Στην «κλοπή του αιώνα» από την Εθνική πινακοθήκη όταν κατάφερε να αρπάξει τρία έργα αμύθητης αξίας, των Πικάσο, Μοντριάν και Μονκάλβο, αλλά και στο πώς επί 10 χρόνια παρέμεινε ασύλληπτος, αναφέρθηκε ο καταδικασθείς, Γιώργος Σαρμαντζόπουλος.

Ο 50χρονος ελαιοχρωματιστής, ο οποίος κρίθηκε ένοχος για την κλοπή από την Εθνική πινακοθήκη και καταδικάστηκε σε κάθειρξη έξι ετών με αναστολή στην έφεση.

Αφού παρέμεινε 14 μήνες στη φυλακή κατέθεσε αίτημα αποφυλάκισης και αποφασίστηκε να αφεθεί ελεύθερος φορώντας «βραχιολάκι» που δεν θα επιτρέπει να απομακρύνεται από τον τόπο κατοικίας του σε ακτίνα μεγαλύτερη από τρία χιλιόμετρα στην περιοχή Μαρκοπούλου και έτσι επέστρεψε στο σπίτι του.

Από τα έργα που εξαφανίστηκαν εκείνη τη νύχτα, το «Γυναικείο κεφάλι» του Πάμπλο Πικάσο, με τη χειρόγραφη αφιέρωσή του στον ελληνικό λαό στο πίσω μέρος του πίνακα και ο «Ανεμόμυλος Στάμμερ» του Πιτ Μοντριάν είχαν βρεθεί σε μια ρεματιά, στο Πόρτο Ράφτη, προστατευμένοι σε μεγάλους χαρτοφύλακες, ωστόσο το ένα δεν βρέθηκε ποτέ, το σχέδιο του Μονκάλβο.

Ο Γιώργος Σαρμαντζόπουλος είπε στο δικαστήριο ότι κατά την προσπάθεια να διαφύγει, κόπηκε και σκούπισε με το ματωμένο χέρι του και στη συνέχεια πέταξε το σχέδιο.

«Ο κάθε πολίτης μπορούσε να κάνει την κλοπή»

Μιλώντας στο MEGA και τον Νίκο Ευαγγελάτο, ο δράστης «της κλοπής του αιώνα» έκανε λόγο για μια λανθασμένη πράξη και με αφοπλιστική ειλικρίνειά, την οποία θα μπορούσε να κάνει ο κάθε πολίτης, καθώς η πινακοθήκη εκείνη την εποχή υπολειτουργούσε.

«Ήταν μια λανθασμένη σκέψη η οποία αργότερα μετατράπηκε σε κλοπή. Υπήρξε ένας τεχνικός σχεδιασμός έξι μηνών. Η κλοπή θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί από κάθε απλό πολίτη», είπε και συμπλήρωσε:

«Ο καθένας θα μπορούσε να μπει στο κτίριο τότε το 2012 στην πινακοθήκη από μια ξεκλείδωτη μπαλκονόπορτα, να εισέλθει μέσα στον χώρο και να πάρει οποιαδήποτε έργα. Ήταν εξαιρετικά αφύλακτη τότε η πινακοθήκη, με έναν φύλακα και σύστημα ασφαλείας που υπολειτουργούσαν».

Ο ίδιος αποκάλυψε ότι η σύλληψή του ήταν μακρόχρονη καθώς «δεν μπορούσε να μπει στο μυαλό κανενός ότι μια κλοπή αυτού του μεγέθους μπορούσε να γίνει από έναν απλό πολίτη».

«Ποτέ δεν έχω καταδικαστεί, ποτέ δεν έχω υπάρξει σεσημασμένος και ήταν μια λάθος σκέψη και πράξη», σημείωσε.

«Ήμουν μεταξύ Ελλάδος και Αγγλίας από το 2009 έως το 2021. Τρεις – τέσσερις φορές τον χρόνο βρισκόμουν στην Ελλάδα, στο διαμέρισμα που έμενα στην Αθήνα βρίσκονταν τα έργα με την υπόλοιπη συλλογή μου, δεν ήταν σε κάποια αποθήκη κλεισμένα. Τα θαύμαζα κάποιες φορές. Η λάθος επιλογή στην απόκτηση των πινάκων δεν μου αφαιρεί το δικαίωμα να θαυμάζω την τέχνη».

«Δίκαιη απόφαση»

Στην εκπομπή μίλησε και ο συνήγορος του, Σάκης Κεχαγιόγλου που έκανε λόγο για μία δίκαιη απόφαση.

«Δίκαιη απόφαση, ούτε αυστηρή ούτε επιεικής. Μετά τη διάπραξη της κλοπής, ο εντολέας μου το αποδέχτηκε πριν καταστεί κατηγορούμενος. Χωρίς την αυθόρμητη, αυτόβουλη και χωρίς πίεση απόφασή του να συνεργαστεί με τις Αρχές, τα έργα δεν επρόκειτο ποτέ να επιστρέψουν στην Πινακοθήκη. Ο ίδιος υπέδειξε το σημείο που τα είχε τοποθετήσει», είπε αρχικά.

Σύμφωνα με τον κ. Κεχαγιόγλου, το γεγονός ότι τα έργα επέστρεψαν άθικτα στην Πινακοθήκη, καθώς και ότι από την έρευνα δεν προέκυψε ενδεχόμενο πώλησης των πινάκων, οδήγησαν το δικαστήριο στην αναγνώριση ελαφρυντικού του δράστη.

«Ο ορισμός για το ποιος μετανόησε και ήρε στην πράξη της συνέπιες της πράξεώς του είναι ο κύριος Σαρμαντζόπουλος».