Κάθε χρόνο ο Economist καταγράφει τα δεδομένα που αποτυπώνουν τη βελτίωση μιας χώρας, απονέμοντας στο τέλος τον τίτλο της «χώρας της χρονιάς». Δεν πρόκειται για την πιο ευτυχισμένη ή την πιο ισχυρή χώρα, αλλά για εκείνη που σημείωσε τη μεγαλύτερη πρόοδο μέσα στη χρονιά.
Όπως διευκρινίζει το περιοδικό, «εντοπίζουμε τη χώρα που βελτιώθηκε περισσότερο, είτε οικονομικά, είτε πολιτικά, είτε με οποιονδήποτε άλλο σημαντικό τρόπο». Η επιλογή αυτή επιχειρεί να αναδείξει θετικές εξελίξεις και παραδείγματα ανθεκτικότητας σε έναν συχνά ταραχώδη κόσμο.
Τι είδε ο Economist
Η χρονιά χαρακτηρίστηκε από διεθνείς αναταράξεις, με τον Ντόναλντ Τραμπ να προκαλεί εντάσεις στο παγκόσμιο εμπόριο και συγκρούσεις να μαίνονται στη Γάζα και το Σουδάν. Παρ’ όλα αυτά, αρκετές χώρες κατόρθωσαν να επιδείξουν σταθερότητα και πρόοδο.
Στον Καναδά, οι πολίτες επέλεξαν έναν νηφάλιο τεχνοκράτη αντί λαϊκιστή ηγέτη, ενώ στη Μολδαβία οι ψηφοφόροι απέρριψαν ένα φιλορωσικό κόμμα, παρά τις πιέσεις και την παραπληροφόρηση από τη Μόσχα. Η Νότια Κορέα ανέκαμψε από σοβαρή κρίση δημοκρατίας, καθώς απέτρεψε την επιβολή στρατιωτικού νόμου και φέτος δικάστηκε ο πρώην πρόεδρός της για εξέγερση.
Αντίστοιχα, στη Βραζιλία, η Δικαιοσύνη επέβαλε ποινή 27 ετών στον Ζαΐρ Μπολσονάρο για απόπειρα πραξικοπήματος μετά την ήττα του στις εκλογές του 2022. Η απόφαση αυτή θεωρείται ιστορική για μια χώρα που έχει ταλαιπωρηθεί από δικτατορίες. Παράλληλα, η κυβέρνηση πέτυχε σημαντική μείωση της αποψίλωσης του Αμαζονίου, αν και η φιλορωσική εξωτερική της πολιτική επισκίασε τα επιτεύγματα.
Οι υποψήφιες χώρες
Για το 2025, οι δύο επικρατέστερες υποψήφιες χώρες είναι η Αργεντινή και η Συρία, με πολύ διαφορετικές πορείες βελτίωσης.
Η πρόοδος της Αργεντινής ήταν κυρίως οικονομική. Ο πρόεδρος Χαβιέρ Μιλέι προχώρησε σε ριζικές μεταρρυθμίσεις ελεύθερης αγοράς, καταργώντας ελέγχους τιμών και περιορίζοντας κρατικές δαπάνες. Παρά το πολιτικό κόστος, οι πολίτες τον στήριξαν, όπως και οι ΗΠΑ, που παρείχαν χρηματοδοτική βοήθεια 20 δισ. δολαρίων.
Τα αποτελέσματα υπήρξαν θεαματικά: ο πληθωρισμός μειώθηκε από 211% το 2023 σε περίπου 30%, ενώ η φτώχεια περιορίστηκε σημαντικά. Αν και παραμένουν προκλήσεις και σκάνδαλα, οι μεταρρυθμίσεις του Μιλέι ενδέχεται να αλλάξουν μόνιμα την οικονομική πορεία της χώρας.
Η περίπτωση της Συρίας
Η βελτίωση της Συρίας ήταν πολιτική. Μέχρι τα τέλη του 2024, η χώρα βρισκόταν υπό το αυταρχικό καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ, με φυλακές γεμάτες πολιτικούς κρατούμενους και εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς από τον εμφύλιο πόλεμο. Όμως, στις αρχές Δεκεμβρίου 2024, οι αντάρτες ανέτρεψαν τον Άσαντ και ανέλαβαν την εξουσία.
Ο νέος ηγέτης, Αχμέντ αλ-Σαράα, αν και προερχόμενος από ισλαμιστικό υπόβαθρο, δεν εγκαθίδρυσε θεοκρατία. Αντιθέτως, επέδειξε μετριοπάθεια, διατήρησε την ενότητα της χώρας και αποκατέστησε σχέσεις με τις ΗΠΑ και τα κράτη του Κόλπου. Με τη χαλάρωση των δυτικών κυρώσεων, η οικονομία δείχνει σημάδια ανάκαμψης.
Παρά τις προόδους, η Συρία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, όπως σφαγές μειονοτήτων και αυταρχική διακυβέρνηση. Ωστόσο, το 2025 η χώρα είναι εμφανώς πιο ειρηνική και σταθερή απ’ ό,τι το προηγούμενο έτος. Περίπου τρία εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν επιστρέψει, δείχνοντας εμπιστοσύνη στη νέα εποχή.
Έτσι, σύμφωνα με τον Economist, ο τίτλος της «χώρας της χρονιάς» ανήκει φέτος στη Συρία, η οποία από σύμβολο καταστροφής μετατράπηκε σε παράδειγμα ελπίδας και ανθεκτικότητας.






