Η κυβέρνηση Τραμπ έχει απευθυνθεί σε αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες για να διερευνήσει εάν θα ενδιαφέρονταν να επιστρέψουν στη Βενεζουέλα μετά την αποχώρηση του Νικολάς Μαδούρο, σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το Politico. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, η απάντηση της βιομηχανίας είναι ένα κατηγορηματικό «όχι».
Η πρωτοβουλία αυτή, που δεν είχε γίνει γνωστή έως τώρα, δείχνει ότι ο Λευκός Οίκος εξακολουθεί να οραματίζεται ένα μέλλον χωρίς τον Μαδούρο. Παράλληλα, αναδεικνύει πώς οι συνθήκες στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου επηρεάζουν τα πολιτικά σχέδια των ΗΠΑ.
Με τις αγορές να βρίσκονται σε υπερπροσφορά και τις τιμές να αγγίζουν τα χαμηλότερα επίπεδα πενταετίας, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μεγαλύτερη ευχέρεια να εντείνει την πίεση προς το καθεστώς της Βενεζουέλας. Ωστόσο, οι ίδιες αυτές χαμηλές τιμές καθιστούν απρόθυμες τις εταιρείες να επενδύσουν σε εγκαταστάσεις που έχουν απαξιωθεί εδώ και δεκαετίες, όπως σημειώνουν αναλυτές του κλάδου.
Η τιμή αναφοράς του αμερικανικού αργού κυμαινόταν περίπου στα 56 δολάρια το βαρέλι, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2021. Αυτό σημαίνει ότι ο Τραμπ έχει μικρό λόγο να ανησυχεί για άνοδο στις τιμές της βενζίνης σε περίπτωση στρατιωτικής δράσης, αλλά και ελάχιστα κίνητρα για τις εταιρείες να επενδύσουν εκ νέου στη χώρα.
«Υπήρξε μια αρχική προσέγγιση προς τη βιομηχανία σχετικά με την πιθανότητα επανεισόδου στη Βενεζουέλα», ανέφερε άτομο που γνωρίζει τις συζητήσεις. «Όμως, δεν υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεδομένων των χαμηλών τιμών και των πιο ελκυστικών πεδίων διεθνώς».
Η προσπάθεια αυτή, που καθοδηγείται από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, έχει λάβει υποστήριξη από τον πρώην στέλεχος της κρατικής εταιρείας Πετρελαίων της Βενεζουέλας (PDVSA), Εβανάν Ρομέρο, ο οποίος πλέον δραστηριοποιείται ως σύμβουλος στο Χιούστον. Σύμφωνα με πηγές του κλάδου, ο Ρομέρο λειτουργεί ως ενδιάμεσος σε συζητήσεις για τις κυρώσεις.
Παράλληλα, ο Τραμπ ανακοίνωσε μέσω κοινωνικών δικτύων τον αποκλεισμό πλοίων που μεταφέρουν πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα, δηλώνοντας ότι οι ΗΠΑ «δεν θα επιτρέψουν σε ένα εχθρικό καθεστώς να πάρει το πετρέλαιο, τη γη ή οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο που ανήκει στις Ηνωμένες Πολιτείες».
Η στάση των εταιρειών και οι γεωπολιτικές προοπτικές
Οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, όπως Chevron, Exxon, ConocoPhillips, Halliburton, Schlumberger, Weatherford και Baker Hughes, δραστηριοποιούνταν στη Βενεζουέλα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ο Ούγκο Τσάβες απαίτησε να παραδώσουν τον έλεγχο των κοινοπραξιών στην PDVSA. Όσες αρνήθηκαν, είδαν τα περιουσιακά τους στοιχεία να δημεύονται.
Ο Ρίτσαρντ Γκόλντμπεργκ, πρώην αξιωματούχος του Λευκού Οίκου, δήλωσε ότι είναι λογικό η κυβέρνηση να διερευνά πιθανά σενάρια επιστροφής εταιρειών στη χώρα. «Με τον ναυτικό αποκλεισμό, ο πρόεδρος διακόπτει το ζωτικό αίμα του καθεστώτος», είπε, προσθέτοντας ότι η άρση των κυρώσεων θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικές ευκαιρίες για τις εταιρείες που ήδη διαθέτουν υποδομές στη χώρα.
Η Chevron είναι η μοναδική μεγάλη εταιρεία που εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στη Βενεζουέλα, βάσει ειδικής άδειας που της επιτρέπει να εξάγει πετρέλαιο στις ΗΠΑ. «Η παρουσία μας αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα για την τοπική οικονομία, την περιοχή και την ενεργειακή ασφάλεια των ΗΠΑ», σημείωσε εκπρόσωπος της εταιρείας, τονίζοντας ότι όλες οι δραστηριότητες συμμορφώνονται πλήρως με το νομικό πλαίσιο και τις αμερικανικές κυρώσεις.
Αμφίβολες προοπτικές ανάκαμψης
Παρά την επιθυμία της Ουάσινγκτον να αναζωογονήσει την πετρελαϊκή παραγωγή της Βενεζουέλας, οι αναλυτές εμφανίζονται επιφυλακτικοί. Ο Φερνάντο Φερέιρα, διευθυντής του Geopolitical Risk Service στην Rapidan Energy Group, εκτιμά ότι οι μεγάλες εταιρείες θα είναι «προσεκτικές πριν επενδύσουν εκ νέου, καθώς πρέπει να δικαιολογήσουν στους μετόχους γιατί αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά».
Αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε αρχίσει να χαλαρώνει τις κυρώσεις το 2022, προκαλώντας νέο ενδιαφέρον για την αγορά της Βενεζουέλας, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η πλήρης επιστροφή των επενδύσεων θα απαιτήσει χρόνο και πολιτική σταθερότητα. Όπως τόνισε ο Φερέιρα, «υπάρχει λανθάνουσα διάθεση, αλλά και έντονη επιφυλακτικότητα».
«Ο Ντόναλντ Τραμπ ενδέχεται να κηρύξει πόλεμο στη Βενεζουέλα»
Την ίδια ώρα, ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τάκερ Κάρλσον δήλωσε, ότι «ο Ντόναλντ Τραμπ ενδέχεται να κηρύξει πόλεμο στη Βενεζουέλα». Ο Κάρλσον ανέφερε, ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να ανακοινώσει την απόφαση αυτή στο διάγγελμά του τα ξημερώματα Πέμπτης, ώρα Ελλάδας.
Σε συζήτηση με τον Άντριου Ναπολιτάνο σε podcast που μεταδόθηκε μέσω YouTube, ο Κάρλσον υποστήριξε, πως «τα μέλη του Κογκρέσου ενημερώθηκαν, ότι ο πόλεμος πλησιάζει και θα ανακοινωθεί από τον πρόεδρο σε ομιλία του προς τον λαό σήμερα το βράδυ στις 21:00» (σ.σ. 04:00 ξημερώματα Πέμπτης 18 Δεκεμβρίου ώρα Ελλάδος).
Ωστόσο, ο δημοσιογράφος διευκρίνισε ότι δεν είναι βέβαιος «αν αυτό θα συμβεί στην πραγματικότητα», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο η πληροφορία να μην επιβεβαιωθεί.






