Σε λιγότερο από ενενήντα ημέρες θα έχουμε ευρωεκλογές. Παρότι βασική μας δουλειά – συνήθως το ξεχνούμε εμείς οι δημοσιογράφοι – είναι να ρωτάμε, σήμερα θα τολμήσω μερικές σκέψεις. Συγχωρέστε με αν δεν επαληθευθούν, εδώ θα είμαστε το πιθανότερο για επανορθώσεις και συγγνώμες. Οι κάλπες αυτές κατ’ αρχάς για την Ευρώπη τη βρίσκουν στη χειρότερη ίσως στιγμή της. Η ευρωπαϊκή κοινωνική συνοχή ασθενεί, οι ανισότητες μεγαλώνουν, οι εσωτερικευμένες κρίσεις (πληθωρισμού, υγειονομική, κλίμα) ενοποιούνται στο εσωτερικό των κρατών, μια νέα ύφεση αναδύεται.

Ολο αυτό προεξοφλούν διάφοροι πως θα ενισχύσει και άλλο τις ευρωσκεπτικιστικές δεξιές δυνάμεις – στο βάθος υπενθυμίζουν τον νέο καλπασμό του τραμπισμού. Ξεχνούν όμως ή δεν θέλουν να σημειώσουν ότι μια μεγάλη ομάδα της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη προσεταιρίζεται πια τα βασικά δόγματα της ευρωενωσιακής ορθοδοξίας. Οτι πολλές χώρες που δεν έχουν Ακροδεξιά στο τιμόνι, παρ’ όλα αυτά έχουν γείρει δεξιά. Οι μετατοπίσεις του Κέντρου είναι αυτές που έφεραν και έναν κόσμο να αναζητάει λύσεις δεξιά – μαζί προφανώς με τη δικαιωματική αμηχανία της Αριστεράς που μοιάζει να μην απαντάει στο κεντρικό ερώτημα. Τις ανισότητες. Ανοδος της Ακροδεξιάς, και δη μιας νέας συστημικής και ενσωματωμένης στην Ευρώπη.

Πάμε τώρα στην Ελλάδα. Εδώ προφανώς οι εκλογές θα είναι αναμέτρηση κατάταξης για τον δεύτερο. Κατ’ αρχάς η ΝΔ είναι σχεδόν βέβαιο πως θα αντιμετωπίσει δυσάρεστο αποτέλεσμα. Ετεροχρονισμένα θα εισπράξει μια δυσαρέσκεια και εφόσον οι ευρωκάλπες δεν βγάζουν ελληνική κυβέρνηση, θα είναι μια καλή ευκαιρία για ένα μέρος του κόσμου (της) να μην την ψηφίσει ή να μην πάει στην κάλπη ή ακόμα και να μετατοπιστεί σε άλλες δυνάμεις. Αν επίσης η ακρίβεια συνεχίσει να εξουθενώνει το μέσο σπίτι, οι εκπλήξεις θα είναι ακόμα μεγαλύτερες, όχι όμως, δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η πρωτοκαθεδρία της.

Το θέμα είναι πώς θα αποκωδικοποιήσει το μήνυμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Θα πάμε από την 9η Ιουνίου της ευρωκάλπης και μετά σε μια παρατεταμένη προεκλογική κούρσα με ορίζοντα τις νέες εθνικές κάλπες (2024-2027); Πάμε τώρα στον δεύτερο. Ανήκω σε εκείνους που βλέπουν τάση ανθεκτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς οι επιδόσεις του δεν θα σηματοδήσουν ολική επαναφορά του δικομματισμού στη χώρα. Αυτό προϋποθέτει και άλλα πράγματα. Ο Στέφανος Κασσελάκης όμως θα μπορεί πιο εύκολα να ξεδιπλώσει το σχέδιό του για νέα πρόσωπα, νέα δομή κόμματος, νέα χαρακτηριστικά, ακόμα και μια πιο τολμηρή απομάκρυνση από τον ΣΥΡΙΖΑ του 2015-2023. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αντέξει, θα δυσκολέψουν και οι διεργασίες στην Κεντροαριστερά.

Το ΠΑΣΟΚ που θα κονταροχτυπηθεί με την Κουμουνδούρου, αλλά σε ποσοστά που επίσης δεν θα συγκροτούν πόλο εξουσίας, θα διανύσει μια δική του μετάβαση. Εδώ δεν θα είναι εύκολο να αμφισβητηθεί ο Νίκος Ανδρουλάκης, όπως επίσης πολλοί προεξοφλούν, αφού αυτά τα περίπου τρία χρόνια έχει ελέγξει σχεδόν απόλυτα το κόμμα του ενώ έχει αθόρυβα φτιάξει τις σχέσεις του στην Ευρώπη. Το ερώτημα για το ΠΑΣΟΚ δεν είναι επίσης αν θα μπει σε μεγάλη συζήτηση για την Κεντροαριστερά αλλά με τι όρους θα μπορεί να προσδώσει μια δυναμική σε κάτι τέτοιο. Παραδοσιακά στις ευρωκάλπες ενισχύονται και άλλες δυνάμεις λόγω χαλαρότητας ψήφου.

Η Νέα Αριστερά αν βγάλει έναν ευρωβουλευτή αυτό θα συναρτηθεί από τον χώρο που θα της «δώσει» ένας όλο και πιο μετατοπιζόμενος κεντρώος ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από μια νέα δεξαμενή όπου η ίδια μπορεί να αλιεύσει (νέοι, άνεργοι κ.τ.λ.). Το ΚΚΕ θα κάνει crash test εθνικών εκλογών με καλή επίδοση στον πυρήνα του ακροατηρίου του αλλά με ανάσχεση μιας τάσης που ήθελε να το ψηφίζουν και πιο νέοι ή εντελώς νέοι ψηφοφόροι.