Γιατί οι νεότερες γενιές δεν διαβάζουν εφημερίδα; Είναι βέβαιο ότι το ερώτημα θα έχει απασχολήσει δημοσκόπους που, μεταξύ άλλων, αναζητούν τις αναγνωστικές συνήθειες του κοινού. Κι όσοι νομίζουμε ότι ξέρουμε τι συμβαίνει γύρω μας θα προεξοφλούσαμε ότι η κυρίαρχη απάντηση θα παρέπεμπε στο Διαδίκτυο – ότι οι νέοι δεν αγοράζουν χάρτινες εκδόσεις επειδή ενημερώνονται από το Διαδίκτυο. Κι είναι ενημερωμένοι άψογα, γρήγορα και πλουραλιστικά, χωρίς να ξοδεύονται γι’ αυτό, ενώ επίσης χάρη στο Διαδίκτυο γνωρίζουν πολλά, πολύ περισσότερα απ’ όσα ξέραμε εμείς, της γενιάς που βαίνει προς αποστρατεία, στις ηλικίες τους.

Αλλά διάβασα το άρθρο της καθηγήτριας Αγγέλας Καστρινάκη «Αιχμάλωτα ακροατήρια και ιδιωτικά πανεπιστήμια», στα «ΝΕΑ» του περασμένου Σαββατοκύριακου, και μου κόπηκαν εντελώς οι βεβαιότητες. Η Καστρινάκη, φιλόλογος στο εξαιρετικό τμήμα νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, πήγε σε μια τάξη Πειραματικού Λυκείου (Πειραματικού, επαναλαμβάνω, δηλαδή περισσότερο απαιτητικού σχολείου για τη γνώση των μαθητών του) επιδιώκοντας να διερευνήσει πώς σκέπτονται και πώς προετοιμάζονται οι μαθητές θεωρητικής κατεύθυνσης που ετοιμάζονται για το πανεπιστήμιο. Εξέθεσε τα σπουδαία που διδάσκει, μίλησε για τους κορυφαίους λογοτέχνες για τους οποίους υπέθετε ότι θα υπήρχε μια περιέργεια (τον Σολωμό, τον Παπαδιαμάντη, τον Παλαμά, τον Καρυωτάκη), εισέπραξε μια παγερή αδιαφορία και τράπηκε σε φυγή.

Τα παιδιά στα σχολεία δεν νοιάζονται πια για τη φιλολογία. Η γλώσσα μας, η λογοτεχνία μας, το διάβασμα τα αφήνει διάφορα – από τη στιγμή μάλιστα που αν τελειώσουν φιλολογία δεν είναι βέβαιο ότι θα βρουν δουλειά σε σχολείο, έχουν ούτως ή άλλως παγώσει. Θα κάνουν άλλα πράγματα, νομίζουν πιο προσοδοφόρα και πιο αναγνωρίσιμα, ψυχολογία, είπαν τα περισσότερα παιδιά.

Η Καστρινάκη στο άρθρο της καταθέτει ένα σοκ. Οχι τόσο για το επάγγελμά της, αυτή θα συνεχίσει να αναμετριέται με τα κείμενα – αλλά πλέον για την αδιαφορία των νεότερων για τα κείμενα, για τις γλωσσικές σπουδές, για τα είδωλα της δικής μας νεότητας όταν μαθαίναμε τον κόσμο.

Αλλά ας μην πέφτουμε απ’ τα σύννεφα. Αυτό που διαπίστωσε με απελπισία η Καστρινάκη το ξέρουμε εδώ και πολλά χρόνια. Για τουλάχιστον δύο γενιές, η λογοτεχνία είναι αγγαρεία στο σχολείο – και μακριά από το σχολείο είναι ευγενές άθλημα για ελάχιστους. Ο Σολωμός, ο Σεφέρης, ο Βιζυηνός για τους περισσότερους δεν είναι τίποτα – κάτι δύσπεπτα αποσπάσματα που τα βαριούνται. Ετσι το βρήκαν στο σπίτι, έτσι το βρήκαν και στο σχολείο. Ολα αυτά δεν είναι τίποτα και για τους περισσότερους εκ των φιλολόγων, που ακόμα κι αν δεν ξεκίνησαν έτσι προσαρμόστηκαν.

Οσοι μιλάμε την ελληνική γλώσσα τη μιλάμε πάνω σε ένα κενό. Ελάχιστοι θα ενδιαφερθούν γι’ αυτή σε μερικές δεκαετίες. Θα απομείνει ένα κουφάρι, δεν θα την αιμοδοτούν οι λογοτέχνες αλλά οι τηλεοπτικοί σταρ, οι καθηγητές που ψάχνουν στο βιβλίο την αποστήθιση, οι πολιτικοί.

Ακουσα τη συζήτηση στη Βουλή με αφορμή τον νόμο του υπουργείου Παιδείας για τα Πανεπιστήμια. Περιέγραφαν σχέδια, πολιτικές, τσακώνονταν – αλλά είναι φως φανάρι ότι οι περισσότεροι μιλούσαν ως πολιτικοί, τα επιμέρους αντικείμενα της εκπαίδευσης δεν τα ξέρουν.

Μόνο ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Παιδείας κατανοώ ότι νοιάζονται και για το περιεχόμενο της γνώσης. Με καθυστέρηση δεκαετιών, ο Κυριάκος Πιερρακάκης θα προσπαθήσει να βάλει στα σχολεία τη διδασκαλία ολόκληρων λογοτεχνικών βιβλίων. Σώζεται τίποτα; Μάλλον δεν σώζεται. Ποιοι και πώς θα τα διδάξουν σε μαθητές που ετοιμάζονται να γίνουν ψυχολόγοι – και ινφλουένσερ.

Ζωή, την άλλη φορά

Θυμάμαι σαν εφιάλτη, έναν από τους χειρότερους εφιάλτες μου, τη συνεδρίαση της Βουλής παραμονές Δεκαπενταύγουστου του 2015, για να επικυρωθεί η κωλοτούμπα του Αλέξη Τσίπρα, το τρίτο και ωραιότερο μνημόνιο που μας φόρεσε η Αυτού Επιπολαιότης, για να μη βρεθεί η χώρα όχι εκτός Ευρώπης αλλά εκτός του πλανήτη. Η πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, προσπαθούσε με συνδικαλιστικά κόλπα να καθυστερήσει όσο μπορούσε τη διαδικασία, που τράβαγε αργά, ως το ξημέρωμα της 14ης Αυγούστου.

Ηταν μια κρίσιμη στιγμή, επειδή το απόγευμα εκείνης της μέρας η Ελλάδα έπρεπε να βρίσκεται με ψηφισμένο μνημόνιο στο Eurogroup. Αλλά για να παρευρεθεί η χώρα σ’ αυτό έπρεπε προηγουμένως να έχει ψηφίσει η Βουλή τη νέα δανειακή σύμβαση, όπως προέκυπτε από το τρίτο μνημόνιο. Η πρόεδρος έπαιζε με τα νεύρα των πολιτών που φοβούνταν τα χειρότερα, βάζοντας την κομματική ιδιοτέλεια πάνω από το κοινοβουλευτικό αξίωμα. Ηταν τόσο μεγάλη η αυθαιρεσία που σε ανάγκαζε να διαγράψεις την, στην ουσία κωμική, πράξη της.

Εκείνη η Ζωή Κωνσταντοπούλου που τόσο αγαπήσαμε επέστρεψε από τα παλιά και, έπειτα από μια προεισαγωγή το βράδυ που ψηφίστηκε ο νόμος για την παιδεία, ωρυόταν χθες παρακωλύοντας τη λειτουργία της Εξεταστικής Επιτροπής για τα Τέμπη. Δεν καταλαβαίνει ότι κοινοβουλευτισμός δεν σημαίνει να φέρεσαι σαν κακομαθημένη;