόμματος ο προερχόμενος από το συντηρητικό στρατόπεδο Πάουλ Τσέμιακ δείχνει ότι η Κραμπ – Καρενμπάουερ «όχι μόνο έχει τη διάθεση, αλλά έκανε και το πρώτο βήμα» για να συμπεριλάβει τους αντιπάλους της στο νέο ηγετικό σχήμα, λέει στα «ΝΕΑ» ο χριστιανοδημοκράτης υφυπουργός Παιδείας Τόμας Ράχελ.

Η διαδοχή στο κόμμα συνεπάγεται και μετατόπιση του CDU σε συντηρητικότερες θέσεις από εκείνες της Μέρκελ, με αναμενόμενες τις τριβές ανάμεσα στα κεντρικά του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και την καγκελαρία. Θα είναι όμως διαχειρίσιμες με πρόεδρο του CDU την Κραμπ-Καρενμπάουερ. Από τα μέσα Ιανουαρίου που θα εκλέξει και η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CSU) νέο πρόεδρο, διάδοχο του Ζεεχόφερ – πιθανότατα τον Μάρκους Ζέντερ – θα πρέπει να αναζητηθεί και μία νέα ισορροπία ανάμεσα στην τριάδα Μέρκελ – Κραμπ-Καρενμπάουερ – Ζέντερ.

Εύκολα δεν θα είναι όλα αυτά, αλλά με τη διαδοχή της Μέρκελ στο CDU διευθετείται η κρίση ηγεσίας του κόμματος που λειτουργούσε παραλυτικά και για την κυβέρνηση της Γερμανίας. Το επόμενο στοίχημα για τη Μέρκελ είναι να ρυθμίσει και τη διαδοχή της στην καγκελαρία. Η ίδια δήλωσε ότι θέλει να εξαντλήσει τη θητεία της μέχρι το 2021, διάχυτη όμως είναι η αίσθηση ότι η παραμονή της θα κριθεί μέσα στο 2019 από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Μαΐου και περιφερειακών εκλογών σε τρία ανατολικογερμανικά κρατίδια με ισχυρή παρουσία του ακροδεξιού AfD. Θα κριθεί επίσης από την πορεία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.

Ενα από τα σενάρια που κυκλοφορούν σε δημοσιογραφικά γραφεία είναι η πρόωρη αποχώρηση της Μέρκελ μετά τις ευρωεκλογές προκειμένου να παραδώσει την καγκελαρία στην Κραμπ-Καρενμπάουερ για να αποκτήσει και εμπειρία καγκελαρίου πριν από τις επόμενες εκλογές. Αυτό προϋποθέτει να παραμείνει στην κυβέρνηση το SPD, το οποίο κανέναν λόγο δεν έχει να εξασφαλίσει κυβερνητική εμπειρία στην αντίπαλό του Κραμπ-Καρενμπάουερ. Αντίθετα, η αναμενόμενη ήττα του SPD στις εκλογικές αναμετρήσεις θα ενισχύσει εκείνους που πιστεύουν ότι ο κατήφορος του SPD θα σταματήσει αν αποχωρήσει από την κυβέρνηση.

Ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ ονειρεύεται ένα νέο ξεκίνημα για την «Τζαμάικα», τη συγκυβέρνηση Χριστιανικής Ενωσης – Πρασίνων – FDP. Αλλά οι Πράσινοι δεν θα διαπραγματευτούν συγκυβέρνηση βάσει του 8,9% των προηγούμενων εκλογών, όταν σήμερα παίρνουν στις δημοσκοπήσεις 20%.

Απομένει το σενάριο της κυβέρνησης μειοψηφίας της Μέρκελ, η οποία εκλέχτηκε από την Μπούντεσταγκ καγκελάριος. Την πρόταση αυτή προπαγανδίζει από καιρό ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά δεν θέλει με τίποτα η Μέρκελ. Εσχατη λύση, φυσικά, είναι οι πρόωρες εκλογές.

Στο «πολιτικό βαρόμετρο» του δεύτερου γερμανικού καναλιού ZDF που έγινε μετά την εκλογή νέας προέδρου του CDU, τα κόμματα της Χριστιανικής Ενωσης CDU/CSU ανέβηκαν στο 30%, τρεις μονάδες πάνω από την προηγούμενη μέτρηση. Αντίθετα, το ακροδεξιό AfD έχασε μία μονάδα και μειώθηκε στο 15%. Το ίδιο ποσοστό έχει και το SPD που ανέβηκε μία μονάδα, στο 15%, αλλά παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Δεύτερο κόμμα παραμένουν οι Πράσινοι, που υποχώρησαν τρεις μονάδες και βρίσκονται στο 19%. Μειώθηκε και το ποσοστό των Φιλελευθέρων FDP κατά μία μονάδα, στο 7%, ενώ Η Αριστερά παρέμεινε στο 9%.

Η Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ δεν έχει πείσει ακόμη για τις κυβερνητικές της ικανότητες: το 38% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι είναι ικανή για καγκελάριος, ενώ το 41% ότι δεν είναι. Τα ποσοστά του «πολιτικού βαρόμετρου» δίνουν μία οριακή πλειοψηφία σε έναν συνασπισμό Χριστιανικής Ενωσης και Πρασίνων. Βέβαια, ύστερα από πρόωρες εκλογές.