Τα τελευταία χρόνια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν επικεντρωθεί στην υπερθετικότητα, όπως τα χαρούμενα emoji, ενώ μερικοί ανάγουν αυτά το «κύμα» των θετικών vibes στη πανδημία και στην επιθυμία να αποφεύγουν οι άνθρωποι τα οδυνηρά συναισθήματα όταν ζορίζονται.

Ωστόσο, η προσπάθεια να μεταδίδεις συνεχώς «ευτυχία» δεν είναι μόνο δύσκολη αλλά και αδύνατη.

Σύμφωνα με έρευνες που επικαλείται η δρ. Μαρίνα Ντέλερ από το Πανεπιστήμιο του Φλίντερς, η θετικότητα «με συνταγή» μπορεί να μας κάνει να αντιδράσουμε άσχημα σε δυσμενή συναισθήματα και είναι ένας «στόχος που γυρίζει μπούμερανγκ» όταν οι άνθρωποι θεωρούν τον εαυτό τους αποτυχημένους επειδή αισθάνονται δυστυχισμένοι.

Δίνουν μάχη για να χειριστούν τα συναισθήματά τους ή αποφεύγουν ενεργά να τα επεξεργαστούν.

Πλέον, όμως, όπως αναφέρει η Ντέλερ στο The Conversation, αυτή η «τοξική θετικότητα» δέχεται κριτική, ενώ πολλοί άνθρωποι αναζητάνε περισσότερες ενδιάμεσους συναισθηματικούς τρόπους για να εκφραστούν.

«Με το να εκφράζουμε παράπονα σε αρνητικές εμπειρίες, βιώνουμε ευχάριστα συναισθήματα. Το παράπονο μπορεί να το αισθανόμαστε ως καθαρτικό, να μειώνει το άγχος και (όπως το κουτσομπολιό) να μας βοηθήσει να νιώθουμε πιο κοντά στους άλλους» υποστηρίζει η Ντέλερ.

Σύμφωνα με τη Ντέλερ, μια ιδανική περίπτωση όπου ένα Μέσο τα παράπονα όχι μόνο αγκαλιάζεται αλλά ενθαρρύνονται είναι το podcast «I’ve Had It» στις ΗΠΑ το οποίο παρουσιάζεται από τις οικοδέσποινες Τζένιφερ Ουέλς και Άντζι Σάλιβαν.

Αυτή τη θετική πτυχή των παραπόνων και της «γκρίνιας» συναντάται στο συγκεκριμένο podcast επειδή ενισχύει την οικειότητα μέσω της κοινής χρήσης προσωπικών ιστοριών.

«Το να ακούμε τις παρουσιάστριες που νιώθουμε φίλες μας, που είναι και οι ίδιες φίλες μεταξύ τους, να συζητάμε και να γελάμε μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε κοινωνικά ικανοποιημένοι με παρόμοιο τρόπο με μια συνομιλία μέσω βίντεο ή ένα εικονικό μήνυμα με έναν πραγματικό φίλο» λέει η Ντέλερ.

Στο I’ve Had It, οι οικοδεσπότες και οι καλεσμένοι τους μοιράζονται προσωπικά παράπονα και αφιλτράριστες ιστορίες σε μια επιμελημένη προσέγγιση για τη δημιουργία δεσμού.

Για παράδειγμα ο κόσμος γνωρίζει ότι ο σύζυγος της Τζένιφερ, Τζος που τον φιλοξενεί στη εκπομπή της έχει παλέψει με τον εθισμό και ότι η Τζένιφερ βίωσε καταστάσεις  στο κέντρο απεξάρτησης. Η Σάλιβαν από την άλλη, ο κόσμος μαθαίνει ότι προσπάθησε κάποτε να ανακουφιστεί από τη δυσκοιλιότητα με… ένα κουταλάκι του γλυκού.

Ο εκτελεστικός παραγωγός γελάει με τις γελοιότητες των οικοδεσποτών, ενεργώντας ως υποκατάστατο του κοινού. Οι θαυμαστές συμμετέχουν στην εκπομπή μέσω φωνητικών μηνυμάτων, κριτικών και ως καλεσμένοι οι ίδιοι.

Αυτά τα στοιχεία συνδυάζονται για να παρέχουν μια αίσθηση ότι υπάρχει πιθανότητα να γίνετε φίλοι «πραγματικής ζωής» με την Τζένιφερ και την Σάλιβαν: το διαφημιστικό σύνθημα στις ζωντανές εμφανίσεις τους είναι «κάντε την παρακοινωνική φιλία σας αληθινή».

Μην το παρακάνετε, όμως

Βέβαια, όπως προειδοποιεί η Ντέλερ, ενώ η «γκρίνια» μπορεί να φέρει κοντά τους ανθρώπους, μπορεί επίσης να τους απομακρύνει μέσω του εξοστρακισμού ή της απόρριψης.

«Παρόλο που ο στόχος του I’ve Had It είναι να ξεχωρίσει τη μικροπρέπεια, αυτό μπορεί να είναι πιο εύκολο για τους οικοδεσπότες παρά για τους ακροατές» λέει η ειδική. «Η Τζένιφερ και η Σάλιβαν είναι δύο αναμφισβήτητα εύπορες, καλά συνδεδεμένες γυναίκες που έχουν εκμεταλλευτεί το προνόμιό τους για να δημιουργήσουν μια πλατφόρμα για τα παράπονα. Ενισχύουν επίσης τις προσωπικότητες τους στον αέρα, με την Τζένιφερ να παραδέχεται: «Δεν είμαι τόσο ψυχρή όσο παίζω στο podcast».

Έτσι, ακριβώς όπως η θετικότητα «κατόπιν συνταγής» μπορεί να γίνει «τοξική» όταν έρχεται σε βάρος άλλων συναισθημάτων, η υπερβολική έμφαση στα παράπονα μπορεί να γεννήσει αρνητικότητα ή να οδηγήσει σε παθητικά-επιθετικά και έμμεσα στυλ επικοινωνίας, προειδοποιεί η Ντέλερ.

«Το να επιδοθούμε σε υπερβολική μικροπρέπεια μπορεί επίσης να μας κάνει λιγότερο συμπαθείς, να αποξενώσει τους αγαπημένους μας και να επιδεινώσει την ψυχική μας υγεία» καταλήγει στο ενδιαφέρον άρθρο της η Αμερικανίδα ακαδημαϊκός.