Τα πρώτα πλάνα, πριν από τέσσερις μήνες, περιείχαν περισσότερη «αριστεροσύνη» από όση μπορούσε να αντέξει ο μεταβολισμός του παλαιού ιερατείου. Ο Στέφανος Κασσελάκης έπρεπε να πείσει εχθρούς και φίλους ότι ομνύει στα όσια και ιερά της κομματικής κληρονομιάς. Οτι προέρχεται μεν από την αγορά και φέρει υπερηφάνως τις περγαμηνές του αυτοδημιούργητου επιχειρηματία, αλλά δεν παύει, βρε σύντροφε, να είναι κι αυτός αριστερός. Σε πείσμα όσων διαφωνούντων – ακόμη και εντός των κομματικών τειχών – αντίκριζαν έναν φωτογενή νεοφώτιστο, που εισήλθε ως ο παρείσακτος των αρχετυπικών μύθων για να αλώσει το βασίλειο. Γι’ αυτό και επέλεξε την εμβάπτιση στη Μακρόνησο – ταις πρεσβείαις του ναυάρχου Βαγγέλη Αποστολάκη (η μοναδική ανθρώπινη παρουσία στο καθαγιασμένο τοπίο της νησίδας και μάλιστα με κόκκινη νιτσεράδα). Ο τότε διεκδικητής της συριζαϊκής συνέχειας επισκεπτόταν τον τόπο εξορίας και μαρτυρίου σε μια συμβολική «πορεία προς την έρημο» για να μιλήσει με τον εαυτό του, ενόσω ο αέρας έδερνε θίνες και θάμνους.

Στο βίντεο δεν αντέδρασαν μόνο οι πάλαι ποτέ κομματικοί ινστρούχτορες. Το ψεύδισμα για «λίγη αριστεροφροσύνη ακόμη» ήταν εμφανές ανάμεσα στα πλάνα. Η Μακρόνησος γινόταν ταμπλό βιβάν για τα πάθη της Αριστεράς. Το βίντεο φωτιζόταν σαν τα Insta stories της εποχής, τα κύματα αργοσάλευαν στο βάθος, ο υποψήφιος ανέβαινε κι ολοένα ανέβαινε, η φωτογένεια κάλυπτε τις σκιές. Τόπος μνήμης ή, τελικά, ντεκόρ αυτοανάδειξης; Εθελούσιο προσκύνημα ή εργαλειοποίηση της ιστορικής μνήμης; Μετά τον Καζαντζάκη – μόνιμη δεξαμενή απ’ όπου οι πολιτικοί αντλούν τσιτάτα ανέξοδου λυρισμού – είχε έρθει η ώρα του Ρίτσου. Με τη γνωστή αντιγραφή ατάκτως ερριμμένων στίχων, απομακρυσμένων από το περιβάλλον που τους γέννησε, για να γεμίζουν οι «κάρτες» σε νεόκοπα βιντεοκλίπ («Σαν ν’ ανοίγουμε μία πόρτα το πρωί και να λέμε καλημέρα στον ήλιο και στον κόσμο»).

Η αγωνία μέχρι τις βουλευτικές εκλογές ήταν εμφανής: ο Σ. Κασσελάκης έπρεπε τουλάχιστον να φαίνεται αριστερός ακόμη κι αν δεν ήταν. Μπορούσε να ξεστομίσει κι εκείνος ένα «γουστάρω» όταν άκουγε την προτροπή μιας υποψήφιας ψηφοφόρου για ξεδόντιασμα των δικαστικών και των δημοσιογράφων. Και να εντάξει το τρόπαιο της Εθνικής Αντίστασης εν τη ρύμη του τηλεοπτικού λόγου («Η Αριστερά έχει τιμήσει τους εθνικούς αγώνες αντίστασης – ΕΑΜ-ΕΛΑΣ –, άρα η Αριστερά είναι πρωτίστως πατριωτική»).

BRAINSTORMING. Κι ύστερα ήρθε η εκλογική ήττα, η δημοσκοπική καθίζηση και κυρίως η εσωκομματική εσωστρέφεια που πλανιέται πάνω από την Κουμουνδούρου. Οι προσδοκίες διαλύθηκαν και ταυτόχρονα αναδείχθηκε η ανάγκη για να εκφραστεί η «νέα πορεία». Η ιδιωτική οδός αυτή τη φορά οδηγούσε προς την Αμερική και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Οι λύσεις απέναντι στο κόμμα είχαν τη μορφή δανεισμού και «τριημέρου εργασιών» στο νησάκι των Σπετσών (ο απόηχος εδώ από τα παπανδρεϊκά συμπόσια της Σύμης δεν είναι και τόσο μακρινός). Μπορεί να μην ξέρουμε πώς το λέτε εσείς εδώ στην κομματική αργκό, αλλά εμείς το λέμε brainstorming και team building.

Από κοντά και η διαφαινόμενη συζήτηση για αποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ από την Ευρωομάδα της Αριστεράς και τη «μετακόμισή» του σε αυτή των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (όπου μέχρι σήμερα έχει καθεστώς παρατηρητή), όπως προτείνουν με κοινή τους παρέμβαση προς τον Σ. Κασσελάκη ενόψει συνεδρίου, τα στελέχη Κώστας Ζαχαριάδης, Θανάσης Θεοχαρόπουλος και Γιάννης Ραγκούσης.

Η απόσταση ανάμεσα στη Μακρόνησο και τις Σπέτσες είναι περίπου 55 ναυτικά μίλια. Εξίσου μικρή, όταν τελεσφορήσει, θα αποδειχθεί και η διαδρομή ανάμεσα στο αριστερό προσκύνημα και την «αποαριστεροποίηση» που επιχειρεί κυριολεκτικά και συμβολικά ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Το Κέντρο – σε όλες τις παραλλαγές και τις θεωρητικές συμπαραδηλώσεις του – παραμένει το ιερό δισκοπότηρο στον πολιτικό διαγκωνισμό, αλλά την ίδια στιγμή η Κουμουνδούρου – εν πλω, εν πτήσει ή μέσω αναρτήσεων – στέλνει αμφίσημα μηνύματα. Από τη μια, η πολιτική διεκδίκηση για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και οι προτάσεις για να πληρωθεί το κενό της παρένθετης μητρότητας. Από την άλλη, ο υφέρπων πολακισμός και οι κομματικοί αρμοί του Νίκου Παππά.

Με τον τρόπο αυτόν, οι Σπέτσες αντιστοιχούν σε μια αγωνιώδη προσπάθεια για παραγωγή ιδεών, έστω και με διαμονή παρα θίν’ αλός. Εκεί όπου ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να φαίνεται αριστερός, πρέπει πλέον να φαίνεται τεχνοκράτης. Στη Μακρόνησο παρήγαγε υψηλές δόσεις κομματοφροσύνης. Στις Σπέτσες πρέπει να τις μεταβολίσει. Ολα αυτά ενώ παγιώνεται η εικόνα της ασυμμετρίας ανάμεσα σε ένα κυρίαρχο πολιτικό κέντρο και τα υπόλοιπα κόμματα. Επανέρχεται έτσι η μόνιμη διαίρεση ανάμεσα στους «παραγωγούς» και τους «καταναλωτές» πολιτικής.