Το καφέ – ζαχαροπλαστείο του Βάρσου είναι ένας τόπος συνάντησης για όσους το άρωμα της καψαλισμένης ζάχαρης και της αυθεντικής βανίλιας τροφοδοτούν την επιθυμία τους να συνδεθούν με ένα αδιάβλητο παρόν. Εκεί είναι το ραντεβού με την κομψά μαυροντυμένη δημιουργό που πίνει τσάι. Κάτω από το επιτοίχιο κεραμικό έργο του Πάνου Βαλσαμάκη, στο εσωτερικό του καταστήματος.

Η ώρα του τσαγιού είναι μια αγγλική συνήθεια που η Σοφία Κοκοσαλάκη απέκτησε πριν από 20 χρόνια όταν έφυγε για το Λονδίνο για να συναντήσει το μέλλον της. Στο περίφημο Saint Martin’s, από όπου πρόβαλλαν οι φυσιογνωμίες της μόδας του 21ου αιώνα, όπως ο Τζον Γκαλιάνο και ο Αλεξάντερ ΜακΚουίν. Αλλά και στην περιοχή Χάκνεϊ, όπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90 η αγγλική σκηνή της μουσικής, της τέχνης και της μόδας δημιουργούσε το μείγμα της νέας αντισυμβατικότητας. Από εκείνα τα χρόνια υπάρχουν στο αρχείο της φωτογραφίες που ανεβάζει στον λογαριασμό της στο Instagram με λεπτομέρειες από τις πρώτες της απόπειρες – ιδιαίτερα επιτυχημένες – να μπει στο σύστημα της μόδας. Μία από τις εικόνες της δείχνει ένα κομμάτι ύφασμα με πυκνοκεντημένες γραμμές.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΡΟΥΧΑ. «Οταν σπούδαζα στο Saint Martin’s, αποφοιτούσαν ανά έτος μόνο 12 σχεδιαστές στο γυναικείο ντιζάιν. Τότε ήταν λίγοι και τα δίδακτρα πιο λογικά. Δεν υπήρχαν πλούσιοι σπουδαστές από την Κίνα, όπως σήμερα που έχουν κατακλύσει αυτήν τη σχολή. Η συλλογή της αποφοίτησής μου τότε μπήκε σε μια γκαλερί του Λονδίνου, τη Βικτόρια Μιρό, από τις πιο αξιόλογες στη σύγχρονη τέχνη. Ηταν η πρώτη φορά που δοκίμασαν να κάνουν έκθεση με κομμάτια μόδας. Ισως τότε θα έπρεπε να το δω διαφορετικά και να κάνω στροφή στην τέχνη, αντί στα ρούχα. Θυμάμαι ότι για να ετοιμάσω ένα σακάκι μού πήρε τρεις μήνες γιατί είχα μια τρελή ιδέα να κεντήσω ένα κείμενο στο εσωτερικό του που ήθελα να βγαίνει από την ανάποδη στην πλάτη του ρούχου. Το κεντούσα μπροστά σε καθρέφτη… Τι ξενύχτια είχα κάνει, με τις ώρες, γι’ αυτό το κομμάτι. Τα παλιά μου ρούχα έχουν γίνει τώρα δυσεύρετα και συλλεκτικά. Ολο το αρχείο μου βρίσκεται σε αποθήκες δύο ώρες μακριά από το Λονδίνο και δεν ξέρω πια τι έχω. Κατάφερα κατά τύχη να πάρω πίσω το trademark του ονόματός μου και μου αρέσει που το έχω. Είμαι εγώ και όχι κάποιος άλλος που το χρησιμοποιεί για να κάνει οτιδήποτε. Πρέπει να είναι σαν βιασμός αν βλέπεις το όνομά σου σε άλλον».

Στο χέρι της φορά ένα ασημένιο βραχιόλι με ιδιαίτερους κόμπους και στον λαιμό της ένα περιδέραιο – τσόκερ με ένα κούμπωμα που μοιάζει με γάντζο. Ενα πάντρεμα μεταξύ παρελθόντος και παρόντος βγαίνει στα κοσμήματά της. Και στα δύο υπάρχει κάτι αδιόρατα γνώριμο που εκείνη το αποδίδει στην κρητική καταγωγή της και στην προσφιλή της συνήθεια να ανατρέχει σε εικονογραφικές λεπτομέρειες, άλλοτε του μινωικού πολιτισμού, άλλοτε κάποιας άλλης χρονικής στιγμής της ελληνικής αρχαιότητας. «Είναι τα αγκίστρια των ψαράδων. Μου προέκυψε όταν κοίταζα τις μινωικές τοιχογραφίες και έβλεπα τα εργαλεία των ψαράδων. Ηθελα να κάνω πάντα μια αλυσίδα ροκ, αλλά όχι αυτό το συνηθισμένο μεταλλικό ροκ, την ήθελα λίγο πιο σκληρή. Και όταν εντόπισα αυτά τα αγκίστρια, βρήκα το σχέδιό μου για τη δική μου αλυσίδα. Αυτός ο γάντζος μού βγήκε επειδή μου αρέσουν τα χρηστικά αντικείμενα. Πάντα η θηλυκότητα που έβγαζα στη δουλειά μου είχε κάτι το σκληρό. Χωρίς όμως να είναι θηλυκότητα φορτισμένη με στοιχεία επιβολής και χειραγώγησης. Η εμφανής θηλυκότητα που υπάρχει βέβαια στα φορέματα με πτυχώσεις και στυλ Grecian πάντα πούλαγε περισσότερο και αυτά μου ζητάνε συνήθως στις ειδικές παραγγελίες.

Ποτέ δεν ήμουν άψογα ρομαντική και γλυκανάλατη στη δουλειά μου. Αλλά είμαι γεμάτη αντιθέσεις. Οι φίλοι μου λένε συνέχεια ότι είμαι συντηρητική στη συμπεριφορά μου αλλά με προωθημένη αντίληψη. Και στη ζωή μου το ίδιο συμβαίνει: δεν παντρεύτηκα ποτέ, αλλά φτιάχνω νυφικά. Σιχαίνομαι τον γάμο και τους δεσμούς, αλλά πάντα είχα σχέσεις. Εφυγα από την Ελλάδα εδώ και είκοσι χρόνια, αλλά επιστρέφω διαρκώς και σε πολύ τακτά διαστήματα. Το ντύσιμό μου δεν είναι μοναστικό, αλλά κάπως σέξι χάρη στις λεπτομέρειες από το ανδρικό ύφος. Αυτή τη θηλυκότητα εννοώ ότι περνώ και στη δουλειά μου, με ενδείξεις βεβαιότητας και αυτοπεποίθησης».

ΣΤΟ INSTAGRAM. Υπάρχει και ένα ακόμη στοιχείο που χαρακτηρίζει την ελληνίδα σχεδιάστρια του Λονδίνου. Η κινητικότητά της στο Instagram, όπου δημιουργεί ιστορίες του παρόντος με στιγμιότυπα από εγκαίνια τέχνης, βραδιές με φίλους και τα δικά της σύντομα χιουμοριστικά σχόλια για καθημερινά συμβάντα που δεν διαφεύγουν από το ραντάρ της παρατηρητικότητάς της. «Δεν κάνω insta-stories την ίδια στιγμή, αλλά ύστερα από κάποια έξοδο, ώστε να φιλτράρω αυτά που με ενδιαφέρουν και να δείξω ως ατμόσφαιρα. Υπάρχει ακόμη ένας λόγος: δεν θα διακόψω τη στιγμή στην οποία βρίσκομαι και ζω μια οποιαδήποτε εμπειρία μόνο και μόνο για να ανεβάσω μια ιστορία. Είναι αγένεια. Το χρησιμοποιώ επειδή θέλω να έχω μια ανάμνηση ή για να υποστηρίξω τους φίλους που κάνουν κάτι δημιουργικό και να το επικοινωνήσω στους δικούς μου ακολούθους, που είναι αρκετοί. Αλλωστε μπορείς να πλάσεις και τη μνήμη έτσι όπως θέλεις με αυτές τις εικόνες που ανεβαίνουν. Μου αρέσει η φωτογραφία ως χόμπι, γι’ αυτό και έχω γεμίσει τρεις φορές τον χώρο στο iCloud όπου συγκεντρώνω το υλικό μου. Μέσα από τη φωτογραφία κάνω τεκμηρίωση του χρόνου που περνάει, δεν κυνηγάω την τέλεια σκιά. Νιώθω ότι τρέχει πάρα πολύ ο χρόνος και προσπαθώ με κάποιον τρόπο να τον σταματήσω. Συνέχεια σκέφτομαι, πάω μπρος, πίσω, αναλογίζομαι τον δικό μου χρόνο, τον χρόνο της Ιστορίας, τους μελλοντικούς χρόνους, όλες αυτές τις ενδείξεις μιας δραστηριότητας και μιας ανάγκης για δημιουργία που σηματοδοτούν την παραμονή μας. Εχω θέμα… Οχι όμως με την έννοια της ματαιοδοξίας. Αυτό είναι το λιγότερο. Επειδή μεγαλώνω, απέκτησα και παιδί, μου κάνει εντύπωση ότι ο χαρακτήρας μου δεν αλλάζει. Καλό και κακό αυτό» λέει γελώντας ανοιχτόκαρδα και κοιτάζοντας με παιδική περιέργεια τις συνοδευτικές λιχουδιές του τσαγιού και του καφέ.

«Εχω πολλή περιέργεια. Ασταμάτητη, θα έλεγα, γι’ αυτό και θέλω όσο γίνεται περισσότερο να βρίσκομαι στο κέντρο της πόλης για να βλέπω τι συμβαίνει. Ηταν ένας από τους λόγους που έμεινα στο Λονδίνο. Οχι από FOMO (σ.σ.: το ακρωνύμιο του Fear Of Missing Out, δηλώνει την ανησυχία να μη χάσεις τίποτα από ό,τι γίνεται έξω από τον χώρο σου), αλλά από ακατάσχετη περιέργεια για το κέντρο των πραγμάτων. Η απόφασή μου λοιπόν να μείνω στο Λονδίνο και όχι στην Αθήνα δεν είχε να κάνει μόνο με τη μόδα, αλλά με την ανάγκη μου να είμαι σε επαφή με το εντελώς καινούργιο, είτε είναι στην τέχνη είτε στη μουσική. Εδώ η πληροφορία είναι λίγο σαν το μεταχειρισμένο ρούχο, έρχεται επεξεργασμένη. Μικρή θυμάμαι ότι αυτή η ετεροχρονισμένη πληροφόρηση με ενοχλούσε και έτσι αναζήτησα το κέντρο των δημιουργικών και παραγωγικών πραγμάτων. Η αλήθεια είναι ότι και στην Αθήνα, όποτε έρχομαι, βγαίνω και πολλές φορές στην ίδια μέρα συμβαίνουν ταυτόχρονα ενδιαφέροντα και διαφορετικά πράγματα. Μπορεί να βρίσκομαι σε ένα δείπνο εγκαινίων μιας γκαλερί, όπως χθες που με τους καλεσμένους της Breeder πήγαμε στο Μοναστηράκι και η μόνη που δοκίμασε αρνάκι κλέφτικο ήμουν εγώ. Ανετα όμως από την επίσημη περίσταση μπορώ να συνεχίσω σε κάποιο ξεχασμένο μέρος, όπως είναι στην Αθήνα τα γκοθ κλαμπ».

ΚΑΛΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ. Οι αθηναϊκές εμφανίσεις και οι λονδρέζικες αναζητήσεις έχουν για τη Σοφία Κοκοσαλάκη νόημα εργασίας. Πέρα από βράδια με φίλους, υπάρχουν μέρες με τους τεχνίτες. «Αγαπώ να βρίσκω καλούς τεχνίτες και να δουλεύω μαζί τους κοσμήματα και ρούχα ή και παπούτσια. Και στην Αθήνα όταν έρχομαι κάνω πρότζεκτ, συνεχίζω να δουλεύω. Αυτό το διάστημα ολοκληρώνω τα ρούχα όλου του προσωπικού στο Four Seasons του Αστέρα, που είναι πολύ μεγάλο πρότζεκτ. Εχει πολλή δουλειά, γιατί υπάρχουν λεπτομέρειες πάνω στα ρούχα, είναι πολλά και διαφορετικά σχέδια για την κάθε κατηγορία εργαζομένων, όλα να είναι από καλής ποιότητας υλικά. Το ξενοδοχείο ανοίγει τον Μάρτιο και τα ρούχα τώρα μπαίνουν στην παραγωγή. Θα μοιάζει σαν μια συλλογή διαφορετικά παρουσιασμένη, εκτός πασαρέλας.

Αυτές οι συνεργασίες είναι ιδανικές, καθώς το τελειώνεις, το στέλνεις και το βλέπει ο κόσμος. Λιγότερο αγχωτικό, λιγότερο ανταγωνιστικό από την ετοιμασία ενός σόου. Φυσικά και μου αρέσει η μόδα, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Αν ασχολείσαι μόνο με αυτή, νιώθεις ότι πάσχεις από νεανική κατάθλιψη. Να ξοδεύεις τόση ενέργεια και χρόνο για τη μόδα γίνεται αν είσαι 30. Μετά, καθώς μεγαλώνεις, αναζητάς αλλού τα ίχνη του χρόνου».