Τις τελευταίες μέρες απασχολεί και πάλι την κοινή γνώμη το πρόβλημα της τέλεσης εγκλημάτων σε πανεπιστημιακούς χώρους, με αιχμή του δόρατος την εμπορία ναρκωτικών. Η παρέμβαση των φοιτητών που συνυπογράφουν μια επιστολή απόγνωσης (χαρακτηριστικό απόσπασμα: «απαιτούμε πίσω το πανεπιστήμιό μας») είναι το μόνο νέο – και, ίσως, εν μέρει ενθαρρυντικό στοιχείο: Πιθανόν αυτό να ωθήσει τους ιθύνοντες να ασχοληθούν σοβαρά με το τόσο ακανθώδες αυτό θέμα που εδώ και δεκαετίες ταλανίζει τα πανεπιστήμια της χώρας και που σχετίζεται με το περιβόητο «άσυλο».

Δεν νοείται πανεπιστήμιο χωρίς την ελεύθερη διακίνηση ιδεών, δηλαδή χωρίς ακαδημαϊκό άσυλο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στη χώρα μας που γνώρισε στο παρελθόν ανελεύθερα καθεστώτα. Τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας έχουν υποχρέωση να προασπίσουν το άσυλο έναντι εκείνων που το επιβουλεύονται. Σε αυτούς εντάσσονται και όλα τα, κατά κανόνα εξωπανεπιστημιακά, κακοποιά στοιχεία που επωφελούνται του ασύλου για να μετατρέψουν τον χώρο του πανεπιστημίου σε χώρο βίας και τέλεσης εγκλημάτων, όπως η εμπορία ναρκωτικών. Βία και κακουργήματα, όμως, δεν συμβιβάζονται με το άσυλο, ενώ η ανασφάλεια εμποδίζει τόσο τη διακίνηση ιδεών όσο και την αξιοποίησή τους για την παραγωγή νέας γνώσης.

Από αυτή την οπτική γωνία ήταν απόλυτα σωστή η πρόβλεψη άρθρου στον Ν. 4009 του 2011 (νόμος «Διαμαντοπούλου») που επέβαλλε την αυτεπάγγελτη δράση των αστυνομικών αρχών στην περίπτωση τέλεσης κάθε είδους εγκλήματος σε πανεπιστημιακούς χώρους. Δυστυχώς, αντί να θωρακισθεί ο συγκεκριμένος νόμος και να οδηγηθούμε σε πρακτικές που εφαρμόζονται αποτελεσματικά διεθνώς (π.χ. δυνατότητα άμεσης επέμβασης σε συνδυασμό με τη συνεχή παρουσία ενός σώματος ασφαλείας μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους), οι υπουργοί που διαδέχθηκαν την Αννα Διαμαντοπούλου «ξεχαρβάλωσαν» τον Ν. 4009 με αποκορύφωμα τον Ν. 4485 του 2017 που πρακτικά εγκαθιδρύει άσυλο ανομίας. Απογοητευτικό ήταν φυσικά και το πόρισμα της «Επιτροπής Παρασκευόπουλου» που συνιστά παραίτηση από κάθε προσπάθεια ομολογώντας ότι «η πλήρης εξαφάνιση οποιασδήποτε παραβατικής συμπεριφοράς στο ακαδημαϊκό περιβάλλον θα αποτελούσε ουτοπικό στόχο και θα υπέθαλπε η ίδια καταστάσεις ανομίας».

Σε πλήρη αντίθεση με το παραπάνω πόρισμα, ο υπογράφων πρεσβεύει ότι η πολιτεία πρέπει επιτέλους να πάψει να αφήνει τις εγκαταστάσεις των πανεπιστημίων στο έλεος του Θεού. Οφείλει να ακούσει τις φωνές αγωνίας όλης της πανεπιστημιακής κοινότητας που απαιτεί «εδώ και τώρα» τη λήψη δραστικών μέτρων. Δεν συναισθάνονται οι ιθύνοντες τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τα ίδια τα παιδιά μας που σπουδάζουν στα πανεπιστήμια; Πότε θα καταλάβουμε επιτέλους ότι πάνω σε αντιφάσεις δεν μπορεί να οικοδομηθεί μια εύρωστη δημόσια ανώτατη παιδεία, και ότι χωρίς αυτήν είναι αδιανόητη η ανάπτυξη του τόπου;

Ο Νικόλαος Μουσιόπουλος είναι πρ. κοσμήτορας της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, τ. αντιπρόεδρος του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος