Διπλή καμπάνια για τον εποχικό εμβολιασμό αναμένεται τα επόμενα χρόνια, καθώς όπως όλα δείχνουν μαζί με το εμβόλιο της γρίπης οι πολίτες θα καλούνται να εμβολιάζονται και με το εμβόλιο έναντι της COVID-19 κάθε φθινόπωρο. Πάντως, η επιστημονική κοινότητα επιμένει πως το αρχικό στέλεχος, αυτό της Γιουχάν, που αποτέλεσε την «αρχή του κακού», θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στα επικαιροποιημένα εμβόλια, καθώς παραμένει βασική ασπίδα προστασίας στην περίπτωση που προκύψει ένα νέο, διαφορετικό (ενδεχομένως και πιο απειλητικό) στέλεχος.

Το μακροπρόθεσμο πλάνο διαχείρισης του κορωνοϊού, που ήρθε για να μείνει, απασχόλησε τους επιστήμονες στο 22o Πανελλήνιο Συνέδριο Λοιμώξεων, που ολοκληρώθηκε χθες στην Αθήνα. Ηδη ένα πρώτο στίγμα εκείνων που θα ακολουθήσουν έδωσε στα τέλη Ιανουαρίου η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA), θέτοντας επισήμως το ζήτημα στην αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή της για τα Εμβόλια και τα Σχετικά Βιολογικά Προϊόντα (VRBPAC).

Στο πλαίσιο αυτό και όπως επεσήμανε ο αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας στο Τμήμα Ιατρικής του ΑΠΘ, Α’ Παθολογική Κλινική του ΑΧΕΠΑ, Συμεών Μεταλλίδης, το μοντέλο που έχει καθιερωθεί για τον αντιγριπικό φαίνεται να είναι και το επικρατέστερο. Αναλύοντας, δε, το σκεπτικό των ειδικών, οι οποίοι αναζητούν την πιο αποτελεσματική εμβολιαστική φόρμουλα, δεν παρέλειψε να σταθεί στην ανησυχία που μοιράζονται για χαμηλή ανταπόκριση από τον κόσμο.

Ο Τσιόδρας

«Οι πολύπλοκες οδηγίες φοβούνται πως θα προκαλέσουν σύγχυση» πρόσθεσε, «γι’ αυτό και επενδύουν στο μοντέλο της εποχικής γρίπης», δεδομένου πως προσφέρει στον πληθυσμό μια χρονική σταθερά με την οποία θα μπορεί να συμμορφώνεται καλύτερα. Οπως άλλωστε πρόσθεσε ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμώξεων του ΕΚΠΑ, Σωτήρης Τσιόδρας, τα οφέλη του εμβολιασμού είναι αδιαμφισβήτητα και συνεπακόλουθα κρίνεται κρίσιμο οι πολίτες να συμπορευτούν με τις συστάσεις των ειδικών. Επικαλέστηκε μάλιστα νεότερες αναλύσεις που δείχνουν πως κατά τη διάρκεια της πανδημίας 40.000 ανθρώπινες ζωές σώθηκαν εξαιτίας των εμβολίων, ενώ αποφεύχθηκαν περισσότερες από 12.000 διασωληνώσεις.

Εν τούτοις και σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα που παρουσιάστηκαν στο ίδιο συνέδριο, μόλις το 11,4% του ενήλικου πληθυσμού στη χώρα μας και το 25,5% των ατόμων που ανήκουν στην ευαίσθητη ηλικιακή κατηγορία άνω των 60 ετών έχουν λάβει δεύτερη αναμνηστική δόση.

Εν τω μεταξύ, στο ερώτημα με ποιο εμβόλιο θα εμβολιαζόμαστε εφεξής, ο κ. Μεταλλίδης σημείωσε ότι η απάντηση παραμένει έως και σήμερα άγνωστη. Οι τελικές αποφάσεις των ειδημόνων της VRBPAC αναμένονται τον προσεχή Ιούνιο, κερδίζοντας έτσι χρόνο για τη στενή παρακολούθηση της συμπεριφοράς του SARS-CoV-2 σε αυτή τη νέα εποχή συνύπαρξής μαζί του. Η ημερομηνία εν τούτοις που έδωσαν το νέο ραντεβού τους δεν είναι τυχαία, καθώς πιθανόν να αποτελέσει μία ετήσια συνήθεια κατά την οποία θα αποφασίζουν ποια στελέχη που είχαν κυκλοφορήσει κατά την προηγούμενη περίοδο θα πρέπει να περιέχονται σε αυτό.

Και παρότι το στέλεχος της Γιουχάν αποτελεί πλέον παρελθόν, καθώς ο κορωνοϊός επιδόθηκε τα περασμένα χρόνια σε ένα… σπριντ μεταλλάξεων, ο κ. Μεταλλίδης επεσήμανε πως η συμπερίληψή του στα μελλοντικά εμβόλια κρίνεται όπως όλα δείχνουν επιβεβλημένη. Η αιτία; Στο σενάριο ανάδυσης ενός νέους στελέχους, που θα διαφέρει σημαντικά από τα στελέχη της Ομικρον, τα εμβόλια, αν και επικαιροποιημένα, θα αποδειχθούν λιγότερο αποτελεσματικά.

Ερωτήματα

Πάντως, οι τοποθετήσεις των ελλήνων ειδικών κατά το ίδιο συνέδριο δείχνουν πως υπάρχουν πολλά ακόμη κρίσιμα ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά. Ενδεικτική ήταν η τοποθέτηση της προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου, η οποία ανέδειξε έναν ακόμη επιστημονικό γρίφο σχετικά με τη δυνατότητα ανταπόκρισης του οργανισμού σε συνεχή ερεθίσματα.

Επιπλέον, ερωτήματα εγείρονται – όπως σημειώνουν οι επιστήμονες που συμμετέχουν στη συζήτηση εντός και εκτός συνόρων – και για τη διάρκεια της προστασίας του εμβολιασμού, εκφράζοντας τον προβληματισμό πως πιθανόν ο ετήσιος εμβολιασμός να μην καλύπτει τις ανάγκες των πλέον ευάλωτων όπως είναι οι ηλικιωμένοι. Υπό το πρίσμα αυτό, τουλάχιστον για τους ανοσοκατεσταλμένους, η σύσταση θα είναι να εμβολιάζονται έναντι της COVID-19 δύο φορές τον χρόνο.