Μία ημέρα μετά την ανακοίνωση μέτρων για τους ανεμβολίαστους, ένα νέο θέμα συζήτησης έχει ανοίξει και αφορά μόνο τους εμβολιασμένους.

Όπως τονίζουν κυβερνητικοί παράγοντες αλλά και μέλη της επιστημονικής κοινότητας εκτός από την αναγκαιότητα επίσπευσης της τρίτης δόσης, ίσως χρειαστεί να μπει και ημερομηνία λήξης στα πιστοποιητικά εμβολιασμού.

Αν και η συζήτηση άνοιξε μόλις σήμερα από τον υφυπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης, αυτό πρακτικά θα σήμαινε πως χωρίς την τρίτη δόση μελλοντικά να μην είναι δυνατή η χρήση των πιστοποιητικών εμβολιασμών στις καθημερινές δραστηριότητες των πολιτών.

Σε κάθε περίπτωση αυτή τη στιγμή το πιστοποιητικό εμβολιασμού είναι… ελευθέρας, ενώ σίγουρα κάτι τέτοιο για να γίνει θα πρέπει να έχει ανοίξει η πλατφόρμα για τρίτη δόση για όλον τον ενήλικο πληθυσμό.

Ο υφυπουργός πάντως αποκάλυψε ότι έχει ξεκινήσει μια συζήτηση στην επιστημονική κοινότητα για τον χρόνο, για τον οποίον καλύπτεται ο εμβολιασμένος. «Εμείς είμαστε έτοιμοι για να διαμορφώσουμε αναλόγως την ισχύ του πιστοποιητικού. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ημερομηνία λήξης του πιστοποιητικού, αλλά είναι κατανοητό ότι μετά από έναν χρόνο από τη δεύτερη δόση του, κάποιος δεν μπορεί να έχει την ίδια ασφάλεια που είχε στο εξάμηνο», επισήμανε.

Την ημερομηνία λήξης στα πιστοποιητικά εμβολιασμού πάντως ενστερνίζεται και ο καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Τούντας.

Να μπει τέλος στο ελευθέρας

Τόνισε ότι συμφωνεί και προσυπογράφει τη σχετική πρόταση που κατέθεσε ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης, εξηγώντας ότι ο πλήρης εμβολιασμός προσφέρει μια σημαντικότατη προστασία, η οποία όμως έχει μέση διάρκεια γύρω στους 6 μήνες. «Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι μπορεί να χάσουν σημαντικό μέρος της ανοσίας τους στους 4 μήνες και άλλοι στους 8 μήνες. Βλέπουμε να παρουσιάζονται κρούσματα ανάμεσα στους εμβολιασμένους, διότι έχουν παρέλθει 4 ή 6 μήνες από τον πλήρη εμβολιασμό και είναι εκτεθειμένοι στη μόλυνση», λέγοντας ότι θα έπρεπε να έχει ανοίξει πολύ νωρίτερα η πλατφόρμα για την τρίτη δόση για όλες τις ηλικίες άνω των 18 ετών. «Να μη χάσει κανείς χρόνο να κάνει την τρίτη δόση. Είναι σωτήρια σε αυτή τη φάση που βρισκόμαστε και λειτουργεί πολύ προστατευτικά», υπογράμμισε.

Εξέφρασε φόβους για κλιμάκωση της πανδημίας. Χαρακτήρισε τα νέα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση ως «σωστά, απαραίτητα και αναγκαία, που θα έπρεπε να ληφθούν νωρίτερα», αλλά επεσήμανε ότι αυτά δεν αρκούν.

Να επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες ο υποχρεωτικός εμβολιασμός

«Θα έπρεπε ο υποχρεωτικός εμβολιασμός να έχει επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων, σε όλους τους εργαζόμενους δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που έρχονται σε επαφή με πολλά και διαφορετικά άτομα, είτε είναι στο γκισέ του σούπερ μάρκετ, είτε στο γκισέ μιας δημόσιας υπηρεσίας, είτε είναι οδηγός στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς είτε είναι εκπαιδευτικός. Θα έπρεπε εδώ και καιρό να εφαρμοστεί ο υποχρεωτικός εμβολιασμός», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τούντας. «Η υποχρεωτικότητα εφαρμόστηκε καθυστερημένα στους υγειονομικούς και στους εργαζόμενους σε μονάδες φιλοξενίας ηλικιωμένων. Νομίζω ότι η επέκταση θα πρέπει να εξεταστεί το επόμενο διάστημα, εφόσον δούμε ότι η κλιμάκωση θα συνεχίζεται και δεν θα περιορίζεται με τα ισχύοντα μέτρα», πρόσθεσε.

Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις δυο ηλικιακές ομάδες που προβληματίζουν τους ειδικούς ως προς τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού, δηλαδή τους ηλικιωμένους άνω των 80 ετών – «που είναι οι πιο ευπαθείς και κινδυνεύουν περισσότερο να βρεθούν διασωληνωμένοι και να χάσουν τη ζωή τους» – και τα νέα παιδιά κάτω των 25 ετών. Όπως είπε, σε αυτές τις δυο ομάδες θα έπρεπε να υπάρξει οργανωμένη προσπάθεια, μια εκστρατεία με τις τεχνικές της αγωγής υγείας, δηλαδή με εκπαιδευτικές κυρίως δραστηριότητες, «για να τους πείσουμε και να μπορέσουμε να εμβολιάσουμε όσους περισσότερους μπορούμε».

Ο κ. Τούντας εκτίμησε ότι η γενική ενημέρωση με οριζόντια μέτρα δεν αγγίζει ουσιαστικά τις συγκεκριμένες ηλικιακές κατηγορίες, «δεν αλλάζει η άποψή τους και η συμπεριφορά τους». «Από το 20% των συμπολιτών μας που αρνούνται να εμβολιαστούν, οι μισοί είναι ο σκληρός ιδεολογικός πυρήνας εναντίον των εμβολίων, και δύσκολα θα αλλάξουν γνώμη. Αλλά οι άλλοι μισοί ανησυχούν, αμφιβάλλουν, έχουν τον προβληματισμό τους, φοβούνται. Δεν είναι εν γένει κατά των εμβολίων, είναι διστακτικοί απέναντι στα συγκεκριμένα εμβόλια. Θα έπρεπε να έχουμε κάνει μια πιο οργανωμένη προσπάθεια για να τους πείσουμε με επιστημονικά τεκμήρια», διευκρίνισε.

Λάθος επικοινωνιακό μήνυμα πως τελειώσαμε με τον κοροναϊό

Σύμφωνα με τον καθηγητή Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, «εκτός από την εκστρατεία “Ελευθερία” που έχει αναγγείλει εδώ και καιρό η κυβέρνηση και η οποία πέρασε ένα λάθος μήνυμα ότι έχουμε απαλλαγεί από τον κορονοϊό, θα έπρεπε να έχει γίνει και μια οργανωμένη εκστρατεία πειθούς. Το επικοινωνιακό κομμάτι τους τελευταίους μήνες έχει χαλαρώσει, έχει χαλαρώσει η συμβολή της επιτροπής Εμπειρογνωμόνων. Επίσης, έχει χαλαρώσει και ένας καλά οργανωμένος επικοινωνιακός σχεδιασμός και νομίζω ότι αυτά πρέπει να αποκατασταθούν άμεσα. Αν δεν φτάσουμε στο να εμβολιάσουμε το 70% του γενικού πληθυσμού, θα συνεχίσει να κλιμακώνεται η επιδημία», τόνισε ο ίδιος.

Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην αυστηρή τήρηση των μέτρων που ισχύουν, λέγοντας πως δεν μπορεί η Πολιτεία να αστυνομεύει κάθε πολίτη από το πρωί μέχρι το βράδυ, αλλά πρέπει και οι συμπολίτες μας να πάρουν στις «πλάτες» τους την υπόθεση, δηλαδή να ζητούν να τηρούνται όταν βλέπουν χαλάρωση και να καταγγέλλουν όταν δεν τηρούνται τα μέτρα.