Μια μικρή πολυκατοικία με μεγάλη ιστορία είναι η πολυκατοικία στον αριθμό 4 της Λεωφόρου Κηφισίας. Στο ισόγειο αυτού του μοντερνιστικού κτιρίου στους Αμπελοκήπους, που χτίστηκε το 1936, υπεγράφη τον Απρίλιο του 1941 η παράδοση της πόλης των Αθηνών στους Γερμανούς. Ηταν το καφενείο Παρθενών του Ανδρέα Γλεντζάκη, το ακριβές σημείο όπου θα επισημοποιείτο με τον πιο δραματικό τρόπο η υποδούλωση της Ελλάδας, ο λαός της οποίας είχε επί μήνες πολεμήσει με αυτοθυσία στα βουνά της Αλβανίας.

ΤΟ 1941. Ολα συνέβησαν στις 27 Απριλίου του 1941, 21 ημέρες μετά την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στη χώρα. Σήμερα το μεσημέρι, σχεδόν οκτώ δεκαετίες αργότερα, μαθητές του 56ου Γυμνασίου της Αθήνας, οι οποίοι πραγματοποίησαν έρευνα για την ιστορία της πολυκατοικίας, θα αναρτήσουν στο κτίριο πινακίδα που θα διηγείται στους χιλιάδες περαστικούς τον ρόλο που διαδραμάτισε στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας.

«Την 8ην ακριβώς πρωινήν εισήλθον εις την πόλιν από την κατεύθυνσιν της Λεωφόρου Κηφισίας τα δύο πρώτα τεθωρακισμένα αυτοκίνητα, ωπλισμένα με εν πυροβόλον και πολυβόλα και φέροντα τους αριθμούς 219.984 και 296.994 με ελαχίστους στρατιώτας, έχοντας επικεφαλής τον ανθυπολοχαγόν Φριτς Ντίρφλινγκ», έγραφε στο πρωτοσέλιδό της η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» της 28ης Απριλίου 1941.

Η Λεωφόρος Κηφισίας την εποχή εκείνη είναι ένας δρόμος μονής κυκλοφορίας, με λίγες μονοκατοικίες χτισμένες στις δύο πλευρές της. Κοντά στη διασταύρωσή της με τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, απέναντι από την έπαυλη Θων, σε ένα μικρό ισόγειο καφενείο των Αμπελοκήπων, θα βρεθεί η ελληνική αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τον στρατιωτικό διοικητή της πόλης Χρ. Καβράκο, τους δημάρχους Αθηναίων και Πειραιώς Αμβρ. Πλυτά και Μιχ. Μανούσκο και τον νομάρχη Κ. Πεζόπουλο, οι οποίοι θα υπογράψουν την ντροπιαστική συνθήκη παράδοσης της Αθήνας στους ναζί κατακτητές.

ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ. Μία από τις πιο μελανές σελίδες στην ιστορία της πόλης θα γραφτεί εκείνη την ημέρα. Ο Ανδρέας Γλεντζάκης, ο κρητικός ιδιοκτήτης του καφενείου Παρθενών είχε ειδοποιηθεί λίγο νωρίτερα για την ιστορική συνάντηση. «Στις 27 Απριλίου 1941 ήταν Κυριακή των Βαΐων και ο πεθερός μου θα άνοιγε αργότερα το καφενείο. Ξεκουραζόταν επάνω, στο σπίτι, όταν ξαφνικά ένας γερμανός στρατιώτης χτύπησε την πόρτα και τον ζήτησε από τη γυναίκα του» λέει στα «ΝΕΑ» η Μαρία Γλεντζάκη, σύζυγος του γιου του Ανδρέα Γλεντζάκη, Μάρκου. «Ο πεθερός μου απόρησε. Ενας γερμανός στρατιώτης να τον ζητά; Ηταν σίγουρος ότι θα τον συλλάβουν. Οπότε ντύθηκε καλά και βγήκε». Λίγο αργότερα, όπως εξηγεί ο εγγονός του καφετζή, Ανδρέας, «έφτασαν οι γερμανοί μοτοσικλετιστές. Ο πατέρας μου, 12 ετών τότε, μου έχει διηγηθεί πως ήταν κατάμαυροι στο πρόσωπο από τη σκόνη και βγάζοντας τα προστατευτικά γυαλιά τους ήταν λευκή μόνο η περιοχή γύρω από τα μάτια τους».

Οι πιτσιρικάδες που έχουν μαζευτεί για να χαζέψουν το θέαμα σκάνε στα γέλια αντικρίζοντάς τους. «Ο πεθερός μου, όμως, μέχρι το τέλος της ζωής του, μας διηγιόταν πόσο μεγάλη στεναχώρια και οργή του προκάλεσε το γεγονός ότι υπογράφτηκε η παράδοση της πόλης στους Γερμανούς μέσα στο μαγαζί του. Μόλις έφυγαν όλοι, φώναξε τον σερβιτόρο, και του είπε να πάρει το τραπέζι όπου είχε υπογραφεί η συμφωνία και να το ανεβάσει στην ταράτσα. Λίγο αργότερα έσπασε από τον θυμό του το μάρμαρο», συνεχίζει η Μαρία Γλεντζάκη.

Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ. Στο πρωτοσέλιδο του «Ελεύθερου Βήματος» με ημερομηνία 28 Απριλίου 1941 υπάρχει φωτογραφία του καφενείου όπου «έλαβον χώρα αι διατυπώσεις της παραδόσεως της πόλεως». Το σημείο, εξηγεί σήμερα η οικογένεια στα «ΝΕΑ», επελέγη τυχαία ως μία βολική θέση στη διαδρομή των γερμανικών στρατευμάτων προς το κέντρο της πρωτεύουσας. Οπως αναφέρει το «Ελεύθερον Βήμα», «τα πρώτα γερμανικά τμήματα αποτελούμενα εκ μοτοσικλετιστών των οποίων προηγούντο δύο τανκς, εισήλθον εις την πόλιν διά της Λεωφόρου Κηφισίας, οπόθεν κατευθύνθησαν προς το δημαρχείον και την Ακρόπολιν όπου ύψωσαν την σημαίαν του Αγκυλωτού Σταυρού…».

Monumenta

Δείγμα μοντερνισμού

Το καφενείο Παρθενών είχε ιδρυθεί το 1936 από τον Ανδρέα Γλεντζάκη, ο οποίος είχε ήδη ζήσει κάποια χρόνια στην Αμερική. Σύμφωνα με την Ειρήνη Γρατσία, επικεφαλής της οργάνωσης Monumenta η οποία συνεργάστηκε με τους μαθητές του 56ου Γυμνασίου Αθηνών και έχει ασχοληθεί με το κτίριο στο πλαίσιο του προγράμματος καταγραφής των αθηναϊκών κτιρίων της περιόδου 1830-1940, «την εποχή εκείνη το κτίριο περιελάμβανε το ισόγειο, στο οποίο λειτουργούσε το καφενείο, τον πρώτο όροφο και υπόγειο, στο οποίο είχε διαμορφωθεί πολεμικό καταφύγιο. Σε μεταγενέστερη χρονική περίοδο προστέθηκαν στο κτίριο δύο ακόμη όροφοι».

Εκτός από την ιστορική της αξία, η πολυκατοικία της Λεωφόρου Κηφισίας 4, όπως εξηγεί η Ειρήνη Γρατσία, με τις «λιτές όψεις της, τα μεγάλα ανοίγματα, τους κλειστούς εξώστες και τα εξωτερικά επιχρίσματα με την τεχνική του αρτιφισιέλ αποτελεί ένα χαρακτηριστικό δείγμα του μοντερνισμού που είχε επικρατήσει πλήρως την εποχή εκείνη». Σήμερα στέκει στην αρχή μιας πολυσύχναστης λεωφόρου για να θυμίζει όλα όσα έζησε στο παρελθόν.