Η επεισοδιακή απόπειρα επίσκεψης του Νίκου Δένδια στην Τρίπολη την περασμένη εβδομάδα δημιούργησε εύλογα ερωτηματικά αναφορικά με τη σκοπιμότητα, την επιμελητεία διπλωματικής οργάνωσης της επίσκεψης και κυρίως τη γενικότερη κατεύθυνση της ελληνικής πολιτικής έναντι της φιλοτουρκικής μεταβατικής κυβέρνησης της Τρίπολης που εξακολουθεί να διατηρεί τον έλεγχο των αρμών της εξουσίας σε μέρος του δυτικού τμήματος της χώρας παρά τη λήξη της θητείας της.

Η άρνηση Δένδια, ακόμη και εάν αιφνιδιάστηκε από την παρουσία της μεταβατικής ΥΠΕΞ να κατέβει από το αεροπλάνο και να τη συναντήσει έστω και παρενθετικά, λόγω του ότι υπέγραψε τα σχετικά μνημόνια με την Τουρκία, μπορεί να αποτελεί σθεναρή στάση που δικαίως επικροτείται από την κοινή γνώμη.

Ωστόσο για να μην κινδυνεύσει να χαρακτηριστεί ως υποκριτική από τρίτες χώρες και να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από την τουρκική διπλωματία θα πρέπει να επιδειχθεί ανάλογη σθεναρή στάση από τον Δένδια και έναντι και του Τσαβούσογλου, ο οποίος έχει αν μη τι άλλο το ίδιο μερίδιο ευθύνης για την υπογραφή των εν λόγω μνημονίων.

Το σημαντικότερο ερώτημα ωστόσο είναι πώς πολιτευόμαστε έναντι της Τρίπολης την ώρα που πολύ σωστά ενασκούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα σε μέρος – και εύχομαι στο σύνολο – των παραχωρημένων θαλασσοτεμαχίων νοτιοδυτικά της Κρήτης και νότια της Πελοποννήσου.

Η ενέργεια αυτή του Πρωθυπουργού αποτελεί μια κίνηση λελογισμένου πολιτικού ρίσκου, που πρέπει επίσης να υποστηριχθεί σθεναρά σε κάθε δυνατό διπλωματικό-στρατιωτικό επίπεδο. Η υπογραφή συμφωνίας Ερευνας και Διάσωσης με την Αίγυπτο σίγουρα εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο όπως σίγουρα εντάσσεται και η επιτάχυνση των εξερευνήσεων για υδρογονάνθρακες στο Λιβυκό Πέλαγος και η ανάγκη να κλείσει η εκκρεμότητα των κορβετών, κάτι που φαίνεται πολύ πιο πιθανό μετά και την επίλυση του ζητήματος των ναυπηγείων.

Είναι προφανές ότι η μη ενάσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων μέσα από αυτές τις εξερευνητικές δραστηριότητες της Exxon θα οδηγούσε στην ατροφία τους ανοίγοντας την όρεξη σε κάθε παράγοντα αμφισβήτησης.

Είναι επίσης προφανές ότι εάν η Τρίπολη προχωρήσει στην κατάθεση συντεταγμένων της δικής της άποψης περί υφαλοκρηπίδας ή πολύ χειρότερα οριοθετήσει τεμάχια εξερεύνησης και παραγωγής Υ/Α που να αμφισβητούν τα ελληνικά τεμάχια, τότε η στάση μας πρέπει να σκληρύνει.

Εάν δε ο Ντιμπεϊμπά δώσει αυτά τα τεμάχια στην ΤΡΑΟ θα πρέπει να στοχοποιηθεί προσωπικά σε επίπεδο ευρωπαϊκών κυρώσεων, ενώ η οποιαδήποτε προσπάθεια της Τουρκίας να προχωρήσει σε αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων εντός – ειδικότερα – οριοθετημένων θαλασσίων ζωνών δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί από πλευράς μας ως casus belli.

Δεν είμαστε ωστόσο ακόμη σε αυτό το σημείο και δεν πρέπει να καταλήξουμε εκεί τουλάχιστον όχι με δική μας ευθύνη έναντι του διεθνούς παράγοντα.

Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να κρατήσουμε και να αποκτήσουμε διαύλους με εκείνους τους παράγοντες που δεν θα ήθελαν να δουν τη Δυτική Λιβύη να υποβαθμίζεται σε επίπεδο Τουρκοκυπριακού Ψευδοκράτους, όπως ο επικεφαλής της κρατικής εταιρείας πετρελαίου, και οι οποίοι καταλαβαίνουν ότι όσο εδραιώνεται η πετρελαϊκή επιρροή της Τουρκίας στη Λιβύη τόσο θα απομακρύνονται από τις διεθνείς εταιρείες.

Γιατί είναι οι εταιρείες όπως η Exxon που μπορούν όντως να αναπτύξουν το πετρελαϊκό δυναμικό της Λιβύης χωρίς τις επιπλοκές που θα προκαλέσει μια ευθεία αντιπαράθεση με την Ελλάδα αλλά και την Αίγυπτο, που δεν θα ήθελε να δει σε καμία περίπτωση την ΤΡΑΟ να δραστηριοποιείται στα μετόπισθεν της ακαθόριστης ΑΟΖ της με τη Λιβύη.

Ο Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας