Η «ντίβα της Ιβηρικής Χερσονήσου», όπως την αποκαλούν, έχει συνδεθεί με τη φωνή που έντυσε μαγικά την ταινία του Πέδρο Αλμοδόβαρ «Ψηλά τακούνια». Κάπως έτσι άνοιξε η πόρτα προς τη διεθνή αναγνώριση. Ομως η Λουθ Καζάλ είχε βάλει ήδη γερά θεμέλια για την πορεία της. Η μουσική, όπως έχει πει, είναι ένα με τη ζωή της, από τότε που άρχισε να μιλάει. Οι πρώτοι μελωδικοί ήχοι που εντυπώθηκαν στη μνήμη της ήταν όταν άκουγε τον πατέρα της να τραγουδά. Αργότερα, στην εφηβεία, κλεινόταν στο δωμάτιό της με τις ώρες μελετώντας τις φωνές της Εντίτ Πιαφ, της Concha Piquer, της Iva Zanicci, της Τζάνις Τζόπλιν και της Μαρίας Κάλλας. Αυτό το εύρος των μουσικών επιρροών τής έδωσε τη μαγιά για να δημιουργήσει το ιδιαίτερο μουσικό ιδίωμά της. Πολλές φορές την έχουν αποκαλέσει ως «η γυναίκα που εισήγαγε ροκ μουσική στην Ισπανία» και αυτόν τον χαρακτηρισμό τον έχει αποδεχθεί με ευχαρίστηση. Η Λουθ Καζάλ όμως ερμηνεύει με την ίδια άνεση τζαζ ή φλαμένκο. Είναι ο δικός της τρόπος να μελετά τις κουλτούρες του κόσμου ή ένας ακόμη τρόπος να δηλώνει την ανησυχία της αφού πρόκειται για καλλιτέχνιδα με ευαίσθητες κεραίες που δεν κλείνει τα μάτια σε αυτό που την περιβάλλει. Οι πρώτες σκέψεις της, μιλώντας στα «Πρόσωπα» με αφορμή τη συναυλία της στο Ηρώδειο, αρχίζουν να ξετυλίγονται από τις πρόσφατες πυρκαγιές που τραυμάτισαν την Ελλάδα.

Οδύνη. Δυστυχώς όπως και η Ελλάδα έτσι και η Ισπανία κάθε χρόνο βάλλεται από πυρκαγιές. Πολλές φορές τα λόγια δεν µπορούν να περιγράψουν τα συναισθήµατα που νιώθει κάποιος, ούτε και τον ανθρώπινο πόνο. Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται να έχεις τη δύναµη για να βρεις το κουράγιο να συνεχίσεις µε ελπίδα τη ζωή σου. Αυτά όµως είναι λόγια. Οταν βλέπεις στάχτη παντού, δεν ξέρω αν οι λέξεις µόνο µπορούν να εκφράσουν την οδύνη.

Ο Αλμοδόβαρ. Ναι, όπως λέτε, µε ακολουθεί ο τίτλος «η µούσα του Αλµοδόβαρ». Η απάντηση στην ερώτηση αν µε έχει κουράσει ή αν νιώθω ότι κλέβει κάτι από εµένα είναι – µε το χέρι στην καρδιά – ότι ποτέ, µα ποτέ δεν το έχω σκεφτεί έτσι. Είναι µεγάλη µου τιµή και χαρά που έχω συνεργαστεί µαζί του.

Η γλώσσα του συναισθήματος. Στο Ηρώδειο έρχοµαι ξανά και θα παρουσιάσω για πρώτη φορά τραγούδια από το νέο µου CD «Que Corra el Aire». Κάθε καινούργια δουλειά έχει έναν συµβολισµό. Για κάθε καλλιτέχνη, για κάθε ερµηνευτή, ένας νέος δίσκος αποτελεί κοµµάτι του εαυτού του… Και πάντα υπάρχει η αγωνία αν το αποτέλεσµα ανταποκρίνεται στις αρχικές προσδοκίες. Σε αυτό λοιπόν το CD θα έλεγα ότι αποτυπώνονται, µέσω των τραγουδιών, όλα όσα έχω νιώσει, όλα τα συναισθήµατα και όλες µου οι ανησυχίες των τελευταίων χρόνων. Δίπλα στα τραγούδια από την καινούργια δουλειά έβαλα στο πρόγραµµα και τραγούδια της Δαλιδά. Είχα κάνει πριν από λίγα χρόνια και ένα CD αφιερωµένο σε εκείνη. Για µένα ήταν µια σπουδαία ερµηνεύτρια µε εκπληκτική φωνή που παραµένει αξεπέραστη. Ηθελα να τιµήσω αυτήν την τόσο σπουδαία ερµηνεύτρια και να προσπαθήσω να πω µε τον δικό µου τρόπο τα τραγούδια της που αγαπήσαµε. Αν και για µένα το πιο φυσικό είναι να τραγουδάω στη µητρική µου γλώσσα, το να ερµηνεύω στα γαλλικά, τελικά, δεν ήταν πρόβληµα. Αν κατανοήσεις και αισθανθείς τους στίχους του τραγουδιού, µετά τα υπόλοιπα είναι εύκολα και απλά. Αλλωστε το τραγούδι είναι έκφραση. Δεν ξέρω αν θα επιχειρούσα να τραγουδήσω στα ελληνικά. Εχω ήδη συνεργαστεί µε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, έχω συναντήσει τον Μίκη Θεοδωράκη, αλλά µέχρι τώρα δεν έχω τραγουδήσει στη γλώσσα σας. Εκτιµώ πολύ τους έλληνες συνθέτες και δεν αποκλείω κάποια στιγµή να το επιχειρήσω. Θα ήταν τιµή µου.

Χωρίς όρια. Από τη µια υπάρχει το συγκεκριµένο µουσικό παρόν µου, αλλά γυρνώντας πίσω θα φτάσουµε στην αρχή της πορείας µου, όταν συνέθεσα το «El Ascensor», ένα τραγούδι – αφιέρωµα στον Μποµπ Μάρλεϊ. Δεν θα πρέπει να ξενίζει κανέναν αυτό, αφού ήταν ένας φόρος τιµής στα ακούσµατά µου. Ξέρετε, για µένα η µουσική είναι ταξίδι που δεν έχει περιορισµούς, δεν έχει όρια. Σε οδηγεί αυτή. Και η Δαλιδά και ο Μάρλεϊ είναι δύο καλλιτέχνες που αγαπώ ιδιαίτερα και µε έχουν εµπνεύσει ο καθένας µε τον τρόπο του. Είναι σπουδαίοι και ο καθένας άφησε για ξεχωριστούς λόγους το δικό του στίγµα στη µουσική.

Ρίσκο. Η πορεία των καλλιτεχνών, αυτή που τελικά σε κάνει να πεις ότι «άξιζε ο κόπος», εµπεριέχει αποφάσεις οι οποίες έχουν το στοιχείο του ρίσκου. Στην ουσία κάθε απόφαση έχει ρίσκο. Το ότι αποφάσισα να ακολουθήσω το όνειρό µου και να ασχοληθώ µε τη µουσική ήταν ένα ρίσκο, το όποιο, νοµίζω, µε δικαίωσε στην πορεία των χρόνων. Είχα την τύχη να έχω αυτή την πορεία και δεν σκέφτοµαι ποια όνειρά µου δεν έχουν εκπληρωθεί. Ζω το παρόν και αυτό που κοιτάω τώρα είναι να συνεχίσω να ερµηνεύω καλά τραγούδια και να µπορώ να κάνω ωραίες συναυλίες που θα τις απολαµβάνω, τόσο εγώ όσο και το κοινό. Είµαι σε ένα σηµείο που µπορώ να πω µε σιγουριά ότι ακόµη και αν δεν επέλεγα αυτόν τον επαγγελµατικό δρόµο στη ζωή µου, η δουλειά που θα έκανα θα περιστρεφόταν γύρω από τη µουσική. Θα αφιερωνόµουν στη σύνθεση, η µουσική είναι όλη µου η ζωή και δεν µπορώ να φανταστώ τον εαυτό µου µακριά από αυτήν…

info

Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Ακρόπολη, τηλ. 210-3241.807, 20/9, στις 21.00