Με κατάρρευση απειλείται η πλειοψηφία από τα 20.000 παλαιά κτίρια της χώρας μας που έχουν χαρακτηριστεί ως διατηρητέα ή και ιστορικά μνημεία εξαιτίας της αδιαφορίας του κράτους και της έλλειψης προγράμματος διάσωσής τους.

Αυτό επισημαίνει μιλώντας στα «ΝΕΑ» η πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Ιδιοκτητών Διατηρητέων Κτιρίων και Μνημείων, δικηγόρος Εύη Μαμιδάκη. Οπως λέει, η εγκατάλειψη των ιδιοκτητών τους στην τύχη τους, χωρίς να προβλέπεται καμιά ουσιαστική μέριμνα για αυτά, οδηγεί νομοτελειακά στην πλήρη κατάρρευσή τους, αλλά και στην υποβάθμιση ολόκληρων περιοχών.

Τι επιπτώσεις έχει αυτό; «Σημαίνει απαξίωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς που έχει άμεση επίπτωση στον τουρισμό, ενώ την ίδια ώρα χάνονται πολύτιμοι πόροι από την ανυπαρξία των εργασιών αποκατάστασης» συμπληρώνει.

«Το κλειδί είναι το φορολογικό καθεστώς για τα διατηρητέα κτίρια που πρέπει να αλλάξει έτσι ώστε η ιδιότητα του διατηρητέου κτιρίου να είναι μια επιζητούμενη και όχι μια απευκταία ιδιότητα. Αυτό επιτάσσει το Σύνταγμα και η Σύμβαση της Γρανάδας και μόνο με αυτό θα ανατραπεί το κύμα εγκατάλειψης και καταστροφής τους σε όλη τη χώρα μας» υποστηρίζει ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ Στράτος Παραδιάς.

«Ενδεικτικά η μέθοδος που εφαρμόζει σήμερα το κράτος για να υπολογίσει την παλαιότητα ενός κτιρίου αποτελεί στην κυριολεξία «βαριά τιμωρία» για όσους αποφασίζουν να διασώσουν και να αναβαθμίσουν τα διατηρητέα ακίνητά τους, φορολογώντας τα από την ημερομηνία οιασδήποτε επισκευής τους ως «νεόδμητα» (!). Ενα παλιό κτίριο, είτε επισκευάζεται σε κάποιο σημείο του, για παράδειγμα στη στέγη του με οικοδομική άδεια, είτε ανακαινίστηκε συνολικά από την αρχή, θεωρείται ότι μεταμορφώθηκε ως εκ θαύματος σε καινούργιο κτίριο ηλικίας 26 ετών το ανώτερο (!), ενώ στην πραγματικότητα παραμένει ένα παλαιό κτίριο, που απαιτεί τριπλάσια έξοδα για τη συντήρησή του σε σχέση με ένα σύγχρονο κτίριο» επισημαίνουν η Εύη Μαμιδάκη και ο Στράτος Παραδιάς.

Από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Ιδιοκτητών Διατηρητέων Κτηρίων και Μνημείων προτείνουν να ενεργοποιηθεί άμεσα το πρόγραμμα «Διατηρώ κατ’ Οίκον» του ΥΠΕΝ, ένα εργαλείο που θα λειτουργήσει στα πρότυπα του «Εξοικονομώ κατ’ Οίκον» και θα αφορά τα διατηρητέα και ιστορικά κτίρια. Επιπλέον, στις προτάσεις που έχουν γίνει προς την κυβέρνηση (έχει εκπονηθεί σχέδιο ΠΔ από τον Σύλλογο) είναι και η ολοκληρωτική απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ των εν λόγω κτιρίων και μηδενικός άλλως μειωμένος ΦΠΑ στις δαπάνες αποκατάστασης.

Η περίπτωση της Ιταλίας

Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Ιταλίας. Στη γειτονική χώρα, όπως αναφέρει η Εύη Μαμιδάκη, εφαρμόζεται ήδη η προβλεπόμενη στο αντίστοιχο Σχέδιο Ταμείου Ανάκαμψης έκπτωση του 110% των δαπανών, το γνωστό «super bonus». Εφαρμόζεται ακόμη κατάργηση ή μειωμένος (6%) ΦΠΑ για τα υλικά και τις εργασίες αποκατάστασης διατηρητέων κτιρίων, αλλά και επιστροφή του φόρου μεταβίβασης ακινήτων σε περίπτωση ολοκλήρωσης της ανακαίνισης κτιρίου εντός οκταετίας από την αγορά του.

Κατά την Εύη Μαμιδάκη, στη λογική του Ταμείου Ανάκαμψης συμπεριλαμβάνεται η δυνατότητα πρόβλεψης κονδυλίων για την επιτάχυνση των διαδικασιών και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας σε ό,τι αφορά την αδειοδότηση κάθε επισκευαστικής ή ανακαινιστικής παρέμβασης στα κτίρια αυτά.

«Πρόταση του Συλλόγου είναι η θέσπιση 3µηνης προθεσμίας έγκρισης μελετών, µε την καθιέρωση ειδικού φορέα έκδοσης αδειών και πρόβλεψη ειδικού παραβόλου στο ΤΑΠ του ΥΠΠΟ, π.χ. 1 ευρώ/τ.µ. δομημένης επιφάνειας πέραν της εξασφάλισης από το Ταμείο Ανάκαμψης των αναγκαίων κονδυλίων για τη στελέχωση ενός τέτοιου φορέα» τονίζει η πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Ιδιοκτητών Διατηρητέων Κτιρίων και Μνημείων.

Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, κανένα από τα προαναφερόμενα κίνητρα δεν θα καταφέρει να λειτουργήσει σωστά αν δεν επιτευχθεί η επίσπευση των απαραίτητων αδειών. Σύμφωνα με την ίδια, η μεταφορά αρμοδιοτήτων και ευθύνης στους αρχιτέκτονες μηχανικούς κατά τα πρότυπα του νέου τρόπου έκδοσης αδειών δόμησης είναι επίσης μια λύση, σε συνδυασμό με την έκδοση επικαιροποιημένων υπουργικών αποφάσεων, εγκυκλίων και οδηγιών για το εύρος και τον τρόπο προστασίας των προστατευόμενων αξιών ενός κτιρίου.